Παλαιότερες

Τα υπέρ και τα κατά

SportDay

Επειτα από τέσσερις αγωνιστικές σε Ελλάδα και Ευρώπη, Παναθηναϊκός και Ολυμπιακός άρχισαν να προσφέρουν βάση για συγκρίσεις. Στον ορθολογισμό και τη χημεία η υπεροχή των «πρασίνων», στις μεγάλες προσωπικότητες και τη νέα νοοτροπία ποντάρουν οι «ερυθρόλευκοι»

Eπειτα από τρεις αγωνιστικές στο πρωτάθλημα και μία στην Ευρωλίγκα, νομίζω ότι μπορούμε πια να πούμε πολύ πιο συγκεκριμένα πράγματα για τους μεγάλους μονομάχους του μπάσκετ, τον Παναθηναϊκό και τον Ολυμπιακό, οι οποίοι, όπως σημείωσα και στο προηγούμενο άρθρο μου, ανέβασαν τον πήχη του μεταξύ τους ανταγωνισμού ψηλότερα από κάθε άλλη φορά.

Βεβαίως το δείγμα γραφής, όχι τόσο αριθμητικά όσο από την άποψη της δυναμικότητας των μέχρι στιγμής αντιπάλων, δεν κρίνεται ασφαλές. Γι' αυτό απαιτούνται σοβαρές επιφυλάξεις, ιδίως μάλιστα για τον Ολυμπιακό, ο οποίος με πέντε νέους βασικούς παίκτες (Παπαλουκάς, Βούισιτς, Τσίλντρες, Ερτσέγκ, Χαλπερίν) στο ρόστερ του έχει να επιλύσει αρκετά ζητήματα ομοιογένειας και χημείας, που, ούτως ή άλλως, θέλουν τον χρόνο τους.

Εκείνα που μπορεί, πάντως, να πει κανείς για τις δύο αυτές ομάδες, χωρίς να διατρέχει τον κίνδυνο να διαψευστεί από τις εξελίξεις, είναι τα εξής:

1. Ο Ολυμπιακός, με σαφώς αμυντικό προσανατολισμό στην αγωνιστική του φιλοσοφία, δεν κινδυνεύει (όπως πέρυσι και πρόπερσι) να υποστεί φθηνές ήττες με καταστρεπτικές συνέπειες από κατώτερους αντιπάλους. Γιατί με την αμυντική του προσπάθεια, ακόμα κι όταν αυτή δεν αποδίδει τα απολύτως αναμενόμενα, θέτει υπό έλεγχο τον αντίπαλο, γεγονός που του επιτρέπει με την πάροδο του χρόνου να αξιοποιεί την αριθμητική και ποιοτική του υπεροχή. Με άλλα λόγια, οι «ερυθρόλευκοι» κινούνται σ' ένα πλαίσιο σοβαρότητας, συνέπειας και υπευθυνότητας, που δεν είχαν επί Γκέρσον, γεγονός που από μόνο του τους καθιστά πολύ πιο υπολογίσιμους για κάθε αντίπαλο.

2. Ο Παναθηναϊκός είναι η πρώτη φορά από την εποχή του Ρέμπρατσα που διαθέτει σέντερ-φόβητρο (Πέκοβιτς), χωρίς όμως τα μειονεκτήματα των δεινοσαύρων του είδους. Επίσης, ύστερα από πολύ καιρό απέκτησε πραγματικό «τριάρι» (Περπέρογλου) και γενικά παρουσιάζει μια πληρότητα την οποία ποτέ δεν διέθετε –τουλάχιστον μετά την περίοδο 1999-2000. Επιπλέον, όλοι οι παίκτες του δείχνουν να κινούνται στη λογική Ομπράντοβιτς, με μόνο ερωτηματικό τον πολύ Σαρούνας Γιασικεβίτσιους, ο οποίος σκαλώνει στο διαφορετικό μπάσκετ που έχει στο μυαλό του, αλλά και στην περιορισμένη αθλητική του ικανότητα.

