Παλαιότερες

Με χίλιες δυο εικόνες στο μυαλό...

SportDay

ΓΡΑΦΕΙ Ο ΚΩΣΤΑΣ Δ. ΜΠΛΙΑΤΚΑΣ

Φαινομενικώς δεν είχε και πολλά κοινά στοιχεία στον χαρακτήρα με τον Γιώργο Κούδα. Σπάταλος και συχνά αφελής περί τα οικονομικά, σαν αιώνιο παιδάκι είναι ο «Μεγαλέξανδρος» του ποδοσφαίρου μας. Οργανωτικός, λογιστής, με τετράγωνη λογική ο συνονόματός του Παντελάκης. Και οι δύο όμως βγαλμένοι, θα έλεγε κανείς, από τον ίδιο «καλλιτέχνη», σαν να δόθηκε παραγγελιά για τα σύμβολα του ΠΑΟΚ: σεμνοί, απέριττοι και με ουσιαστική -και όχι «κοσμική»- αριστοκρατικότητα.

Το είχα ακούσει από παλιά και το διαπίστωσα από πρώτο χέρι ότι δεν τις ήθελε τις πολλές και ανούσιες συναναστροφές, ούτε αγαπούσε τις συνεντεύξεις ο Γιώργος Παντελάκης. Ο ίδιος μου το ξεκαθάρισε με τόσο κοφτό τρόπο, που δεν μπορούσα καν να ρωτήσω το «γιατί ακριβώς;».

Ηταν τον χειμώνα του 2004 όταν τον συνάντησα στη «γωνιά του», στο εστιατόριο «Κλοσάρ» της Προξένου Κορομηλά. Με σεβασμό τού ζήτησα να προλογίσει τη βιογραφία του Γιώργου Κούδα, «Της Ζωής μου το Παιχνίδι», που μου εμπιστεύθηκε ο κορυφαίος παίκτης του ΠΑΟΚ όλων των εποχών.

Πρόλογο δεν έγραψε ο κύριος Γιώργος. Δέχτηκε όμως να μιλήσουμε και στη συνέχεια μας επέτρεψε να έχει η συνέντευξη τη θέση του προλόγου, πράγμα για το οποίο χάρηκε ιδιαιτέρως ο Κούδας. Ενα τμήμα αυτής της συνέντευξης θα βρείτε παρακάτω μαζί με μία σπάνια φωτογραφία. Λες Σάνον και Γιώργος Παντελάκης στο γήπεδο μαζί. Κρύβοντας ένα λυγμό, ο Γιώργος Λυσσαρίδης χθες μου εξήγησε πώς έγινε το κακό. Μάλλον πήγαινε στη «γωνιά του» ο Γιώργος Παντελάκης. Τι σημασία έχει πια;

Με όσους μίλησα χθες, για τον σπουδαίο αυτόν άνθρωπο που σφράγισε με την παρουσία του τα χρόνια της αθωότητας και του μύθου του ελληνικού ποδοσφαίρου, μου άφησαν την εντύπωση ότι ήταν αφάνταστα θλιμμένοι, αλλά συνέβαινε και κάτι περίεργο: ήταν ελάχιστα συγκεντρωμένοι σ' αυτά που λέγαμε. Σαν να ήταν «αλλού». Μιλούσαν και αυτοί όπως κι εγώ, «με χίλιες δυο εικόνες στο μυαλό»...

ΕΚ ΒΑΘΕΩΝ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΑΝΤΕΛΑΚΗ - Απόσπασμα

(Δεκέμβριος του 2004, για το βιβλίο «Της Ζωής μου το Παιχνίδι» -αυτοβιογραφία του Γιώργου Κούδα).

