Όταν έχεις ξοδέψει όλη σου τη ζωή σε μια πόλη, σε ένα σύλλογο και σε μια φανέλα, το αντίο σου δεν μπορεί παρά να είναι άκρως συγκινητικό. Μερικούς μήνες πριν κρεμάσει τα παπούτσια του ο εμβληματικός αρχηγός της Ρόμα Φραντσέσκο Τότι εκφράζει την αγάπη του για την πόλη της Ρώμης αλλά και τον σύλλογο σε ένα γράμμα που θα σας συγκινήσει.

Απολαύστε το!


«27 χρόνια πριν, ένα χτύπημα στο διαμέρισμα μας στη Ρώμη.
Η μητέρα μου η Φιορέλα πήγε να ανοίξει. Αυτός που βρισκόταν πίσω από την πόρτα θα καθόριζε την ποδοσφαιρική μου καριέρα.

Όταν άνοιξε την πόρτα μια ομάδα αντρών συστήθηκαν ως διευθυντές ποδοσφαίρου.

Αλλά δεν ήταν από τη Ρόμα. Εκείνοι φορούσαν κόκκινα και μαύρα.

Ήταν από τη Μίλαν. Και ήθελαν να πάω για να παίξω για την ομάδα τους. Με οποιοδήποτε κόστος.

Η μητέρα μου σήκωσε τα χέρια της. Τι νομίζετε πως είπε στους κυρίους;


Όταν είσαι μικρό παιδί στη Ρώμη υπάρχουν μόνο δύο πιθανές επιλογές: είσαι ή κόκκινος ή μπλε. Ρόμα ή Λάτσιο. Στην οικογένειά μας όμως υπήρχε μόνο μια διαθέσιμη επιλογή.

Εγώ δυστυχώς δεν γνώρισα τον παππού μου καθώς πέθανε όταν ήμουν πολύ μικρός. Αλλά μου άφησε ένα τεράστιο δώρο. Ευτυχώς για μένα, η γιαγιά μου, Τζιανλούκα, ήταν παθιασμένη οπαδός της Ρομα και πέρασε την αγάπη της για την ομάδα στον πατέρα μου και αυτός με τη σειρά του στον αδερφό μου και σε μένα. Η αγάπη μας για τη Ρόμα είναι κάτι που κουβαλάμε μέσα μας. Η Ρόμα είναι πολλά περισσότερα από μια ποδοσφαιρική ομάδα. Ήταν κομμάτι της οικογένειάς μας, το αίμα μας, η ψυχή μας.



Δεν παρακολουθούσαμε πολλά παιχνίδια στην τηλεόραση γιατί ακόμα και στη Ρώμη δεν έδειχναν πολλά παιχνίδια τη δεκαετία του 80’. Αλλά όταν ήμουν εφτά χρονών ο πατέρας μου αγόρασε εισιτήρια και επιτέλους θα πήγαινα να δω τους λύκους του Καπιτωλίου στο Ολίμπικο.

Μπορώ να κλείσω τα μάτια και να θυμηθώ το συναίσθημα. Τα χρώματα, τα συνθήματα, τα καπνογόνα να πετάγονται. Ήμουν ένα τόσο ζωντανό παιδί και μόνο που βρισκόμουν στο στάδιο και είχα όλους τους οπαδούς της Ρόμα δίπλα μου κάτι άναψε μέσα μου. Δεν ξέρω πώς αλλιώς να περιγράψω αυτή την εμπειρία…

Όμορφα!

Αυτή είναι η μόνη λέξη για να το περιγράψει.

Στη γειτονιά μου στο Σαν Τζιοβάνι, δε νομίζω να με είδε ποτέ κανείς χωρίς μια μπάλα στα χέρια ή τα πόδια μου. Στα πλακόστρωτα δρομάκια, ανάμεσα στους καθεδρικούς ναούς και στα στενά σοκάκια παντού είχαμε παίξει ποδόσφαιρο.

Ακόμα και ως νεαρό αγόρι, ήταν κάτι παραπάνω από αγάπη για το ποδόσφαιρο για μένα. Είχα ήδη τη φιλοδοξία να τα καταφέρω στην καριέρα μου. Άρχισα να παίζω για τις παιδικές ομάδες. Είχα αφίσες και αποκόμματα εφημερίδων με τον τότε αρχηγό της Ρόμα, Τζιανίνι, στο δωμάτιό μου. Ήταν ένα είδωλο, ένα σύμβολο για όλους μας. Ήταν ένα παιδί από τη Ρώμη. Όπως εμείς.



Και τότε όταν ήμουν 13, ακούστηκε ένα χτύπημα στην πόρτα.

Οι άνθρωποι της Μίλαν ζητούσαν να ενταχθώ στην ομάδα τους. Μια ευκαιρία για να τα καταφέρω με μια μεγάλη Ιταλική ομάδα. Τι θα διάλεγα;
Λοιπόν δεν ήταν δική μου απόφαση φυσικά.

Η μαμά μου ήταν το αφεντικό. Ακόμα είναι το αφεντικό. Και ήταν μάλλον πολύ συνδεδεμένη με τα αγόρια της, ας πούμε. Ως κλασσική Ιταλίδα μάνα ήταν λίγο υπερπροστατευτική. Δεν ήθελε να φύγω από το σπίτι από το φόβο του να μην πάθω κάτι.

«Όχι, όχι» είπε στους διευθυντές. Αυτό μόνο είχε να πει «Λυπάμαι. Όχι, όχι».

Αυτό ήταν, τέλος. Η πρώτη μου μεταγραφή απορρίφθηκε από το αφεντικό.

