Η Εθνική Εφήβων στο μπάσκετ εντυπωσίασε με την παρουσία της στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα της Μαδρίτης, όπου συμμετείχε στον τελικό και έχασε από τη Σερβία με 92-89. Η εκπληκτική πορεία της παρέας του Κώστα Κουφού έδειξε πως υπάρχει μέλλον στο ελληνικό μπάσκετ και ο «αρχιτέκτονας» αυτής της επιτυχίας, Νίκος Κεραμέας, βρήκε την ευκαιρία να μιλήσει για αυτήν την πορεία, μιλώντας στο επίσημο site της ομοσπονδίας των Ελλήνων προπονητών μπάσκετ.
Ας πάρουμε τα πράγματα με την χρονική τους συνέχεια και ας ξεκινήσουμε από την προετοιμασία της Εθνικής Εφήβων.
«Η προετοιμασία μας ξεκίνησε στις 25 Ιουνίου. Μαζευτήκαμε 14 άτομα στη Νάουσα και οι πρώτες εβδομάδες του προγράμματός μας δεν ήταν καθόλου εύκολες. Αντιμετωπίσαμε τρομακτικό πρόβλημα με τα φιλικά παιχνίδια, καθώς δεν υπήρχαν ομάδες για να παίξουμε. Η Σερβία και η Βουλγαρία, που είναι γειτονικές χώρες, δεν αποδέχθηκαν την πρότασή μας και έτσι στο πρώτο στάδιο της προετοιμασίας μας δεν παίξαμε τουλάχιστον τρία φιλικά, που είχαμε προγραμματίσει και έπρεπε να γίνουν».
Μέχρι δηλαδή τα τουρνουά στην Ισπανία και την Ιταλία η ομάδα δεν είχε παίξει φιλικό ματς;
«Όχι! Ότι εικόνα είχαμε μέχρι εκείνη τη στιγμή, ήταν καθαρά από τις προπονήσεις που κάναμε. Κάποια στιγμή ήρθαν από την Θεσσαλονίκη κάποιοι φίλοι, παίκτες ομάδων Α1 και Α2 και έφτιαξαν μια ομάδα και παίξαμε κάτι σαν φιλικό, αλλά από κάτι τέτοιους αγώνες δεν μπορείς να βγάλεις χρήσιμα συμπεράσματα».
Φυσικά, σε όλο αυτό το στάδιο της προετοιμασίας ο Κώστας Κουφός απουσίαζε, δεν είχε ενσωματωθεί με την υπόλοιπη ομάδα;
«Ναι. Τον Κουφό μέχρι τότε τον είχαμε δει μόνο σε DVD. Για τον λόγο αυτό τον χαρακτηρίζω ευχάριστο πρόβλημα της ομάδας. Μέχρι τα πρώτα φιλικά παιχνίδια στην Ισπανία, δεν είχαμε μαζί μας τον Κώστα. Ήρθε δέκα μέρες πριν ξεκινήσει το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα».
Από τη στιγμή που εμφανίστηκε, τι άλλαξε στην ομάδα;
«Τα πάντα! Μετά από όλο το στάδιο της προετοιμασίας και, λίγο πριν ξεκινήσουν οι αγώνες, έπρεπε άπαντες να προσαρμοστούμε, παίκτες και προπονητές, στο θείο δώρο που έφτασε στα χέρια μας».
Πόσο δύσκολο ήταν κάτι τέτοιο;
«Σίγουρα δεν ήταν εύκολο από τη στιγμή που ο Κουφός, όταν ήρθε δεν ήξερε καλά – καλά τα ονόματά μας. Γρήγορα όμως, διαπιστώσαμε ότι είναι τόσο καλό παιδί, τόσο ανοικτός και δεκτικός, που μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα καταφέραμε, έστω και λίγα πράγματα, να τα περάσουμε στο παιχνίδι μας και να τα αφομοιώσουμε».
Όταν λες ότι η ομάδα άλλαξε αγωνιστικούς προσανατολισμούς από την έλευση του Κουφού και έπειτα τι ακριβώς εννοείς;
«Από την πρώτη μέρα που ξεκινήσαμε προετοιμασία, γνωρίζαμε ότι έχουμε στα χέρια μας, μία καθαρά περιφερειακή ομάδα. Δεν είχαμε τόσο βαριούς κεντρικούς παίκτες για να ποντάρουμε σε αυτούς. Οπότε, έχοντας το ερωτηματικό του Κουφού, δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτε άλλο από το να παίξουμε ένα «passing game» με τέσσερις παίκτες και έναν κεντρικό, ο οποίος είχε περισσότερο συμπληρωματικό ρόλο».
Από την έλευση του Κουφού και έπειτα οι επιθετικοί προσανατολισμοί μεταφέρθηκαν περισσότερο κοντά στο καλάθι;
«Με το που ήρθε ο Κουφός, αυτομάτως είχαμε παιχνίδι με post. Επί χάρτου, μπορείς να σχεδιάσεις πολλά πράγματα, το θέμα είναι στην πράξη τι βγαίνει; Εμείς, μέχρι και το τελευταίο ματς, συνεχίζαμε να κάνουμε μικρές αλλαγές, προκειμένου να βελτιωνόμαστε, έστω και σε κάποιες λεπτομέρειες».
Προετοιμασία, δηλαδή, μέχρι και τον τελικό με τους Σέρβους;
«Ακριβώς! Σαν παράδειγμα μπορώ να σου αναφέρω και πάλι κάτι με τον Κουφό. Ετοιμάζαμε ένα πλάνο και η ομάδα το αφομοίωνε πολύ γρήγορα και θεωρητικά και πρακτικά. Ωστόσο, δεν έλειπαν τα προβλήματα. Τον βάζαμε σε ένα ματς να παίξει στο post και έπαιρνε πολλές προσπάθειες με εκπληκτικά ποσοστά. Στο επόμενο παιχνίδι του έκαναν double ή και triple team, επομένως έπρεπε μέσα σε λίγες ώρες ουσιαστικά να ετοιμάσουμε και τους άλλους παίκτες, σε αυτές τις συνθήκες, προκειμένου να δώσουν λύσεις και η ομάδα να αποκτήσει παραγωγικότητα από άλλες μονάδες. Ένα άλλο παράδειγμα ήταν ότι έπρεπε να αποφύγουμε να παίρνει την μπάλα ο Κουφός πλάγια, γιατί ήταν πολύ εύκολο για τους αντιπάλους να του κάνουν «παγίδα» με τον παίκτη τους από την αδύνατη πλευρά. Άρα, έπρεπε να δουλέψουμε περισσότερο high low συνεργασίες, για να μη βγαίνει εύκολα η βοήθεια».
Δοκιμάστηκαν σχήματα κατά τη διάρκεια του τελικού;
«Φυσικά, αναλόγως με το πώς πήγαινε το παιχνίδι, δοκιμάσαμε πολλά σχήματα. Είχαμε για παράδειγμα ένα βαρύ σχήμα με δύο ψηλούς, το οποίο άλλοτε ταίριαζε και άλλοτε δεν ταίριαζε. Το σχήμα με τον Κουφό και τον Θεοδωράκο, ο οποίος είναι πολύ καλός σουτέρ, μας βόλευε επιθετικά, δε μας βόλευε όμως, καθόλου αμυντικά, γιατί δεν μπορούσαμε να μαρκάρουμε καλά τον πάουερ φόργουορντ τον αντιπάλων μας και έτσι αναγκαστήκαμε να γυρίσουμε σε ζώνη. Ήταν κάποιες αλλαγές στην αγωνιστική φυσιογνωμία της ομάδας, οι οποίες ευτυχώς απέδωσαν. Και λέω ευτυχώς, γιατί αν θυμάσαι και με τον Κουφό στα τρία πρώτα φιλικά παιχνίδια, είχαμε ισάριθμες ήττες».
Η υπόλοιπη ομάδα αφομοίωσε άμεσα τη ξαφνική παρουσία ενός ηγέτη, με τον οποίο μάλιστα δεν έκανε και προετοιμασία;
«Σε αυτό το κομμάτι είμαι απόλυτα ικανοποιημένος από τα παιδιά. Αντέδρασαν άψογα και περισσότερο από όσο θα περίμενε κανείς, με δεδομένο ότι οι αγωνιστικές τους εμπειρίες, περιορίζονται στο εφηβικό πρωτάθλημα. Το ίδιο ισχύει και για τον Κουφό. Όπως ο ίδιος έλεγε, στο επίπεδο του Ευρωμπάσκετ των εφήβων, έφαγε τόσο ξύλο, όσο δεν είχε φάει σε όλη του τη σταδιοδρομία σαν παίκτης high school. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτό το παιδί ήρθε και έπαιξε τόσο καλά, έκανε ότι έκανε και οι αγωνιστικές του εμπειρίες περιορίζονται μόνο σε αγώνες του σχολικού πρωταθλήματος της Αμερικής. Ωστόσο αντιμετώπισε στα ίσια τον Μάτσβιν, ο οποίος παίζει στην Α1 της Σερβίας και πριν από έναν μήνα ήταν ο MVP του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος των 88άρηδων».
Τι θα μπορούσαμε να πούμε ότι δεν πήγε καλά από τεχνικής πλευράς και χάθηκε ο τελικός με τη Σερβία;
«Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Εμείς ήμασταν προετοιμασμένοι να χρησιμοποιήσουμε σε αυτό το παιχνίδι κάθε είδους άμυνα. Χρησιμοποιήσαμε ένα zone press στο μισό γήπεδο, ζώνη 2-1-2 και για πολύ λίγο 3-2, όταν είχαμε δύο ψηλούς στην πεντάδα μας. Γνωρίζοντας ότι, όσο το παιχνίδι πλησίαζε προς το τέλος του, θα είχαμε την ανάγκη να παίξουμε man to man. Στο man to mandoubleteam και να ρισκάρουμε, αφού οι Σέρβοι είχαν άριστη περιστροφή της μπάλας. Όσο ο Κουφός στο πρώτο μέρος δεν ήταν κουρασμένος, το συγκεκριμένο αντίπαλο μπορούσε να τον κουμαντάρει. Από ένα σημείο και έπειτα, η εμπειρία του Μάτσβαντ ήταν καταλυτική και φάνηκε, αφού ο Σέρβος βρήκε πολλές λύσεις. Είχαμε δύο λύσεις. Είχαμε ή την επιλογή να μη στείλουμε δεύτερο παίκτη σε αυτόν και να ρισκάρουμε το παιχνίδι του «ένας εναντίον ενός» και η δεύτερη περίπτωση ήταν να του στείλουμε κάποιον να τον μαρκάρει.
Το άλλο πρόβλημα που αντιμετωπίσαμε στον τελικό ήταν ότι οι Σέρβοι τελείωναν πολλές φορές με picken roll στην κορυφή, σημάδευαν τον παίκτη του Κουφού, αφού ο Κουφός εκ των πραγμάτων δεν μπορούσε πότε να κάνει heads out και πότε «παγίδα» στην κορυφή. Επομένως, τον είχαμε κάτω από το καλάθι μόνο με τη λογική ότι μπορεί να ανακόψει αντίπαλο σε ψηλό παιχνίδι. Άρα, έπρεπε και πάλι ή να παίξουμε ζώνη ή να αναγκάσουμε τον γκαρντ να περάσει πάνω από το σκριν. Ζώνη δοκιμάσαμε, αλλά είχαμε πολύ σημαντικό πρόβλημα στα ριμπάουντ, επομένως η λύση αυτή δεν μπορούσε να εφαρμοστεί. Όταν ήμασταν αναγκασμένοι να ξεκουράσουμε, έστω και για μικρό χρονικό διάστημα τον Κουφό, οι εναλλακτικές μας λύσεις δεν απέδωσαν αυτό που μπορούσαν, επομένως ο Κουφός έπρεπε να μπει και πάλι άμεσα.
Αν μιλήσουμε πάντως γενικότερα, μπορούμε να πούμε ότι στο παιχνίδι φάνηκε πως οι Σέρβοι είχαν απλά μεγαλύτερη εμπειρία από τη δική μας ομάδα. Έπαιζαν πιο άνετα, ειδικά στα κρίσιμα σημεία».
Όσον αφορά την επίθεση;
«Ο προσανατολισμός μας ήταν σαφής και θέλαμε να στείλουμε την μπάλα περισσότερο κοντά στο καλάθι. Στο πρώτο μέρος η επίθεσή μας ήταν σε μεγάλο βαθμό αυτή που θέλαμε. Στο δεύτερο όμως, είχαμε πρόβλημα με την πίεση στον Σέρβο. Μας προκάλεσε πολλά λάθη, ενώ δεν καταφέραμε να ακουμπήσουμε την μπάλα, όσο θέλαμε κοντά στο καλάθι. Ο Κουφός έπαιρνε την μπάλα, αλλά δεν την έπαιρνε στα δυνατά του σημεία. Η μόνιμη οδηγία μας ήταν να μην αφήνει να τον σπρώχνουν μακριά από το low post. Το παιδί δεν είχε παίξει ποτέ με τέτοιο τρόπο, δεν είχε τύχει ανάλογης αντιμετώπισης».
Έπαιξε ρόλο η κούραση στην περίπτωση του Κουφού;
«Βέβαια. Όταν ένα παιδί 2μ.15 παίζει οκτώ παιχνίδια σε δέκα μέρες και έχει συνηθίσει να δίνει οκτώ παιχνίδια σε δύο μήνες, ήταν μία πίεση ασυνήθιστα μεγάλη για τον οργανισμό του».
Για το τέλος…
«Είναι πολύ σημαντικό για μένα ότι επιστρέψαμε στην Αθήνα και όλοι στην αποστολή είχαν το χαμόγελο της πρώτης μέρας που ξεκινήσαμε προετοιμασία. Η ομάδα έμεινε ενωμένη και ήταν πολύ ώριμη, σχετικά με την ηλικία της. Έμεινα ενθουσιασμένος από τον τρόπο που συμπεριφέρθηκε ο Κουφός μέσα σε αυτήν την ομάδα, αλλά, κυρίως και από τον τρόπο που τον υποδέχτηκαν οι συμπαίκτες του. Είχαμε πολύ καλή ισορροπία, καταφέραμε μέσα από την ομάδα να αναδειχθεί το ταλέντο του Κουφού, χωρίς αυτό να λειτουργήσει εις βάρος άλλου παίκτη. Θέλω να ευχαριστήσω πολύ τον Νίκο Τούφα, τον Γιώργο Σούλιο, που μας βοήθησε πολύ στην προετοιμασία, τον Κώστα Παρίση, τον Γιώργο Κόνιαρη, τον Γιώργο Προεστό και τον Τηλέμαχο Τσαγκρώνη, το φυσιοθεραπευτή μας. Ήμασταν μια τρομερή παρέα».
Επιμέλεια: Παναγιώτης Βλαχαδάμης