Δεν είναι ο πιο προικισμένος μπασκετικά παίκτης στη θέση του, δεν είναι ιδιαίτερα αθλητικός, γρήγορος ή αλτικός, δεν έχει... star quality, αλλά ο Νίκος Ζήσης αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα κεφάλαια του ελληνικού μπάσκετ.

Ώριμος, όχι τώρα στα 28 του, αλλά από την εποχή που σαν 17χρονο παιδί εγκατέλειπε τη Θεσσαλονίκη για να αγωνιστεί στην ΑΕΚ, πανέξυπνος, συνετός και αλτρουιστής, αλλά πάνω από όλα εξαιρετικός χαρακτήρας και σπουδαίος άνθρωπος, ο διεθνής γκαρντ έχει διαγράψει μία αξιοθαύμαστη πορεία από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα, από εκεί στο Τρεβίζο και στη Μόσχα, μέχρι τώρα τη Σιένα και μονίμως με την Εθνική ομάδα που υπηρετεί από έφηβος. Δίχως φανφάρες και πολλά λόγια, αλλά λιτά και ουσιαστικά, αποτελεί την ήρεμη δύναμη σε κάθε ομάδα που έχει αγωνιστεί.

Του Χρήστου Ρομπόλη

Άριστος μαθητής μέχρι το γυμνάσιο, άρχισε να δίνει προτεραιότητα στο μπάσκετ όταν έγινε αντιληπτό στον ίδιο και τους γύρω του πως είναι γεννημένος για αυτό. Η παρουσία του με τις μικρές Εθνικές ομάδες τον έβαλε στο στόχαστρο της ακμαίας ΑΕΚ, που στο πλαίσιο του παιδομαζώματος τον ενέταξε από τη ΧΑΝΘ στο δυναμικό της το καλοκαίρι του 2000, μόλις στα 17 του χρόνια. Θήτευσε δίπλα σε εξαιρετικούς προπονητές και στον Νίκο Χατζή, ο οποίος τον έβαλε κάτω από την προστατευτική του φτερούγα, του έδειξε τα κατατόπια της Αθήνας και της θέσης και λίγα χρόνια μετά τον έχρισε κουμπάρο του σφραγίζοντας τη σχέση ζωής που τους ένωνε.

Στα πέντε χρόνια παρουσίας του στην ΑΕΚ κατέκτησε ένα πρωτάθλημα (2002) κι ένα Κύπελλο (2001), έγινε βασικό στέλεχος στην Εθνική ομάδα κι άρχισε σταδιακά να μετατρέπεται στις συνειδήσεις των φιλάθλων από ένα ταλέντο σε έναν έτοιμο παίκτη, στη συνέχεια σε πρωταγωνιστή και στο φινάλε σε ηγέτη της ομάδας. Όπως φάνηκε περίτρανα τότε, το Μάρτιο του 2005, όταν με σχεδόν σπασμέ μύτη και αιμόφυρτος, γλίστρησε, σηκώθηκε και με τρίποντο στην εκπνοή χάριζε στην «Ένωση» τη νίκη επί της Εφές Πίλσεν με 70-69 για την Ευρωλίγκα...



Η απρόσμενη απώλεια του (μόλις 24χρονου τότε) αδερφού του, Δάνου, το καλοκαίρι του 2003 «σημάδεψε» τη ζωή του. Έχασε όχι απλώς ένα μέλος της οικογένειάς του, αλλά του εαυτού του, ένα στήριγμα στη ζωή του και τον μεγαλύτερο θαυμαστή του, αλλά κέρδισε έναν φύλακα άγγελο και γέμισε με δύναμη για να συνεχίσει στον ίδιο πετυχημένο δρόμο.

Το 2005 αποτελεί χρονιά ορόσημο. Αποχωρεί από την ΑΕΚ των πολλών οικονομικών προβλημάτων και συμφωνεί με την Μπενετόν Τρεβίζο. Πριν τη μετακόμιση στην Ιταλία, πρωταγωνιστεί στην κατάκτηση του Ευρωμπάσκετ από την Εθνική ομάδα στο Βελιγράδι. Δεν ήταν απλώς πρώτος σκόρερ της επίσημης αγαπημένης στη διοργάνωση, αλλά και ο άνθρωπος από τα χέρια του οποίου ο Δημήτρης Διαμαντίδης ολοκλήρωσε την επική ανατροπή απέναντι στη Γαλλία στον αξέχαστο ημιτελικό...



Στο Τρεβίζο το άστρο του έλαμψε, κατέκτησε το πρωτάθλημα Ιταλίας το 2006 και οδήγησε τον προπονητή του, Ντέιβιντ Μπλατ, να δηλώσει πως «... αν είχα γιο, θα ήθελα να είναι σαν τον Νίκο Ζήση». Ο κόσμος της Μπενετόν τον λάτρεψε. Και πώς να μην το κάνει όταν τους χάρισε στιγμές σαν κι αυτές;





Με φόρα από την εξαιρετική του σεζόν στην Ιταλία, εντάσσεται το καλοκαίρι του 2006 στην προετοιμασία της Εθνικής για το Μουντομπάσκετ της Ιαπωνίας. Από τα δικά του χέρια η «γαλανόλευκη» ολοκληρώνει μία ακόμη μεγάλη ανατροπή, νικώντας την Αυστραλία στην πρώτη φάση...



... αλλά η ατυχία του χτύπησε την πόρτα. Στον αγώνα με τη Βραζιλία δέχεται μία δολοφονική αγκωνιά από τον Άντερσον Βαρεζάο. Κάταγμα στο ζυγωματικό η διάγνωση και κίνδυνος ακόμη και για τη ζωή του τις πρώτες ώρες οι συνέπειες της αντιαθλητικής ενέργειας, που περιορίζει τον διεθνή γκαρντ σε ρόλο θεατή για το υπόλοιπο της διοργάνωσης. Ως τέτοιος (θεατής) πανηγυρίζει με όλους τους Έλληνες το θρίαμβο επί της Dream Team των ΗΠΑ στον ημιτελικό κι επιστρέφει με το αργυρό μετάλλιο στο στήθος.



Ουδέν κακό αμιγές καλού λέει ο λαός και η ρήση επιβεβαιώθηκε απόλυτα στην περίπτωση του Νικόλα. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα ως δευτεραθλητής κόσμου, νοσηλεύτηκε για κάποιες ημέρες σε νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης. Εκεί δέχτηκε την επίσκεψη μιας παλιάς φίλης του, της Φανής. Η αγκωνιά του Βαρεζάο στάθηκε αφορμή για να επανασυνδεθούν, να παντρευτούν το καλοκαίρι του 2010 και πλέον περιμένουν στις αρχές του καλοκαιριού το πρώτο τους παιδί.

Μετά από δύο χρόνια στην Ιταλία, το καλοκαίρι του 2007 έσμιξε με τον Θοδωρή Παπαλουκά στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας. Μαζί της κατέκτησε δύο πρωταθλήματα Ρωσίας και την κορυφή της Ευρώπης το 2008. Πριν επιστρέψει το 2009 στην Ιταλία και ξαναφορέσει τα πράσινα, αυτή τη φορά της Σιένα όπου αγωνίζεται μέχρι και σήμερα, οδήγησε μαζί με τον κουμπάρο και επιστήθιο φίλο του, Βασίλη Σπανούλη, την ελλιπή (από Διαμαντίδη και Παπαλουκά μεταξύ άλλων) Εθνική ομάδα στο τρίτο σκαλί του βάθρου του Ευρωμπάσκετ της Πολωνίας.

Ο κύκλος των επιτυχιών στην καριέρα του συνεχίστηκε στη Σιένα. Μαζί της κατέκτησε το νταμπλ πέρυσι και φέτος ήδη το Κύπελλο, έστω και αν ο ρόλος του είναι διαφορετικός από ό,τι στην Μπενετόν. Υπήρξε το συμπλήρωμα του Τερέλ ΜακΙντάιρ την περασμένη περίοδο και φέτος του Μπο ΜακΚάλεμπ. Όταν ο τελευταίος τραυματίστηκε τον Ιανουάριο, ο Νίκος Ζήσης προήχθη-θέλοντας και μη-σε ρόλο ηγέτη και τα κατάφερε περίφημα. Οδήγησε την ομάδα του στην πρόκριση στα προημιτελικά της Ευρωλίγκας κι όταν ήρθε η συντριβή στον πρώτο αγώνα από τον Ολυμπιακό, ήταν αυτός που πρώτος έδωσε το σύνθημα για τη μεγάλη αντεπίθεση, έστω κι αν πίκρανε τον Διόσκουρό του, Βασίλη Σπανούλη.

Επόμενος στόχος του, η υπέρβαση με τη Σιένα στην Ευρωλίγκα. Κι αν κάποιος ξέρει το μονοπάτι που οδηγεί στην επιτυχία, αυτός είναι ο Νίκος Ζήσης.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube