Gossip

Σισέ είναι, θα περάσει!

Η απόλυτη ατραξιόν του φετινού πρωταθλήματος είναι δίχως αμφιβολία ο Τζιμπρίλ Σισέ. Οι άνθρωποι του Παναθηναϊκού έσκασαν ένα κάρο λεφτά για να τον αποκτήσουν και αυτός με την απόδοση του τα ξεπλήρωσε. Η μεταγραφή του Γάλλου σταρ αποτελεί την καλύτερη απάντηση στο γνωστό άλλοθι «έλα μωρέ τέτοιοι παίχτες δεν έρχονται στην Ελλάδα». Έρχονται και παραέρχονται. Ετοιμάσαμε ένα αφιέρωμα σ’ αυτούς και σας τους παρουσιάζουμε με την ευχή, παρά το κούρεμά του, ο Σισέ να μην είναι ο τελευταίος των Μοϊκανών

Η απόλυτη ατραξιόν του φετινού πρωταθλήματος είναι δίχως αμφιβολία ο Τζιμπρίλ Σισέ. Οι άνθρωποι του Παναθηναϊκού έσκασαν ένα κάρο λεφτά για να τον αποκτήσουν και αυτός με την απόδοση και αποτελεσματικότητά του τα ξεπλήρωσε. Η μεταγραφή του Γάλλου σούπερ σταρ αποτελεί την καλύτερη απάντηση στο γνωστό άλλοθι «έλα μωρέ τέτοιοι παίχτες δεν έρχονται στην Ελλάδα». Έρχονται και παραέρχονται. Ετοιμάσαμε ένα αφιέρωμα σ’ αυτούς και σας τους παρουσιάζουμε με την ευχή, παρά το κούρεμά του, ο Σισέ να μην είναι ο τελευταίος των Μοϊκανών!

Του Νικόλα Ακτύπη

Ας δούμε λοιπόν με χρονολογική σειρά, τα ποιο σπουδαία ονόματα που πέρασαν από την «ψωροκώσταινα», αφού θυμηθούμε τι΄μας έχει προσφέρει ως τώρα ο Γάλλος.





ΡΕΝΕ ΦΑΝ ΝΤΕ ΚΕΡΚΟΦ (ΑΠΟΛΛΩΝ ΑΘΗΝΩΝ 1983)
Ποιος θα το πίστευε ότι ο άνθρωπος που πήρε μέρος σε δύο Μουντιάλ με την εθνική Ολλανδίας (1974, 1978) θα πατούσε το πόδι του στην Ελλάδα για λογαριασμό του Απόλλωνα Αθηνών. Και όμως, το 1983 ο Ρενέ Βαν Ντε Κέρκοφ, ο οποίος στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Γερμανίας αγωνίστηκε με τους «οράνιε» στον τελικό, έγινε μέλος της «ελαφράς ταξιαρχίας» σε ηλικία 33 ετών! Έπαιξε σε 23 ματς, σκόραρε τρεις φορές και την επόμενη σεζόν μας άφησε για το Χονγκ Κονγκ.

ΒΕΛΙΜΙΡ ΖΑΕΤΣ (ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΣ 1984)Αν αγωνιζόταν σήμερα ο Ζάετς, σίγουρα θα έπαιζε σε κάποιο από τα μεγάλα ευρωπαϊκά κλαμπ. Για καλή μας (και κακή του, ας είμαστε ρεαλιστές) τύχη ήταν ποδοσφαιριστής πριν από 25 χρόνια. Το 1984 ο Γ.Βαρδινογιάννης κάνει δύο αξέχαστα δώρα στους φίλους του «τριφυλλιού» με τις μεταγραφές του Δημήτρη Σαραβάκου και του αρχηγού της ενιαίας εθνικής Γιουγκοσλαβίας στο Μουντιάλ του 1982 και του Euro του 1984, Βέλιμιρ Ζάετς. Πλήρες χαφ, με αρχοντικό στιλ, το κεφάλι ψηλά, απαράμιλλη τεχνική. Τυχεροί όσοι τον είδαν με την μπάλα στα πόδια. Κέρδισε ένα πρωτάθλημα και δύο κύπελλα με τους «πράσινους» και σίγουρα θα θέλει να ξεχάσει το μαρκάρισμα του Γιώργου Παπαδόπουλου σε ένα ματς με τον Ηρακλή, που του έκοψε το ποδόσφαιρο.

ΜΑΡΤΟΝ ΕΣΤΕΡΧΑΖΙ (ΑΕΚ 1984)Όταν ο «κόμης» έφτασε στην Ελλάδα, οι εφημερίδες της εποχής έγραφαν ότι η ΑΕΚ κατάφερε να τον αρπάξει κάτω από τη μύτη της Μπαρτσελόνα, εκμεταλλευόμενη το κομμουνιστικό καθεστώς στην Ουγγαρία. Αλήθεια ή ψέματα δεν έχει σημασία. Το μόνο που ξέρουμε σίγουρα είναι ότι ο Εστερχάζι με τη φανέλα της Ένωσης έδωσε μερικές σπουδαίες παραστάσεις στα ελληνικά γήπεδα. Δυστυχώς για τους φίλους του Παναθηναϊκού, δεν τις επανέλαβε με το «τριφύλλι» όπου αγωνίστηκε όταν έφυγε από τον Δικέφαλο.