Ο πατέρας μου πήγαινε εμένα και τον αδερφό μου στους αγώνες τα σαββατοκύριακα. Από τη Δευτέρα όμως μέχρι την Παρασκευή η μαμά ήταν επικεφαλής. Ήταν δύσκολο να πούμε όχι στη Μίλαν. Θα έφερνε πολλά χρήματα στην οικογένεια. Αλλά η μητέρα μου, μου έμαθε ένα μάθημα εκείνη την ημέρα. Το σπίτι σου είναι το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή.

Μερικές εβδομάδες αργότερα και αφού με είχαν παρακολουθήσει στα παιχνίδια με τις μικρές ομάδες, η Ρόμα μου έκανε πρόταση. Θα φορούσα τα κίτρινα και τα κόκκινα.
Η μαμά ήξερε. Εκείνη βοήθησε την καριέρα μου με πολλούς τρόπους. Ναι ήταν υπερπροστατευτική – ακόμα είναι! – αλλά έκανε πολλές θυσίες για να είναι σίγουρη ότι ήμουν στο γήπεδο κάθε μέρα. Ξέρω ότι αυτά τα πρώτα χρόνια ήταν σκληρά για εκείνη.



Ήταν η μητέρα μου που με πήγαινε με το αμάξι στις προπονήσεις. Έξω από τα γήπεδα καθόταν και με περίμενε. Θα περίμενε δύο, τρείς και τέσσερις ώρες όσο έκανα προπόνηση. Θα με περίμενε στη βροχή στο κρύο δεν είχε σημασία.

Εκείνη περίμενε ώστε να μπορώ να πραγματοποιήσω το όνειρό μου.

Δεν ήξερα ότι θα έκανα το ντεμπούτο μου με τη Ρόμα στο Ολίμπικο μέχρι και 90 λεπτά πριν το παιχνίδι. Καθόμουν στο λεωφορείο πηγαίνοντας από τις εγκαταστάσεις στο στάδιο και ο ενθουσιασμός μου μεγάλωνε. Κάθε ηρεμία που είχα από τον χθεσινό ύπνο είχε χαθεί. Οι οπαδοί της Ρόμα είναι πολύ διαφορετικοί από κάθε άλλο από κάθε άλλον. Είναι τόσα πολλά αυτά που περιμένουν από σένα όταν φοράς της φανέλα της Ρόμα. Πρέπει να αποδείξεις ότι αξίζεις και δεν υπάρχει χώρος για να κάνεις λάθη.

Όταν περπάτησα στον αγωνιστικό χώρο για το πρώτο ματς, ήμουν γεμάτος υπερηφάνεια για το γεγονός ότι έπαιζα για το σπίτι μου. Για τον παππού μου. Για την οικογένειά μου.

Για 25 χρόνια η πίεση – το προνόμιο- δεν άλλαξε ποτέ.

Φυσικά υπήρξαν λάθη. Και υπήρξε ακόμα και μια στιγμή πριν από 12 χρόνια όταν σκέφτηκα να αποχωρήσω από τη Ρόμα για τη Ρεάλ Μαδρίτης. Όταν μια πολύ επιτυχημένη ομάδα, ίσως μια από τις δυνατότερες στον κόσμο σε ζητάει, αρχίζεις να σκέφτεσαι πως θα είναι η ζωή αλλού. Είχα συζητήσεις με τον πρόεδρο της Ρόμα και αυτό έκανε τη διαφορά. Αλλά στο τέλος η συζήτηση που είχα με την οικογένεια μου, μου θύμισε για τι είναι η ζωή.

Το σπίτι σου είναι τα πάντα.



Για 39 χρόνια, η Ρώμη ήταν το σπίτι μου. Για 25 χρόνια ως ποδοσφαιριστής η Ρώμη ήταν το σπίτι μου. Είτε κατακτώντας το scudetto είτε παίζοντας στο Champions League, ελπίζω ότι εκπροσώπησα και κράτησα τα χρώματα της Ρόμα όσο πιο ψηλά μπορούσα. Ελπίζω ότι σας έκανα υπερήφανους.

Μπορεί να πει κανείς ότι είμαι ένας άνθρωπος που βολεύεται. Δεν μετακόμισα καν από το σπίτι μου μέχρι να αρραβωνιαστώ τη γυναίκα μου, Ιλάρι. Όποτε λοιπόν κοιτάζω πίσω στο χρόνο μου εδώ και σε ότι θα μου λείψει, ξέρω ότι θα είναι η ρουτίνα και τα καθημερινά πράγματα. Οι πολλές ώρες προπόνησης, οι πολλές κουβέντες στα αποδυτήρια. Νομίζω ότι ότι περισσότερο από όλα θα μου λείψει το να πίνω καφέ καθημερινά με τους συμπαίκτες μου. Ίσως αν επιστρέψω ως παράγοντας μια μέρα αυτές οι στιγμές να υπάρχουν ακόμα.

Πολλοί με ρωτάνε γιατί ξόδεψα όλη μου την καριέρα μου στη Ρόμα;



Η Ρώμη είναι η οικογένειά μου, οι φίλοι μου, οι άνθρωποι που αγαπώ. Η Ρώμη είναι η θάλασσα, τα βουνά, τα μνημεία. Η Ρώμη φυσικά είναι οι Ρωμαίοι.

Η Ρώμη είναι το κίτρινο και κόκκινο.

Η Ρώμη για μένα είναι ο κόσμος.

Αυτός ο σύλλογος, αυτή η πόλη, ήταν η ζωή μου.

Πάντα (Sempre)»

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube