Παλαιότερες

Η αξιοπρέπεια ως συνώνυμο της επιτυχίας

SportDay

Γύρισα προχθες νωρίς το απόγευμα από την Πολωνία. Είδα τα σημαντικότερα ποδοσφαιρικά ματς του ελληνικού πρωταθλήματος, δηλαδή τις νίκες του ΠΑΟ επί του Αρη και του Ολυμπιακού επί του ΠΑΟΚ. Μπορούσα να γράψω πολλά, γιατί όντως η αγωνιστική ήταν η πιο ενδιαφέρουσα. Αλλά το τριήμερο στην Πολωνία η Εθνική μπάσκετ μού χάρισε δυο στιγμές ευτυχίας. Για Ντάκους, Κάκους, Σάντους και Πάντους αύριο. Σήμερα δυο κουβέντες με θέμα τα αισθηματικά μας: ας μιλήσουμε για μια ομάδα που ακόμα κι όταν δεν είναι «επίσημη αγαπημένη», είναι πάντα αγαπησιάρικη.

Είχα προγραμματίσει καιρό τώρα να πάω στο Ευρωμπάσκετ της Πολωνίας για τους ημιτελικούς και τους τελικούς. Είχα αποδεχθεί μια πρόταση της BWin, επίσημου χορηγού της διοργάνωσης -ακόμα κι αν η Εθνική μας δεν ήταν παρούσα στην τετράδα οι ημιτελικοί και οι τελικοί αυτών των διοργανώσεων έχουν πάντα ενδιαφέρον. Οταν προέκυψε το ντέρμπι με την Τουρκία, άλλαξα τα εισιτήρια κι έφυγα πιο νωρίς από το προγραμματισμένο για δυο λόγους. Ο πρώτος διότι ήθελα να δω από κοντά την εθνική μας ομάδα σε ένα ιστορικό ματς. Κι έπειτα επειδή είχα ανάγκη να χαρώ μια εθνική ομάδα που να λειτουργεί σε συνθήκες σοβαρότητας -πράγμα που με τις ποδοσφαιρικές ομάδες έχει σταματήσει να συμβαίνει.

Πολλά

Εχουν ειπωθεί πολλά για την Εθνική ομάδα του μπάσκετ επειδή κερδίζει συχνά και ως εκ τούτου, όπως συμβαίνει με όλες τις ομάδες που κερδίζουν, προκαλεί αναλύσεις, σχόλια, ενδιαφέρον. Στην Ελλάδα μάς αρέσει να ασχολούμαστε με τους νικητές πιο πολύ και από ό,τι με τα σπορ, οπότε και μόνο για αυτό η Εθνική μπάσκετ έχει την τιμητική της. Αλλά η συγκεκριμένη ομάδα δεν είναι μια ομάδα που κερδίζει: είναι κάτι πάρα πολύ περισσότερο.

Επίπεδο

Ομολογώ ότι βρήκα λίγο διαφορετικό πια τον δημοσιογραφικό κόσμο που τη συνοδεύει. Η νίκη με την Τουρκία, νίκη αγχώδης και γι' αυτό υπέροχη, δεν πανηγυρίστηκε με ακρότητες και αλαλαγμούς, αλλά ακόμα και με σκωπτική -τολμώ να πω- διάθεση. Στα πηγαδάκια μιλήσαμε για «μπάσκετ φουστανέλας», κάποιοι στάθηκαν στο ότι το ίδιο το παιχνίδι της ομάδας έφθινε σε σχέση με το εντυπωσιακό ξεκίνημα, λίγοι στράβωσαν λιγάκι όταν ο Νίκος Ζήσης έθεσε ένα θέμα εμπιστοσύνης ζητώντας να εμφανιστεί ένας δημοσιογράφος και να πει «εγώ σας πίστευα».

Τίποτα δεν έφυγε από τα πρέποντα, χωρίς να λείπει και ο ενθουσιασμός: το ίδιο το πανηγύρι όλων όμως αφορούσε το ματς κι όχι τον αντίπαλο. Ολοι σχεδόν υποστήριζαν ότι το ματς θα το θυμόμαστε για καιρό. Προφανώς ο στόχος της Εθνικής ξεπερνά τη νίκη: ο στόχος είναι η μνήμη, η δύναμη της ανάμνησης, η αίσθηση της συμμετοχής σε μια μεγάλη υπέροχη ιστορία.

Τώρα

Η ήττα από τους πανίσχυρους Ισπανούς και η επικράτηση επί των Σλοβένων στα σημεία αντιμετωπίστηκαν από όλους τους παρόντες (ακόμα και από τους ενθουσιώδεις «Πελαργούς»...) ως λογικά πράγματα. Η κοινή διαπίστωση ήταν ότι η ομάδα έκανε το καλύτερο που μπορούσε: η επιστροφή στην Ελλάδα άφηνε τη γλύκα της συμμετοχής σε μια επιτυχία που τόνωσε την ευλογημένη αξιοπρέπειά της -για αυτήν κυρίως παίζουν όλοι.

Αυτού του τύπου το συναίσθημα, μοναδικό ομολογώ για μένα, ήταν ό,τι ωραιότερο απεκόμισα στο σοβιετικής αισθητικής Κατοβίτσε: η αξιοπρέπεια της Εθνικής μας είναι συνώνυμο της υποχρέωσής της να διακρίνεται. Αυτό που καταλαβαίνεις μένοντας για λίγο δίπλα της είναι ότι όλοι νιώθουν ότι έχουν πάντα την υποχρέωση να δικαιολογούν τα όσα προηγήθηκαν. Δεν παίζουν μόνο για το τώρα: παίζουν για να μην αφήσουν σε κανέναν ανταγωνιστή ή επικριτή τους το δικαίωμα να σπιλώσει όσα πέτυχαν. Δεν υπάρχει περίπτωση να ακούσεις από παίκτη της Εθνικής τη φράση «δεν έχουμε να δώσουμε απαντήσεις». Κάτι τέτοιο είναι εκτός λογικής: ισοδυναμεί με προδοσία.

Δικαιολογίες

Η Ελλάδα πήγε στην Πολωνία με καινούργιο προπονητή, νέα παιδιά και πολλές απουσίες. Θα μπορούσαν όλοι να κρυφτούν από ευθύνες, να μιλήσουν για την ανάγκη μιας νέας αρχής, να δικαιολογηθούν με υποσχέσεις που αφορούν το μέλλον: δεν το έκαναν. Εχοντας όλοι μια νοοτροπία ελάχιστα ελληνική, σήκωσαν τα μανίκια και για να αντέξουν στις ήττες και για να πάρουν τις νίκες που όφειλαν. Η δική μας ομάδα δεν έχει υπερήρωες. Δεν έχουμε το ταλέντο των Ισπανών, ούτε τους NBAers των Γάλλων και των Τούρκων.

Δεν θα μας σώσουν σοφοί προπονητές, ούτε σουτέρ που σκοτώνουν έξω από τα 6,25 μ. Οι δικοί μας ήρωες είναι κάτι τυπάδες που στο παιχνίδι εναλλάσσουν λάθη και πάθη: κυρίως, έχοντας αναπτύξει μια μοναδική για την Ελλάδα αίσθηση ευθύνης, παίζουν κόντρα στις αδυναμίες τους: αυτές παιδεύονται να κερδίσουν. Υπό αυτό το πρίσμα το ματς με τους Τούρκους κυρίως (αλλά και με τους Σλοβένους) είναι εμβληματικό: περιέχουν μια μεγαλοσύνη που προκύπτει από την ικανότητα της ομάδας να επιβιώνει κόντρα στα ίδια τα λάθη της. Είναι η αντιμετώπιση αυτών των λαθών που κάνει τα ματς αξέχαστα.

Ζωή

Ως εκ τούτου για τα όσα υπέροχα έζησα στην Πολωνία ευχαριστώ τον Σπανούλη, όχι για το τεράστιο παιχνίδι που έκανε με την Τουρκία, αλλά για την τιτάνια προσπάθειά του να δώσει ό,τι μπορούσε κατάκοπος κόντρα στους Σλοβένους. Ευχαριστώ τον Μπουρούση για τις πολλές φορές που σκοτώθηκε για ένα ριμπάουντ ύστερα από μια λάθος επιλογή στην επίθεση, ευχαριστώ τον Σοφοκλή Σχορτσανίτη που παλεύει με τον εαυτό του και δεν τα παρατάει, ευχαριστώ τον Ζήση για τη χαμένη βολή με τους Τούρκους γιατί χωρίς αυτή δεν θα ζούσαμε τη συγκίνηση μιας τεράστιας παράτασης, ευχαριστώ τον Φώτση, όχι για το καθοριστικό τρίποντό του με τους Σλοβένους, αλλά γιατί στην τελευταία επίθεση παίζει συγκεντρωμένος overplay τον Λάκοβιτς για να μην πάρει την μπάλα. Τους ευχαριστώ όλους επειδή προσπαθώντας να ξεπερνούν τα λάθη τους είχαν σε κάθε ματς τον τρόπο να μας δείχνουν ότι στα σπορ απαγορεύεται να δίνεις δικαιολογίες στον εαυτό σου. Ενίοτε και στη ζωή σου την ίδια...

Ισπανοί σούπερ σταρ

Oι Ισπανοί πάντως είναι αληθινή απόλαυση να τους βλέπεις. Θα τολμούσα να συγκρίνω αυτή την μπασκετική Ισπανία μόνο με δύο μεγάλες ομάδες του παρελθόντος: τη Σοβιετική Ενωση του Σαμπόνις και του Μαρτσουλιόνις, που είχε πραγματικά 12 υπερπαίκτες την πενταετία 1985-90, και τη Γιουγκοσλαβία του μακαρίτη Ντράζεν Πέτροβιτς, που πριν διαλυθεί εξαιτίας του εμφυλίου πολέμου είχε είκοσι παίκτες επιπέδου ΝΒΑ!

Η διαφορά με αυτές τις ομάδες ήταν ότι τόσο οι Γιουγκοσλάβοι όσο και οι Σοβιετικοί προέκυψαν από ομοσπονδιακές δημοκρατίες: ήταν στην πραγματικότητα οι μεικτές ομάδες πέντε χωρών ενώ οι Ισπανοί είναι μια τρομερή παρέα που προέκυψε, βελτιώθηκε και μεγαλουργεί. Το να τους βλέπεις στο γήπεδο να τρέχουν ασταμάτητα, να σουτάρουν εξωπραγματικά και να παίζουν σύνθετες και μυαλωμένες άμυνες -ακόμα κι όταν προηγούνται με είκοσι πόντους- είναι για όποιον αγαπάει το μπάσκετ αληθινή εμπειρία.

Είναι αξιοσημείωτο ότι οι επιτυχίες τους, και στο ποδόσφαιρο αλλά και στο μπάσκετ, βασίζονται κυρίως στην ποιότητα, στη βελτίωση του παιχνιδιού, στην ανάδειξη της ίδιας της ομορφιάς του σπορ: οι Ισπανοί δεν κερδίζουν απλώς όντας καλύτεροι, κερδίζουν παρουσιάζοντας σε κάθε περίπτωση μια παράσταση, η κεντρική ιδέα της οποίας είναι η ίδια η θεαματικότητα του σπορ. Φωνάζουν «ελάτε να μας δείτε για να χαρείτε το σπορ το οποίο αγαπάτε» και δεν περιορίζονται απλά στο να παίρνουν αποτελέσματα.

Μάλιστα όταν δεν είναι όσο θεαματικοί πρέπει το πληρώνουν κιόλας και πολύ: στο Μουντιάλ της Γερμανίας η ομάδα τους ήταν πανίσχυρη, αλλά πλήρωσε τη μέτρια μέρα της χάνοντας από τη Γαλλία. Στο Ευρωμπάσκετ της Γερμανίας η Ισπανία αποδείχτηκε ότι δεν είχε αντίπαλο κι όμως έφτασε ένα βήμα από το να αποκλειστεί άδοξα στην πρώτη φάση επειδή δεν λειτουργούσε όσο καλά επιβάλλεται. Και στο ποδόσφαιρο και στο μπάσκετ οι Ισπανοί δεν κερδίζουν «επαγγελματικά», αλλά επιβάλλονται και απαιτούν και δικαίως το χειροκρότημα: στην Πολωνία ο Γκασόλ και οι συν αυτώ το πήραν και με το παραπάνω.

Παραμονές του ημιτελικού με την Ελλάδα, το βράδυ στο ξενοδοχείο ένας Ισπανός αξιωματούχος της FIBA μου έβαλε και μια άλλη παράμετρο. «Και στο μπάσκετ και στο ποδόσφαιρο τα παιδιά που αποτελούν την εθνική Ισπανίας έχουν πια μεγαλώσει χωρίς μνήμες εθνικής δυστυχίας. Δεν γνώρισαν τον Φράνκο, δεν ξέρουν τον ΕΤΑ, δεν έχουν πατεράδες που να τους μιλάνε για τον εμφύλιο. Είναι όλοι παιδιά της ίδιας χώρας». Σοφά λόγια.

Να το ξανασκεφτείτε;

Αυτό πάντως που μου έκανε εντύπωση στο τριήμερο που πέρασα στην Πολωνία είναι ότι, μολονότι η χώρα γνωρίζει τεράστια ανάπτυξη (ας είναι καλά τα χρήματα της Ευρωπαϊκής Ενωσης), εν τούτοις δεν μοιάζει να είναι έτοιμη να φιλοξενήσει μια μεγάλη διοργάνωση όπως είναι το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα ποδοσφαίρου του 2012, το οποίο έχει αναλάβει μαζί με την Ουκρανία.

Στα διοργανωτικά του το Ευρωμπάσκετ πήρε κάκιστο βαθμό: υπήρχαν αδυναμίες πραγματικά σε όλα τα επίπεδα. Εκδοτήρια εισιτηρίων δεν υπήρχαν και σου δίνανε τα εισιτήρια στον δρόμο κάποιοι ευγενέστατοι κύριοι. Η υποστήριξη του Τύπου ήταν υποτυπώδης, μετά το τέλος των αγώνων υπήρχε κυκλοφοριακό χάος και παράλληλες εκδηλώσεις δεν υπήρχαν ούτε για δείγμα! Μόνο χορηγοί κάτι προσπάθησαν. (Τέο, δεν λες στον Μισέλ να το ξανασκεφτείτε;)

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x