Παλαιότερες

Για να έχουμε μέτρα (Sportday / Αντώνης Πανούτσος)

Η μοναδική φορά που έχει πλησιάσει ελληνική ομάδα να χτυπήσει και να πάρει παίκτη ευρωπαϊκής ομάδας με μέλλον ήταν η περίπτωση του Ολυμπιακού με τον Ζάχοβιτς. Με τα γνωστά αποτελέσματα.

Ο Ζάχοβιτς είχε έρθει στον Ολυμπιακό παρακαλετά και με τις απειλές της διοίκησης της Πόρτο ότι αν δεν δεχτεί τη μεταγραφή, θα τον φάει ο πάγκος. Υπέκυψε, αλλά είχε τη νοοτροπία συζύγου που της έδωσαν με το ζόρι άντρα με συνοικέσιο. Το ένα του βρομούσε, το άλλο του ξίνιζε και μέχρι να φύγει οι οπαδοί του Ολυμπιακού είχαν μάθει για την κυρία Ζάχοβιτς, την πεθερά Ζάχοβιτς και το καναρίνι Ζάχοβιτς, που τον συνόδευαν σε κάθε προσπάθεια απόδρασης. Ο Σλοβένος τελικά κατόρθωσε να δραπετεύσει από τον Ολυμπιακό, με τη διοίκησή του να είναι τυχερή, αφού πήρε πίσω τα χρήματα που είχε επενδύσει. Οι υπόλοιπες σύγχρονες μεταγραφές που έχουν γίνει στην Ελλάδα είναι απροσάρμοστων στις ομάδες τους παικτών (Ζιοβάνι), ποδοσφαιρικών Λαζάρων (Ριβάλντο), ξεφτισμένων ελπίδων (Βόουτερ), επικολλητών ενσήμων (Κονσεϊσάο) και από το καλάθι των εκπτώσεων (Σορεντίνο και Τσιρίλο). Υπάρχει και μία άλλη κατηγορία ποδοσφαιριστών, αυτών από τριτοκοσμικές χώρες που βλέπουν την Ελλάδα σαν σκαλοπάτι στην καριέρα τους (Σικαμπάλα, Τουρέ), που το πρόβλημά τους είναι ότι το μυαλό τους γεμίζει αέρα προτού η βαλίτσα τους αδειάσει. Το συμπέρασμα πάντως είναι ένα. Οι ελληνικές ομάδες δεν μπορούν να χτυπάνε μεταγραφή παίκτη από Ευρώπη, που βρίσκεται στην ακμή της καριέρας του, που τον θέλει ομάδα ενός εκ των πέντε μεγάλων ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων ή μεγάλη ομάδα από μικρομεσαίο τύπου Ολλανδίας. Το ταβάνι στο επίπεδο παίκτη που μπορούμε να αποκτήσουμε είναι Ζέτερμπεργκ, Καρεμπέ, Γκονζάλες, Μπερμούδες και Σανμαρτεάν. Στρωτούς σκανδιναβικούς χαρακτήρες για τους οποίους οι μεγάλες ευρωπαϊκές ομάδες δεν ενδιαφέρονται λόγω ανεπαρκούς επιπέδου, φιλότιμους δυτικοευρωπαίους που τιμούν το συμβόλαιό τους αλλά έχουν σταματήσει να έχουν φιλοδοξίες, νοτιοαμερικανούς που «κάψανε» το πρώτο ευρωπαϊκό τους πέρασμα και μυστήρια «τρένα» δευτερευόντων πρωταθλημάτων. Μέχρι τόσο. Το υπόλοιπο είναι παραμύθι για τους οπαδούς.

Ο δεκαοκταδάτος της -«ζω-πεθαίνω» της Πρεμιέρα Ντιβιζιόν- Εσπανιόλ Ντομί δεν έχει λογική να οδηγήσει ομάδα όχι σε τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ, αλλά ούτε σε πρόκριση στους ομίλους. Ούτε ο ενδεκαδάτος Χάνσον της Χέρενφεν -της ομάδας με τις καρδούλες που έλεγαν οι οπαδοί του Παναθηναϊκού, όταν ήθελαν να δουλέψουν τους Ολυμπιακούς- μπορεί να κάνει τη διαφορά σε ευρωπαϊκή πορεία. Και αν πάμε παρακάτω... το χάος. Και μόνο η εξίσωση «Κόστος ρομπίνιο=Συνολικό μπάτζετ Ολυμπιακού=Μπάτζετ ΑΕΚ:4> Μπάτζετ κάθε άλλης ελληνικής ομάδας» δείχνει τα μέτρα του ελληνικού ποδοσφαίρου. Δεν είναι κακό. Οπως δεν είναι κακό ότι η Πορτογαλία είναι μια χαρά χώρα, αλλά με την Πόρτο και την Μπενφίκα κλάσεις ανώτερες από τις δικές μας, αλλά και η Αυστρία είναι μια χαρά χώρα, με την Αούστρια και τη Σάλτσμπουργκ τρισχειρότερες από τις δικές μας. Ούτε φυσικά η κατάκτηση του Euro μάς κάνει ποδοσφαιρομάνα. Και η Δανία κατέκτησε το Euro, αλλά δεν έχει επαγγελματικό πρωτάθλημα. Το να σκοτώνονται οι ελληνικές ομάδες για να πάρουν το πρωτάθλημα είναι λογικό. Κάποια θα το πάρει. Το να λένε ότι θα φτάσουν στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ είναι γελοίο. Στα μέτρα και τα οικονομικά του ελληνικού πρωταθλήματος, ακόμα και η πρόκριση στη φάση των ομίλων θα είναι επίτευγμα.


Το να γράψω ότι το κλείσιμο κάθε εφημερίδας είναι καταστροφή παραείναι συνδικαλιστικό. Από τη δεκαετία του '50 που θυμάμαι τις εφημερίδες μέχρι σήμερα πρέπει να έχουν κλείσει οι εννέα στις δέκα που υπήρχαν τότε και να άνοιξαν δεκαπλάσιες. Είναι η φύση του χώρου. Οι εφημερίδες είναι ζωντανοί οργανισμοί, γεννιούνται, μεγαλώνουν και πεθαίνουν και κάποιος πρέπει να τις θυμάται, όπως και με τους ανθρώπους στην ακμή τους. Ούτε θα γράψω το «και τόσοι άνθρωποι θα μείνουν στον δρόμο». Το να κλείσει η εφημερίδα που δουλεύεις είναι από φασαρία έως και ζημιά. Το γνώρισα τη τελευταία δεκαετία με το κλείσιμο του «Νοκ άουτ» και του «Κόσμου των Σπορ». Δεν είδα όμως κανέναν να μένει στον δρόμο για πολύ. Από τον Τσιμέλα και τον Παπαδόπουλο μέχρι τον Καρπετόπουλο και τον Σαμπράκο και μια εκατοστή ακόμα, δεν είχαν πρόβλημα να βρουν τον επόμενο μήνα δουλειά. Η εμπειρία μου λέει ότι έχω δει πολλούς που θα μπορούσαν να γίνουν καλοί δημοσιογράφοι να μην μπαίνουν στη δουλειά, αλλά ποτέ δεν είδα καλό δημοσιογράφο να μένει άνεργος. Εχω δει επίσης κάποιες εκατοντάδες άχρηστους, τσάτσους και κοπρίτες να βγάζουν μια χαρά μεροκάματο κάνοντας τους δημοσιογράφους.

Το ενδεχόμενο, λοιπόν, κλείσιμο της «Αθλητικής Ηχούς» ιστορικά είναι σημαντικό. Ηταν η πρώτη ελληνική αθλητική εφημερίδα που κάτω από τον τίτλο της έγραφε το αξέχαστο σουρεαλιστικό «Η μεγαλυτέρα των Βαλκανίων». Εχουν γράψει στις σελίδες της μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα και πριν σπρωχτεί στον ρόλο της οπαδικής εφημερίδας είχε μια αξιοπρόσεκτη αξιοπρέπεια, που μόνο το «Φως» προσπαθεί να διατηρήσει. Ηταν η εφημερίδα των παναθηναϊκών οπαδών και έγραφε στη γλώσσα τους, την εποχή που δεν θα μπορούσες να κάτσεις στη Λυκόβρυση και να παραγγείλεις πουτίγκα κρατώντας μια εφημερίδα που στο πρωτοσέλιδο της γράφει «πίπα». Τέλος πάντων, στην πλατεία σήμερα όχι μόνο μπορείς να κρατάς εφημερίδα που να γράφει «πίπα», αλλά πιθανότατα να δεις και να κάνουν. Αλλά η κλασική περίοδος της «Ηχούς» ανήκει στην εποχή που οι άντρες δεν χρειαζόταν να δείξουν ότι μετράνε, βγάζοντας από την τσέπη τους πουροκόφτη. Δεν χρειαζόταν, αφού όλοι ήξεραν όλους.

Η εμφάνιση του «Φωτός» δεν έκανε ζημιά στην «Ηχώ». Το «Φως», ούτως ή άλλως, απευθυνόταν σε Ολυμπιακούς. Η μόνη διαφορά ήταν ότι η «Ηχώ», γνωρίζοντας ότι χάνει τους Ολυμπιακούς, έγινε περισσότερο «πράσινη» και με τον καιρό άλλαξε τη γλώσσα της. Το «Φως» την έγραφε «μπάλα», η «Ηχώ» την έγραφε «σφαίρα». Μέχρι που η «Ηχώ» ακολούθησε τους καιρούς και την έγραψε «μπάλα». Αλλά τότε βγήκε ο «Φίλαθλος», την έγραψε «τόπι» και αμφότερες οι παραδοσιακές μπήκαν σε ένα νέο παιχνίδι. Ετσι, όμως, είναι οι εφημερίδες. Προσαρμόζονται και ελπίζουν να ζήσουν ή μένουν αναλλοίωτες και χρησιμοποιούνται σαν αναγνώριση για τυφλά ραντεβού: «θα σε περιμένω στη γωνία και για να με γνωρίσεις θα κρατάω την "Εστία"». Πάμε τώρα στα σύγχρονα.

Μετά τη σύντομη προσπάθεια του Χάρη Ξύδη να μετατρέψει την «Ηχώ» σε πολυφωνική εφημερίδα, πιεζόμενη από το «Derby», χωρίς τον Κλεομένη Γεωργαλά στο τιμόνι της, η «Ηχώ» γινόταν όλο και πιο οπαδική, κρατώντας μια κριτική προς τη διοίκηση του Παναθηναϊκού στάση. Η δεδομένη γραμμή δεν ήταν αρκετή για να τη γλιτώσει από κυκλοφορίες επιπέδου Α2. Too bad. Ακόμα χειρότερα, η «Ηχώ» πνιγμένη από τα χρέη απέκτησε μια σκιώδη ιδιοκτησία. Μια ιδιοκτησία που αρνιόταν να αναλάβει τις ευθύνες της, γεγονός που αποδείχτηκε με την επίσκεψη του Πάνου Σόμπολου στη «Sportime», όταν κανένας δεν δεχόταν ότι έχει σχέση με την «Ηχώ». Φτάσαμε λοιπόν στο αμήν, με την ιδιοκτησία να χρωστάει σε εργαζόμενους, προμηθευτές χαρτιού και τυπογραφείο. Σε αυτές τις περιπτώσεις υπάρχουν δύο λύσεις. Η επαγγελματική, στην οποία η ιδιοκτησία ψάχνει να βρει αγοραστή και αν δεν βρει αποζημιώνει όσους υποχρεούται και το κλείνει. Και η κυριλέ, στην οποία η ιδιοκτησία, αν δεν βρει αγοραστή, αποζημιώνει όσους περισσότερους μπορεί -και αν μπορεί όλους- και πάλι το κλείνει. Εδώ έχουμε μία τρίτη πρωτότυπη λύση. Η ιδιοκτησία λέγεται ότι προχωράει σε δημιουργία νέας εφημερίδας που θα λέγεται «Αθλητική Κραυγή», «Αθλητική Στριγκλιά» ή δεν ξέρω τι. Θα κρατήσει όσους από τους προηγούμενους δημοσιογράφους και τεχνικούς θέλει ή βρίσκει τον μισθό τους βολικό και οι προμηθευτές και ανεπιθύμητοι μπορούν να αγοράζουν τα Φύλλα της Κυβερνήσεως και να ψάχνουν για τη μετοχική σύνθεση της προηγούμενης ιδιοκτησίας. Στις παρακάτω στήλες κάποια ερωτήματα.

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x