«Τα πάντα στη Φλωρεντία μοιάζουν να είναι χρωματισμένα με ένα απαλό βιολετί, σαν αραιωμένο κρασί»…

Κάπως έτσι θέλησε να περιγράψει ο Χένρι Τζέιμς, συγγραφέας, το 1869 την ιταλική πόλη. Με το βιολετί χρώμα να εξαπλώνεται από τους δρόμους ως το «Αρτέμιο Φράνκι»… βάφοντας τις εμφανίσεις της Φιορεντίνα. Το καμάρι της πόλης, ένα από τα πολλά αξιοθέατα της περιοχής. Μετά την Πόντε Βέκιο φυσικά, τη μία από τις τέσσερις παλιές γέφυρες που ενώνουν αρμονικά τις δύο πλευρές της πόλης.

Ο Τσαρλς Ντίκενς το 1846 έδωσε έκταση σε αυτό το σημείο στο κείμενό του με τίτλο «Εικόνες από την Ιταλία». Εντυπωσιασμένος από τα χρώματα που επικρατούν στην περιοχή, από την τέχνη και την πόλη που είναι φανερά επηρεασμένη από το κίνημα της Αναγέννησης .



«Ανάμεσα στις τέσσερις παλιές γέφυρες που εκτείνονται στον ποταμό, η Πόντε Βέκιο, αυτή η γέφυρα που καλύπτεται από τα καταστήματα κοσμηματοπωλείων και χρυσοχόων, είναι ένα πιο μαγευτικό χαρακτηριστικό στη σκηνή. Ο χώρος ενός σπιτιού στο κέντρο, αφήνοντας τα πάντα ανοιχτά και βλέποντας μέσα από αυτό τη θέα, φαίνεται σαν σε κάδρο. Και αυτή η πολύτιμη ματιά του ουρανού, του νερού και των πλούσιων κτιρίων, που λάμπει τόσο ήσυχα ανάμεσα στις στριμωγμένες στέγες και τα αετώματα στη γέφυρα, είναι εξαίσια»…

Η Φλωρεντία προσελκύει κάθε χρόνο εκατομμύρια τουρίστες. Ιδιαίτερα αυτή την εποχή, όπου η πόλη αρχίζει να ανθίζει και τα χρώματα από τα ανθισμένα λουλούδια μπλέκονται αρμονικά με τις λεπτομέρειες των κτηρίων που στέκουν εδώ και αιώνες στα σοκάκια…

Η πόλη της Αναγέννησης, η πόλη που ανθίζει...



Αν δεν σας έπεισαν τα παραπάνω, τότε μάλλον πρέπει να περάσετε μια βόλτα από την πιο όμορφη πόλη της Ιταλίας. Και όποιος έχει πάει, μάλλον έχει πάθει το σύνδρομο Στένταλ, hyperkulturemia, ή σύνδρομο της Φλωρεντίας. Πρόκειται για μια ψυχοσωματική ασθένεια που προκαλεί ταχυκαρδία, ζάλη, λιποθυμία, σύγχυση, ακόμα και παραισθήσεις, όταν ένα άτομο εκτίθεται στην τέχνη, συνήθως όταν η τέχνη είναι ιδιαίτερα όμορφη ή όταν υπάρχουν πολλά έργα τέχνης εκτεθειμένα σε έναν ενιαίο χώρο.

«Ένιωθα έκσταση στην ιδέα και μόνο της επίσκεψης μου στη Φλωρεντία… Με είχε κυριεύσει ένα δυνατό ρίγος στην καρδιά, το αίμα είχε παγώσει μέσα μου και ενώ περπατούσα φοβόμουν διαρκώς ότι θα σωριαστώ στο έδαφος», έγραφε το 1817 ο Γάλλος συγγραφέας Μαρί-Ανρί Μπεΐλ, ο οποίος έγινε γνωστός στον λογοτεχνικό κόσμο με το ψευδώνυμο Στένταλ, μετά την επίσκεψή του στην πόλη του ιταλικού βορρά.

Είναι αυτό το έντονο συναίσθημα δέους, πανικού, ενθουσιασμού και τρόμου που κάνει αρκετές φορές την εμφάνιση του στις περιγραφές ταξιδιωτών. Παρότι δε, έχουν στο μυαλό τους την… τέλεια πόλη.



Η Φλωρεντία είναι μια πόλη που ανθίζει και μαζί της και η Φιορεντίνα ξανά. Είναι η πόλη της Αναγέννησης, με τους «βιόλα» να… αναγεννιέται επίσης. Όπου κι αν κοιτάξεις υπάρχει κάτι να θαυμάσεις: Μεγαλοπρεπή μουσεία, παλάτια, πύργοι, κήποι, ποτάμι, γέφυρες, πλατείες, αγάλματα, σιντριβάνια.

Είναι η καλλιτεχνική, ιστορική και πολιτιστική πρωτεύουσα ολόκληρης της Ιταλίας. «Η φυσική της κομψότητα συνυπάρχει υπέροχα με τον τρόπο ζωής των Φλωρεντινών και του il dolce far niente (η γλυκύτητα του να μην κάνεις τίποτα). Aποκαλύπτει την πόλη με έναν δυνατό, αλλά ήπιο τρόπο που μας κάνει να θέλουμε να εμβαθύνουμε στην τέχνη, τον πολιτισμό και την ιστορία της»…

Ήταν το κέντρο της Αναγέννησης, ένα μέρος που καλλιεργήθηκαν τα ιταλικά γράμματα από τον 15ο αιώνα και μετά. Εκεί όπου άνθησε η τέχνη, με τους μαικήνες, τους εμπόρους και τους τραπεζίτες να ζητούν από τους καλλιτέχνες να διακοσμήσουν τα κτήρια. Αναπτύχθηκαν ρεύματα στη γλυπτική (Βερόκιο, Ντέλα, Ρόμπια), στην αρχιτεκτονική (Μικελότσο). Κυρίως όμως στη ζωγραφική, τα τέλη του 15ου αιώνα σημαδεύτηκαν από τα έργα του Μποτιτσέλι και του Λεονάρντο ντα Βίντσι.

