Παλαιότερες

Οι μάνατζερ που τα κονόμησαν

SportDay

Κοιτούσα χθες τις ειδήσεις των πρακτορείων και με την πρώτη ματιά –λόγω και της επαγγελματικής διαστροφής– ξεχώρισα ένα νούμερο: τα 70,2 εκατομμύρια στερλίνες που πλήρωσαν οι ομάδες της Πρέμιερ Λιγκ ως προμήθεια στους μάνατζερ για τις μεταγραφές που έγιναν τον τελευταίο χρόνο. Οι πληρωμές αφορούν την περίοδο Οκτώβριο 2008 έως τον Σεπτέμβριο του 2009.

Το ποσό είναι πολύ μεγάλο, αλλά ανταποκρίνεται και στο πάρτι των εκατομμυρίων που γίνεται στο αγγλικό πρωτάθλημα. Ακόμα περισσότερο δείχνει την υπερβολή, που αποτελεί το βασικό χαρακτηριστικό ενός ποδοσφαίρου που έχει χάσει τον δρόμο του. Κι όσο σκέφτομαι τον αντίποδα αυτής της είδησης –την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στην ΑΕΚ, με ποδοσφαιριστές που έχουν ακάλυπτες επιταγές στα χέρια τους– κατανοώ όλο και πιο πολύ το εύρος μέσα στο οποίο κινείται το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο και τη στρεβλή εικόνα που καλλιεργούμε για την υγεία του, θαμπωμένοι από το life style.

Αυτό που κάποιοι θεωρούν επίτευγμα, τη μεταγραφή του Ρονάλντο στη Ρεάλ αντί του ποσού των 94 εκατομμυρίων ευρώ, είναι σύμπτωμα μιας αρρώστιας που, εκτός από τις όποιες στρεβλώσεις, δημιουργεί τεράστια χρέη, τα οποία υποθηκεύουν το μέλλον του παιχνιδιού. Η οικονομική κρίση, τελικά, μπορεί να κάνει πολύ μεγαλύτερο καλό στο ποδόσφαιρο απ' όση ζημιά θα προκαλέσει, γκρεμίζοντας ό,τι χτίστηκε πάνω στην άμμο της ψευδαίσθησης και του εντυπωσιασμού.

Μια σειρά από ρυθμίσεις που θα ισχύσουν από τη νέα αγωνιστική περίοδο και κάποιες άλλες που θα ολοκληρωθούν μέχρι το 2012, σε συνδυασμό με τις αλλαγές που θα φέρει η συνθήκη της Λισσαβώνας, είναι πιθανό να οδηγήσουν σε έναν εξορθολογισμό που θα αναδείξει το παιχνίδι. Το παιχνίδι στις μέρες μας είναι πρόσχημα για το κυνήγι του χρήματος που δεν χρησιμοποιείται με «παραγωγικό» τρόπο.

Προφανώς, η κατασκευή ενός γηπέδου είναι μια παραγωγική επένδυση, η οποία ενισχύει τα οικονομικά μιας ομάδας μόνο στην περίπτωση που αυτή μπορεί να αποπληρώσει κάποια τέτοια επένδυση και επιπλέον μπορεί να διασφαλίσει ότι η οπαδική βάση της μπορεί να συμβάλλει καθοριστικά στη λειτουργία του γηπέδου. Κι ένα τέτοιο εγχείρημα δεν έχει πάντα ευχάριστη εξέλιξη, όσο κι αν κάποιοι έχουν στον νου τους μόνο την περίπτωση του «Emirates» της Αρσεναλ.

Ενα εγχείρημα που θα χρειαστεί μία δεκαετία για να αποπληρωθεί και με δεδομένο ότι η Αρσεναλ στον ισολογισμό της –κάθε χρόνο– πρέπει να παρουσιάζει ένα πλεόνασμα 30 εκατομμυρίων για να αποπληρώνει τις δόσεις των δανείων. Ομως, παραγωγικές επενδύσεις είναι κι όσες γίνονται στις ακαδημίες ή τις προπονητικές εγκαταστάσεις, για παράδειγμα. Επενδύσεις που δεν συγκεντρώνουν τις προτιμήσεις των παραγόντων, οι οποίοι προτιμούν να «επενδύουν» σε ποδοσφαιριστές.

Πολύ συχνά η μέθη των εκατομμυρίων θολώνει την κριτική ματιά των παραγόντων που παραγνωρίζουν τα μεγέθη. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, μία ποδοσφαιρική αγορά όπως η δική μας να ανέχεται ή και να ενθαρρύνει συμπεριφορές που αρμόζουν σε αγορές με πολύ μεγαλύτερο μέγεθος Ακούω συχνά ότι η ελληνική αγορά έχει μέγεθος 11 εκατομμυρίων και βάζω τα γέλια.

Το μέγεθος το πραγματικό το μαρτυρούν άλλου είδους νούμερα. Τα εισιτήρια των αγώνων της Σούπερ Λίγκας, η κυκλοφορία των αθλητικών εφημερίδων, οι συνδρομητές της Nοva, οι προϋπολογισμοί των ομάδων. Δείτε αυτά τα νούμερα και θα καταλάβετε το μέγεθος της αγοράς, που μπορεί να μεγαλώσει κάπως αν και η ποιότητα του προϊόντος βελτιωθεί αναλόγως.

Ομως σε μια χώρα που δεν παράγει και δεν εξάγει αλλά δανείζεται για να καταναλώνει, σε μια χώρα που ακόμα και το επαγγελματικό ποδόσφαιρο δικαιολογεί τον χαρακτήρα του ζητιανεύοντας από το κράτος, στην οποία οι επαγγελματικοί σύλλογοι –της χώρας με πληθυσμό 11 εκατομμυρίων– είναι περισσότεροι από τη Γερμανία, υπάρχει ανάγκη για ριζική αλλαγή του θεσμικού πλαισίου. Αλλά για να συμβεί κάτι τέτοιο, πρέπει και η κυβέρνηση που θα το εισηγηθεί να έχει πολιτική για τον Αθλητισμό κι όχι μόνο για το επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Εχει όμως;__

Με ζαλίζει, αλλά μου αρέσει

Τα τελευταία πέντε χρόνια, παρά το γεγονός ότι το αγγλικό –κατά πρώτο λόγο– και το ισπανικό ποδόσφαιρο κατά δεύτερο έχουν κερδίσει το ενδιαφέρον των περισσοτέρων, αρχίζω όλο και πιο πολύ να χαζεύω την Μπουντεσλίγκα. Βέβαια, Αγγλοι και Ισπανοί έχουν περισσότερα χρήματα, περισσότερη λάμψη, περισσότερους καλούς ποδοσφαιριστές και εκεί παίζεται, άλλωστε, καλύτερο ποδόσφαιρο.

Στο γερμανικό πρωτάθλημα υπάρχουν κάποια στοιχεία που το κάνουν να διαφέρει από τα άλλα. Η συμμετοχή και η παρέμβαση των φιλάθλων έχουν προστατέψει το παιχνίδι σε πολύ μεγάλο βαθμό, όπως επίσης και το θεσμικό πλαίσιο που απαγορεύει το πέρασμα των γερμανικών συλλόγων στα χέρια ξένων επενδυτών, οι οποίοι θα τους έβαζαν σε περιπέτειες ανάλογες με αυτές που έχουν μπει κάποιες αγγλικές ομάδες. Ενα άλλο στοιχείο που διαφοροποιεί τα πράγματα έχει να κάνει με την αποδυνάμωση της Μπάγερν και την παράλληλη ανάδειξη αρκετών «περιφερειακών» ανταγωνιστών.

Ως φαίνεται, η ενοποίηση της Γερμανίας ήταν μια ενέργεια που κινητοποίησε διάφορες δυνάμεις, των οποίων τις συνέπειες βιώνουμε σήμερα. Ολο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια το στοιχείο που χαρακτηρίζει το γερμανικό ποδόσφαιρο είναι η αναίρεση του μεγαλύτερου πλεονεκτήματός του: η αστάθεια των γερμανικών ομάδων είναι παροιμιώδης. Παλιά ήξερες ότι η Μπάγερν ή θα έπαιρνε το πρωτάθλημα ή θα τερμάτιζε δεύτερη.

Τώρα, στην αρχή κάθε χρονιάς, κανείς δεν μπορεί να διακινδυνεύσει πρόβλεψη, όχι μόνο για τον πρωταθλητή αλλά και για την κορυφαία πεντάδα. Κυριακή παρά Κυριακή σημειώνονται, λόγω αυτής της ανεξήγητης για μένα αγωνιστικής αστάθειας, απίθανα αποτελέσματα και ίσως λόγω του τρόπου που αμύνονται οι γερμανικές ομάδες μπαίνουν και πολλά γκολ. Μπορεί η αστάθεια αυτή να κάνει θεαματικό το πρωτάθλημα, αλλά την πληρώνουν οι Γερμανοί στην Ευρώπη.

Η Χέρτα τη μία χρονιά τερματίζει τέταρτη και κερδίζει το δικαίωμα να παίξει στο Τσάμπιονς Λιγκ και φέτος «προσπαθεί» να τερματίσει τελευταία πριν από οποιαδήποτε άλλη ομάδα. Τη μία χρονιά οι ομάδες ξοδεύουν και ενισχύονται κι αφού κερδίσουν την έξοδο στην Ευρώπη, αντί να επενδύσουν ακόμα περισσότερα ή να κρατήσουν τους καλούς ποδοσφαιριστές, ξεπουλάνε και από το ρετιρέ βρίσκονται στο υ π ό γ ε ι ο. Ζαλίζει, βέβαια, αυτό το πάνω-κάτω, αλλά κάνει –για τους θεατές– την κούρσα συναρπαστική.

Συνταγές από την Αμερική

Η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, το γνωρίζουμε όλοι, είναι πολύ κακή. Το κόστος της ανόρθωσής της –συμπτωματικά– θα το καταβάλουμε όλοι εμείς που δεν τη διαχειριστήκαμε. Αλλά πώς θα ορθοποδήσει αυτή η χειμαζόμενη οικονομία; Υπάρχει συνταγή;

Το σημαντικό δεν είναι να υπάρχει συνταγή, όσο να υπάρχουν εργαζόμενοι και συνταξιούχοι. Οπως παλιά το κάρβουνο ήταν απαραίτητο για να πάρουν μπρος οι μηχανές, έτσι και τώρα όσοι περισσότεροι «θυσιαστούν» μαζί με τα δικαιώματά τους τόσο ασφαλέστερη θα είναι η κερδοφορία των λίγων και η μείωση των ελλειμμάτων του κράτους, τα οποία δημιούργησαν ανίκανες ηγεσίες.

Ακόμα και σε περίπτωση που κάποιος αμφιβάλλει για τον χαρακτήρα της οικονομικής πολιτικής που «πρέπει» να ακολουθηθεί, ας προσέξει τι πρότεινε προχθές ο Αμερικανός πρέσβης. «Ευλυγισία στην αγορά εργασίας και κατάργηση μονιμότητας των δημόσιων υπαλλήλων», δηλαδή με άλλα λόγια «ρίξτε ανθρώπινο κρέας στη μηχανή της οικονομίας για να πάρει μπρος». Κι όσο για τον πλούτο που θα δημιουργηθεί, θα τον μοιραστούν εκείνοι που προκάλεσαν τα ελλείμματα.

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x