Εχετε μείνει στη μνήμη των φιλάθλων του ΠΑΟΚ ως ένας πολύ ικανός και δραστήριος πρόεδρος…

«Παλιότερα θα έλεγα ότι έπαιζα σημαντικό ρόλο ως γενικός γραμματέας. Και γενικά ήταν άγραφος κανόνας στα σωματεία τότε, στα πρώτα χρόνια, ο γενικοί γραμματείς να έχουν πολλές δικαιοδοσίες. Ο πρόεδρος ήταν, ας πούμε, αφ' υψηλού. Τον σεβόμασταν, έδινε γενικές εντολές κ.λπ., αλλά αν ο γενικός γραμματέας ήταν δραστήριος, αργά ή γρήγορα τα επωμιζόταν όλα. Ο πρόεδρος συνήθως ήταν και μεγαλύτερος σε ηλικία και γενικώς κινούνταν... στο απυρόβλητο. Ως γενικός γραμματέας, λοιπόν, είχα δείξει μεγάλη δραστηριότητα, γιατί πέρασα και τα περισσότερα χρόνια σ' αυτό το πόστο. Εκεί ήμουν περίπου 12 χρόνια από το 1960 ή 1961, γιατί πρώτα ήμουν έφορος μπάσκετ, από το '54 έως το '59, που πήραμε πρωτάθλημα, στον ΠΑΟΚ. Πάντα στον ΠΑΟΚ. Πουθενά αλλού δεν πήγα και δεν είχα καμιά επιθυμία, γιατί όταν αποχώρησα, από το 1984 και μετά, πολλοί μνηστήρες υπήρξαν».

Εσείς πού μάθατε την παραγοντική; Είχατε απέναντί σας μεγαθήρια: Γουλανδρή, Μπάρλο, Καμπάνη, Ματζαβελάκη…

«Για μένα στο ποδόσφαιρο δεν χρειαζόταν η παραγοντική. Το ποδόσφαιρο ήταν πάνω απ' όλα αγάπη. Λάθος σκεφτόμουν, φαίνεται. Σε βάρος της δουλειάς μου σίγουρα. Ημουν 20 χρόνια υπάλληλος εξαιτίας του ΠΑΟΚ. 10 χρόνια λογιστής στον συνεταιρισμό των υδραυλικών. Και 10 χρόνια διευθυντής. Τελείωσα από την Εμπορική Σχολή και οι πρώτες μου δουλειές ήταν αυτές. Ημουν νέος, τα λεφτά που έπαιρνα μου έφταναν να ζήσω, ο πατέρας μου, παρ' όλο που ήταν ένας φτωχός άνθρωπος, φρόντισε και μας έστειλε στο σχολείο και στη συνέχεια τελείωσα την Εμπορική Σχολή. Ηταν η αγάπη και το μεράκι για το ποδόσφαιρο που με συνέπαιρναν και θυσίασα τα πάντα. Ακόμα και την κοινωνική μου ζωή θυσίασα, γιατί είχα παρωπίδες».

Ο ΠΑΟΚ έχει κόσμο, είναι πολύ εμπορική ομάδα. Για ποιο λόγο δεν μπορεί να εκμεταλλευτεί αυτή τη μεγάλη εμπορική δύναμη;

«Γιατί ήρθαν ακατάλληλοι άνθρωποι στο τιμόνι της ομάδας. Για να γίνεις καλός παράγοντας πρέπει να ξεκινήσεις σιγά σιγά. Να περάσεις από όλα τα στάδια. Εγώ ξεκίνησα στο μπάσκετ, πέντε χρόνια, πήγε πολύ καλά το μπάσκετ, πήρα πρωτάθλημα Ελλάδας, πήραμε τέσσερα πρωταθλήματα Θεσσαλονίκης, αλλά ήμουν κοντά και σε καλά στελέχη. Το 1959. Ηταν ο Χαραλαμπίδης, ο Δημάδης, ο Λάσκαρης αντιπρόεδρος, ο Ιορδάνογλου έγινε πρόεδρος ένα διάστημα, τότε εγώ είχα γίνει γενικός γραμματέας. Είχα καλούς δάσκαλους. Αλλά είχα και πολλή αγάπη. Αρκεί να σας πω, όταν πήγα στο μπάσκετ, μου δώσανε ένα χαρτί και με παρακαλούσαν να βοηθήσω τον έφορο μπάσκετ. Κι έτσι κόλλησα. Την άλλη χρονιά ο έφορος μπάσκετ έγινε ταμίας και εγώ έγινα έφορος μπάσκετ. Τη φορά που μου είπαν ότι θα μπω στο συμβούλιο δεν κοιμήθηκα όλη τη νύχτα, από την αγωνία και τη χαρά μου ταυτοχρόνως. Το μεράκι κάνει τα καλά στελέχη και τους παράγοντες».

Αυτή η ομάδα του Σάνον, που το 1972 πήρε το πρώτο Κύπελλο, ήταν η αρχή;

«Τον Σάνον τον έφερα εγώ ως προπονητή. Μου τον πρότεινε ο Λάμπης ο Τσιριγωτάκης και μάλιστα μου τον σύστησε. Με συμπαθούσε πάρα πολύ ως φίλαθλος και παρακολουθούσε την πορεία που είχα ως παράγοντας. Εγώ λέω στον Λάμπη ότι "ξέρεις, είναι περιορισμένα τα οικονομικά"... Δεν ξέρω αν ήταν στα τσικό της Λίβερπουλ. Εγώ βασίστηκα στον Τσιριγωτάκη και μάλιστα όταν υπέγραψα το συμβόλαιο, επί χούντας, δεν πήγα καν ούτε εκεί, στην Αγγλία. Είχε εξουσιοδοτηθεί ο πρέσβης μας στο Λονδίνο και υπογράφηκε το συμβόλαιο. Και όταν ήρθε εδώ ο Λες Σάνον, τον αγκαλιάσαμε, το πρώτο διάστημα που ήμουν εγώ. Εκείνη τη χρονιά, όμως, ήταν που έφυγα για να κάνω δική μου επιχείρηση».

Εσείς πώς το ζούσατε το ματς;

«Δεν ήμουν στον πάγκο ποτέ. Στον χώρο των επισήμων καθόμουν και δεν υπήρχε ματς με τον Ολυμπιακό, επειδή είχαμε αυτή την όξυνση, στο οποίο να έλειψα. Σε δύο ματς έλειψα σε όλη την καριέρα μου, όταν είχα πρόβλημα με τη μέση μου. Ενα ματς στην Πάτρα και ένα στην Καστοριά. Πήγαινα σε όλα και δεν με ενόχλησε και κανένας. Ισως γιατί έδειχνα ότι δεν υπολογίζω και κανέναν. Στον Ολυμπιακό καθόμουν στον χώρο των επισήμων. Κατέβαινα στο ημίχρονο για να τους μιλήσω. Ξανανέβαινα. Περνούσα από τον κόσμο. Κανένας δεν με ενοχλούσε.

Χαρακτηριστικά ο Ολυμπιακός στο Καραϊσκάκη είχε ένα εντευκτήριο μπροστά. Οταν τελείωνε το ματς, εγώ αργούσα γιατί συνόδευα τον ποδοσφαιριστή που υπέγραφε το φύλλο αγώνος. Πριν μπούμε άκουγα να τον βρίζουν. Οταν περνούσα, κανένας δεν με ενόχλησε ποτέ. Γιατί έδειχνα ότι δεν φοβάμαι κανέναν. Οχι ότι είμαι άτρωτος, αλλά επειδή δεν έκανα καμία αδικία, έλεγα "γιατί να με πειράξουν;". Και τότε μάλιστα με το θέμα του Ολυμπιακού οι δικοί μου άνθρωποι μου έλεγαν "μην πας"».

Οταν πήρατε το Κύπελλο το '72, ποιοι διοικούσαν τον ΠΑΟΚ;

«Ο Σεργιανίδης ήταν γενικός γραμματέας. Τότε αίγλη είχε ο γενικός γραμματέας. Και πρόεδρος έγινε ο Αρβανιτάκης, συνάδελφος του Σεργιανίδη, μηχανικός και αυτός».

Σκεφτήκατε ποτέ να οργανώσετε την ομάδα κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα; Δηλαδή να μην καπνίζουν, να μην ξυνυχτούν, να προσέχουν τη διατροφή τους;

«Αυτά τα προσέχαμε όλα. Πήγαιναν από τότε οι παίκτες στα ξενοδοχεία. Το να μην καπνίζουν το φροντίζαμε επίσης. Τον μόνο που δεν μπόρεσα να τιθασεύσω στο κάπνισμα ήταν τον Κούδα. Κάπνιζε κρυφά και με πάθος. Και τι δεν του έλεγα!».

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x