Οπως ήταν απολύτως φυσικό, στα μέχρι τώρα παιχνίδια του ο Παναθηναϊκός επέδειξε μεγαλύτερη ετοιμότητα από τους «ερυθρόλευκους», γι' αυτό και μπορεί να πει κανείς ότι κέρδισε τις εντυπώσεις, μια και είχε μόνο μεγάλες σε σκορ νίκες, που συνδυάστηκαν με καλό θέαμα. Μοναδικό σημείο κατά το οποίο προκάλεσε ανησυχίες με την απόδοσή του ήταν το δεύτερο 10λεπτο με τη Ζαλγκίρις, κατά τη διάρκεια του οποίου δέχτηκε ένα επιμέρους 2-18, με το οποίο η υπέρ αυτού διαφορά κατέβηκε μέσα σε 7 λεπτά από τους 24 πόντους στους 8!

Ανάλογο νεκρό σημείο είχε και ο Ολυμπιακός προς το τέλος του εκτός έδρας αγώνα του με την Ολύμπια Λάρισας, αλλά με τις κατάλληλες αλλαγές στην πεντάδα του ξαναβρήκε αμέσως σοβαρότητα και ρυθμό και τελικά καθάρισε εύκολα. Γενικά, πάντως, οι «ερυθρόλευκοι» είχαν μικροπεριπέτειες και στα άλλα τρία παιχνίδια τους, που όμως κατάφεραν να ξεπεράσουν με την πάροδο του χρόνου.

Το κομμάτι του παιχνιδιού τους που δείχνει να θέλει μεγαλύτερη βελτίωση είναι η επίθεση, ιδίως όταν από την πεντάδα τους απουσιάζει ο Παπαλουκάς, δηλαδή ο παίκτης που δίνει τη σωστή κατεύθυνση, αξιοποιεί καλύτερα απ' όλους τον Τσίλντρες και συνεργάζεται καλά με τον Βούισιτς.

Αυτοί οι τρεις αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ομάδας και είναι βέβαιο ότι από τη μεταξύ τους συνεργασία, αλλά και την ατομική τους αξιοπιστία θα κριθούν πάρα πολλά. Γι' αυτό νομίζω ότι αξίζει να ασχοληθεί κανείς λίγο περισσότερο μαζί τους.

Ο Παπαλουκάς, παίκτης με τεράστια εμπειρία στο υψηλότερο επίπεδο, είναι το μυαλό της ομάδας, ο διευθυντής της ορχήστρας –ικανός να κάνει τους συμπαίκτες του καλύτερους και κυρίως εκείνους που ξέρουν να κινηθούν χωρίς την μπάλα ή διαθέτουν το χάρισμα του μακρινού σουτ. Στην ΤΣΣΚΑ μοίραζε όσες ασίστ ήθελε επειδή οι Σμόντις, Λάνγκτον, Χόλντεν, που είναι τρομεροί σουτέρ, τον περίμεναν μονίμως οπλισμένοι. Ομως στον Ολυμπιακό τέτοιοι σουτέρ δεν υπάρχουν, οπότε είναι υποχρεωμένος να ψάξει νέες πατέντες και να δουλέψει περισσότερο το «πικ εντ ρολ».

Ο Βούισιτς, σέντερ με τεράστια κλάση αλλά αμφίβολη σωματικά αντοχή, είναι κι αυτός περισσότερο δημιουργός και λιγότερο εκτελεστής, πράγμα που σημαίνει ότι οι συμπαίκτες-σουτέρ τού είναι άκρως απαραίτητοι.

Ο Τσίλντρες, τέλος, έχει απίστευτες αθλητικές ικανότητες αλλά στην Ευρώπη μόνο στο ανοιχτό γήπεδο μπορεί να παίζει ως «τριάρι» επειδή του λείπει το σουτ και γιατί οι κλειστές άμυνες θα τον βασανίσουν πάρα πολύ. Υπό τις συνθήκες αυτές θα μπορούσε να προσφέρει περισσότερα στο «τέσσερα» αλλά, προς το παρόν, μια τέτοια κίνηση δημιουργεί άλλα προβλήματα.

Συμπέρασμα πρώτο έπειτα απ' όλα αυτά: ο Ολυμπιακός θα ήθελε περισσότερους και καλύτερους σουτέρ. Για παράδειγμα, από τους ψηλούς του, σουτέρ εμπιστοσύνης είναι μόνο ο Μπουρούσης και έτσι όλο το βάρος θα πέσει στους σούτινγκ γκαρντ, δηλαδή τον Γκριρ και τον Χαλπερίν, γεγονός που καθιστά την ομάδα μονοδιάστατη και προβλέψιμη.

Νομίζω ότι αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχει να λύσει ο Γιαννάκης, συν το ότι τα γκαρντ που διαθέτει δεν συγκεντρώνουν ιδιαίτερες αμυντικές ικανότητες.

Μια πεντάδα με τον Βασιλόπουλο στο «τρία» και τον Τσίλντρες στο «τέσσερα» έχει να επιδείξει περισσότερη ταχύτητα, αμυντική ικανότητα και σχετικά καλύτερο σουτ, αλλά σε αυτή την περίπτωση πού και πόσο θα παίζουν οι πραγματικοί ψηλοί;

Με λίγα λόγια, οι «ερυθρόλευκοι» διαθέτουν ποιότητα και ποσότητα στο έμψυχο υλικό, αλλά η χημεία μοιάζει να είναι τρομερά δύσκολη, γεγονός που βάζει τον Γιαννάκη μπροστά στο δυσκολότερο τεστ της καριέρας του.

Αντίθετα ο Παναθηναϊκός, με το έμψυχο υλικό που απέκτησε, φαίνεται ότι θα κάνει πολύ πιο εύκολη τη δουλειά του Ομπράντοβιτς, καθώς όλοι οι καινούργιοι (Πέκοβιτς, Φώτσης, Νίκολας, Κέτσμαν) ήρθαν να δέσουν με τους παλιούς και με τη λογική του Ομπράντοβιτς.

Οι «πράσινοι», λοιπόν, υπερέχουν εκεί που πονάει ο αντίπαλός τους, στη χημεία. Ομως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι για τον Ολυμπιακό είναι ακόμα πολύ νωρίς. Και ότι αν στον ευαίσθητο αυτόν τομέα βρει τη χρυσή τομή, τότε χάρη στις προσωπικότητες που διαθέτει θα μπορέσει να κάνει θαύματα.

Πάντως, για τον Παναθηναϊκό δεν είναι και τόσο βολικό να προβάλλεται ως υπερπλήρης και πανίσχυρος. Οχι μόνο γιατί μπορεί να πάθει απώλεια στήριξης, αλλά και επειδή κάποια ερωτηματικά σίγουρα συνοδεύουν κι αυτόν.

Για παράδειγμα, ο Πέκοβιτς μπορεί να είναι θηρίο αλλά δεν έχει εμπειρία, κάνει εύκολα φάουλ και ένας έμπειρος αντίπαλος ίσως εκμεταλλευτεί τις αδυναμίες του. Επίσης, ο Νίκολας μπορεί να έχει (που λέει ο λόγος...) χίλια καλά, αλλά στην άμυνα, παρά την προσπάθεια που καταβάλλει, είναι σχετικά ευάλωτος, γεγονός που ίσως δεν θα προβλημάτιζε αν ο Γιασικεβίτσιους ήταν αμυντικός άνω του μετρίου. Δεν είναι όμως...

Μπάζει, λοιπόν, ο Παναθηναϊκός στην περιφερειακή άμυνα; Σε επίπεδο πρώτης γραμμής μάλλον, αλλά γι' αυτό ακριβώς ο Ομπράντοβιτς έχει λίγο πιο πίσω τους εξολοθρευτές Κέτσμαν, Χατζηβρέττα!

Ομως, μ' αυτά και μ' αυτά, καταλήξαμε πάλι εκεί απ' όπου ξεκινήσαμε. Οτι δηλαδή ο Παναθηναϊκός υπερέχει σε ορθολογισμό και χημεία. Πράγμα που, εδώ που τα λέμε, είναι φυσικό, από τη στιγμή κατά την οποία έχει 9 χρόνια τον ίδιο προπονητή και τα αφεντικά του δεν δείχνουν να κάνουν πίσω μπροστά στις τρομερές οικονομικές ρελάνς των αδελφών Αγγελόπουλων.

Συμπέρασμα: το επίπεδο όλο και ανεβαίνει, γεγονός που εγγυάται μεγάλα ματς και αξέχαστες συγκινήσεις. Ειδικά αν οι... πυροβολημένοι της εξέδρας σεβαστούν τους τόσο μεγάλους παίκτες και τους προπονητές.

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x