Ηταν 3 Απριλίου 1996 όταν ο Παναθηναϊκός έγραψε μία από τις πολλές χρυσές σελίδες του, που τον έχουν δίκαια ξεχωρίσει ως τον καλύτερο εκπρόσωπο της Ελλάδας στην Ευρώπη.
Η ομάδα του Χουάν Ραμόν Ρότσα, τότε, η ομάδα του Βαζέχα, του Αποστολάκη, του Δώνη, του Μαραγκού, του Μπορέλι, του Καλιτζάκη, του Βάντσικ και των άλλων... παιδιών ταπείνωνε μέσα στο «Ντε μερ» του Αμστερνταμ τον Αγιαξ, στον πρώτο ημιτελικό του Τσάμπιονς Λιγκ. Απίστευτη νίκη με 1-0 και διάκριση την οποία ίσως δεν φθάσει ποτέ άλλη ελληνική ομάδα σε συλλογικό επίπεδο.
Ο Στράτος Αποστολάκης ήταν το «τούρμπο» εκείνης της ομάδας και σήμερα, 12 χρόνια μετά, θυμάται: «Είναι η μοναδική ομάδα της σύγχρονης ιστορίας που έφτασε σε ημιτελικό Τσάμπιονς Λιγκ και νομίζω ότι δεν θα υπάρξει στο μέλλον άλλη, με βάση το ποδόσφαιρο που έχουμε σήμερα και με βάση τη διοργάνωση, η οποία έχει αλλάξει. Ο Αγιαξ εκείνης της εποχής ήταν σαν τη σημερινή Μάντσεστερ. Καταλαβαίνεις πόσο μεγάλη ήταν εκείνη η επιτυχία».
Αναλυτικά όσα είπε ο Αποστολάκης:
Ποιο ήταν τότε το μυστικό της επιτυχίας;
«Το ότι ήμασταν μία καλή ομάδα, μία καλή παρέα που έφθασε στην κορύφωση των προσπαθειών της. Είχαμε βέβαια και τύχη, αλλά για να φθάσεις κάπου πάντα χρειάζεται να έχεις και τύχη. Οποιος πει ότι δεν θέλεις τύχη σε τέτοια ματς είναι τρελός ή υπεραισιόδοξος».
Ποιο ήταν το χαρακτηριστικό του αγώνα εκείνου, το οποίο σου έκανε εντύπωση;
«Η χαλαρότητα, με την οποία πήγαμε να παίξουμε. Δεν φοβόμασταν. Υπήρχε ηρεμία, καθόλου άγχος. Το είχε πει και ο Μπορέλι στον πρόεδρο. Οτι είχαμε "friendly (σ.σ.: φιλικό) game". Η κουβέντα αυτή ήταν χαρακτηριστική για το πώς το αντιμετωπίζαμε. Πήγαμε να πουλήσουμε ακριβά το τομάρι μας και ας το χάναμε. Στο ματς θυμάμαι ότι είχαμε τρομερή πίεση από τον Αγιαξ. Οταν βάλαμε το γκολ με τον Βαζέχα λίγο πριν από το τέλος κανένας μας δεν το πίστεψε. Ούτε ο Χρήστος που το πέτυχε».
Στράτο, πες μου δύο χαρακτηριστικά στιγμιότυπα που θυμάσαι από εκείνο το ματς.
«Οταν βάλαμε το γκολ έχει πλησιάσει ο Κολιτσιδάκης τον προπονητή του Αγιαξ, Φαν Γκάαλ, που κάτι έγραφε στο μπλοκάκι του. Τον κοιτάζει ο Θανάσης και του λέει: "Ολο γράφεις, όλο γράφεις". Ο Φαν Γκάαλ τσαντίστηκε και τα πέταξε όλα κάτω. Μετά το ματς, όταν πήγαμε στα αποδυτήρια, δεν το πιστεύαμε και κοιταζόμασταν μέχρι να το συνειδητοποιήσουμε. Δεν προκαλέσαμε με τους πανηγυρισμούς, για να μην τους τσαντίσουμε κιόλας...».
Πηγή: SportDay