ΛΑΓΙΟΣ ΝΤΕΤΑΡΙ (ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ 1987)
Η μεταγραφή του στον Ολυμπιακό από την Άιντραχτ, άφησε άφωνη ολόκληρη την Ευρώπη. Τρία δις δραχμές, απίστευτα λεφτά για τον αέρινο Μαγυάρο. Κατά την παρουσίασή του στην Πλατεία Κοραή του Πειραιά, χιλιάδες φίλου του «θρύλου» συγκεντρώθηκαν για να δουν τον ποδοσφαιρικό τους «Μεσσία». Δυστυχώς για αυτούς αλλά και τον ίδιο, έπεσε στα «πέτρινα χρόνια» και κατέκτησε μόνο ένα κύπελλο. Τα διαπιστευτήριά του τα άφησε μέσα στο γήπεδο σκοράροντας 37 φορές σε 65 παιχνίδια.

ΟΛΕΓΚ ΠΡΟΤΑΣΟΦ-ΓΕΝΑΝΤΙ ΛΙΤΟΦΤΣΕΝΚΟ (ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ 1990)
Πριν προλάβουν να στεγνώσουν τα δάκρυα για τη φυγή του Ντέταρι, ο Αργύρης Σαλιαρέλης κάνει το αδιανόητο. Αποκτά τα δύο υπερηχητικά Μινγκ της Διναμό Κιέβου και της Σοβιετικής Ένωσης. Επί των ημερών τους και με τον όλεγκ Μπλαχίν στον πάγκο, ο Ολυμπιακός παίζει σπουδαία μπάλα, αλλά κατακτά μόλις ένα κύπελλο το 1992. Ο Προτάσοφ έμεινε στα μέρη μας για αρκετά χρόνια ως παίκτης και αργότερα προπονητής, ενώ ο Λιτόφτσενκο έριξε «μαύρη πέτρα».

ΑΛΙΟΣΑ ΑΣΑΝΟΒΙΤΣ (ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΣ 1998)
Τον μάθαμε μέσα από τις εμφανίσεις του με την εθνική Κροατίας στο Μουντιάλ του 1998. Στα γήπεδα της Γαλλίας ο Ασάνοβιτς (αρχηγός της ομάδας) και οι συμπαίκτες του μάγεψαν και κατέλαβαν την τρίτη θέση. Στον Παναθηναϊκό έπαιξε για δύο χρόνια, αγαπήθηκε από τον κόσμο, είχε ορισμένες εξαιρετικές βραδιές, αλλά μάλλον δεν ανταποκρίθηκε πλήρως στις προσδοκίες μας.

ΖΙΟΒΑΝΙ ΣΙΛΒΑ ΝΤΕ ΟΛΙΒΕΪΡΑ-ΖΛΑΤΚΟ ΖΑΧΟΒΙΤΣ (ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ 1999)Χρειάστηκε να περάσει σχεδόν μια δεκαετία για να γίνει το επόμενο διπλό «μπαμ» στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Δράστης και πάλι ο Ολυμπιακός που κατάφερε να ντύσει στα «ερυθρόλευκα» δύο ποδοσφαιριστές που μεσουρανούσαν στην Ευρώπη την εποχή. Ο Ζιοβάνι με την Μπαρτσελόνα και ο Ζάχοβιτς με την Πόρτο μάζεψαν χιλιάδες κόσμου στο αεροδρόμιο, αλλά οι ομοιότητες σταματούν κάπου εδώ. Ο Βραζιλιάνος εξελίχθηκε σε μια από τις πιο αγαπημένες φιγούρες στον Πειραιά, αγωνίστηκε σε 209 παιχνίδια, βάζοντας 98 γκολ, ενώ κατέκτησε πέντε πρωταθλήματα. Αντίθετα, ο Σλοβένος μας… άφησε νωρίς και θα τον θυμόμαστε κυρίως για την συμπεριφορά δύστροπου και κακομαθημένου, όχι για τις επιδόσεις του.



ΠΑΟΥΛΟ ΣΟΟΥΖΑ (ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΣ 2000)
Μεγάλος Πορτογάλος μέσος με σπουδαία καριέρα στα ευρωπαϊκά γήπεδα και δύο Champions League (Γιουβέντους 1996, Ντόρτμουντ 1997). Το επιβαρυμένο ιατρικό του ιστορικό δεν του επέτρεψε να δείξει το πλούσιο ταλέντο του στα περίπου δύο χρόνια που έμεινε στην Ελλάδα. Γνωστή και η κόντρα του με τον τότε προπονητή του Παναθηναϊκού, Άγγελο Αναστασιάδη και την περίφημη φράση «δεν μπορεί το παλικάρι». Όταν ήταν καλά πάντως, μπορούσε και η Γιουβέντους το ένιωσε στο πετσί της όταν με δικό του γκολ, άνοιξε το δρόμο για μια σπουδαία πρόκριση του «τριφυλλιού» σε βάρος των «μπιανκονέρι».


ΚΑΡΛΟΣ ΓΚΑΜΑΡΑ (ΑΕΚ 2001)
Παρά το γεγονός ότι η ΑΕΚ είχε και τότε διοικητικά προβλήματα, καταφέρνει να ντύσει στα «κιτρινόμαυρα» τον Κάρλος Γκαμάρα. Μέλος της κορυφαίας ενδεκάδας του Μουντιάλ 1998, όπου αγωνίστηκε με την εθνική Παραγουάης και της κορυφαίας ενδεκάδας της Νότιας Αμερικής το 1995, το 1996, το 1998 και το 2000, αποτέλεσε έναν από τους μεγαλύτερους κεντρικούς αμυντικούς που πέρασαν από την Ελλάδα. Δυστυχώς έμεινε μόνο ένα χρόνο και στη συνέχεια μας άφησε για τα μάτια της Ίντερ.

ΚΡΙΣΤΙΑΝ ΚΑΡΕΜΠΕ (ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ 2001)
Μετά από δύο Champions League με τη Ρεάλ Μαδρίτης (1998, 2000), ένα Παγκόσμιο Κύπελλο (1998) και ένα Euro (2000) με τη Γαλλία, ο Κριστιάν πείστηκε να βάλει τα «ερυθρόλευκα». Έμεινε τρία χρόνια στην Ελλάδα και η παρουσία του ήταν πολύ σημαντική τόσο εντός αγωνιστικών χώρων, όσο και έξω από αυτούς.

ΡΙΒΑΛΝΤΟ (ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ 2004)
Αναμφισβήτητα ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής που έπαιξε ποτέ στη χώρα μας. Η μεγάλη καριέρα του στην Μπαρτσελόνα κατά κύριο λόγο και στην εθνική Βραζιλίας τον κατατάσσουν σε έναν από τους μεγαλύτερους ποδοσφαιριστές της δεκαετίας του’90. Ακόμα και στα ποδοσφαιρικά του γεράματα ήταν σε θέση να κάνει τη διαφορά στο ελληνικό πρωτάθλημα. Λατρεύτηκε από τους φίλους του Ολυμπιακού στα τρία χρόνια που έπαιξε στον Πειραιά, αλλά και έγινε κόκκινο πανί όταν μεταπήδησε στην ΑΕΚ και κυρίως για τη χειρονομία προς τον κόσμο μετά το 4-0 της «Ένωσης» επί των «ερυθρολεύκων». Παιδιά αφήστε τα μίση. Ο άνθρωπος ήταν παιχταράς. Είναι τιμή να λέτε ότι πέρασε και από την «ψωροκώσταινα» (και όχι μόνο για τα ένσημα). Για να μην πικράνουμε κανέναν, ας θυμηθούμε τον "Ρίμπο" την εποχή που αγωνιζόυαν στην Μπάρτσα.


ΖΙΛΜΠΕΡΤΟ ΣΙΛΒΑ (ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΣ 2008)Ο «αόρατος τείχος» της εθνικής Βραζιλίας με σπουδαία καριέρα με την Άρσεναλ στα αγγλικά γήπεδα, ήρθε στην Ελλάδα για λογαριασμό του Παναθηναϊκού και συνεχίζει να αγωνίζεται, ενώ είναι εν ενεργεία διεθνής. Δεν είναι και μικρό πράγμα. Δυστυχώς, το γεγονός ότι παίζει ακόμη μπάλα δεν επιτρέπει σε οπαδούς άλλων ομάδων να παραδεχθούν το ποδοσφαιρικό του μέγεθος. Όταν κάποια στιγμή μας αφήσει όμως, σίγουρα θα μας λείψει. Μαζί με τον Σισέ έχουν βάλει όχι μόνο τον Παναθηναϊκό, αλλά και το ελληνικό ποδόσφαιρο, στον ευρωπαϊκό χάρτη, όπως συνέβηκε παλιότερα με τα προηγούμενα ονόματα που αναφέραμε.

Κι άλλοι σπουδαίοι παίκτες πέρασαν τα τελευταία 30 χρόνια από την Ελλάδα, αλλά λόγω χώρου (ήδη το μικρό αφεντικό φωνάζει για το σημερινό σεντόνι), τι να πρωτοθυμηθείς. Αν βάλουμε στην άκρη τις παλτουδιές τύπου Γιάρνι ή Σινιόρι, έτσι μια απλή αναφορά για να μην ξεχνιόμαστε: Μοεντίμ Ζε Ελίας, Γκόραν Βλάοβιτς, Ντούσαν Μπάγεβιτς, Ρέφικ Σαμπανάτζοβιτς, Σέρζιο Κονσεϊσάο, Αλβάρο Ρεκόμπα και άλλοι. Ας ελπίσουμε ο Τζιμπρίλ Σισέ να μην είναι ο τελευταίος.

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Σχετικά βίντεο

close menu
x