«Το να βλέπεις τον ήλιο να δύει, να πνίγεται στις ροζ, μοβ και χρυσές πλημμύρες του και να κατακλύζει τη Φλωρεντία με παλίρροιες χρώματος που κάνουν όλες τις αιχμηρές γραμμές αμυδρά και αχνά και μετατρέπουν τη συμπαγή πόλη σε μια πόλη των ονείρων είναι ένα θέαμα που αναστατώνει την πιο κρύα φύση», έγραψε χαρακτηριστικά ο συγγραφέας, Μαρκ Τουέιν, στο έργο του «Οι αθώοι στο εξωτερικό» το 1869.




Ρόκο Κομίσο: Ο "Γιουβεντίνος" ιδιοκτήτης που έδωσε ξανά… χρώμα στους βιόλα



Ένας από τους ανθρώπους που έχει μεγάλη συμβολή για την… ανοικοδόμηση της Φιορεντίνα είναι ο Ρόκο Κομίσο. Πρόκειται για Αμερικανό δισεκατομμυριούχο επιχειρηματία ιταλικής καταγωγής, ενώ είναι ιδρυτής, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Mediacom, της πέμπτης μεγαλύτερης εταιρείας καλωδιακής τηλεόρασης στις ΗΠΑ.

Ανέλαβε τους «βιόλα» το καλοκαίρι του 2019 και μετέπειτα άρχισε η σταδιακή άνοδος της Φιορεντίνα. Από την αρχή -ακόμη και σήμερα πολλές φορές- ο Κομίσο βρέθκε στο στόχαστρο των οπαδών της ομάδας του. Διότι δεν έκρυψε ποτέ τη συμπάθειά του, να το πούμε κομψά, για τη Γιουβέντους. Βέβαια, η όλη συμπάθεια και αγάπη προς τους «μπιανκονέρι» μένει στο παρελθόν όπως φαίνεται αφού το τελευταίο διάστημα ο επιχειρηματίας τα έχει γυρίσει.



«Θέλω τη Μίλαν και είμαι έτοιμος να κάνω προσπάθεια για αυτό. Ήμασταν κοντά σε προσύμφωνο, αλλά τώρα είναι πιο δύσκολο. Δυστυχώς δεν εξαρτάται μόνο από εμένα. Eίμαι οπαδός της Γιουβέντους, αλλά η Γιουβέντους τα πάει καλά και ξέρω πως δεν με χρειάζεται. Θέλω γενικότερα να προσφέρω στο ιταλικό ποδόσφαιρο», είχε δηλώσει τον Ιούλιο του 2018 όταν και προσπάθησε να αποκτήσει τους «ροσονέρι», εμφανίζοντας την ίδια ώρα τα… μπιανκονέρο συναισθήματά του.

Και σχεδόν έναν χρόνο αργότερα, το δήλωσε ξανά: «Αν είμαι οπαδός της Γιουβέντους; Ήμουν και παραμένω. Αλλά πάνω απ’ όλα θα είμαι οπαδός της εθνικής Ιταλίας». Λίγους μήνες πριν αγοράσει τη Φιορεντίνα όλα αυτά…

Όπως ήταν λογικό, υπήρξαν αντιδράσεις προς το πρόσωπό του. Και μάλιστα μπόλικες, διότι η Γιουβέντους αποτελεί τον αιώνιο εχθρό των «βιόλα». Ο ίδιος επιβεβαίωσε ξανά όταν απέκτησε την ομάδα που υποστήριζε τη Γηραιά Κυρία, «αλλά πλέον θέλω το καλύτερο για τη Φιορεντίνα». Μερικοί μήνες ενασχόλησης με το ιταλικό ποδόσφαιρο του έφταναν για να αρχίσει να μισεί τη Γιουβέντους και να εκφέρεται εναντίον της. Όταν την είδε να της «κλέβει» παίκτες όπως ο Κιέζα και ο Βλάχοβιτς, τότε το μίσος άρχισε να μεγαλώνει. Έβγαλε φωτογραφία με τέσσερις οπαδούς της Φιορεντίνα κρατώντας ένα κασκόλ που έγραφε «Η Γιούβε είναι σκ@τ@»… Μπορεί ο ίδιος να μην το είδε ως κάτι κακό, αφού το εν λόγω συμβάν έγινε στο σύνδεσμο οπαδών της Φιορεντίνα στη Νέα Υόρκη και εκεί δεν υπάρχει η αντιπαλότητα όπως τη γνωρίζουν στην Ιταλία ή την βιώνουμε στην Ελλάδα, αλλά έφτανε για να γίνει πρώτο θέμα στη γείτονα χώρα.



Βέβαια, ο Κομίσο παρότι ήταν Γιουβεντίνους κατά το παρελθόν, είχε φροντίσει να ανοίξει αρκετά μέτωπα με τους «μπιανκονέρι». Διότι οι «Financial Times» το 2012 ανέφεραν πως ο Αμερικανοϊταλός billionaire χαρακτήριζε την οικογένεια Ανιέλι ως «μαμάκηδες», «τεμπέληδες» και «που@ γιους»...

Έξι χρόνια αργότερα, μιλώντας σε έναν τοπικό τηλεοπτικό σταθμό («Rtv38»), ο Κομίσο δεν είχε διστάσει να κοροϊδέψει την πώληση του Φεντερίκο Κιέζα. «Είμαι ένας φτωχός μετανάστης που ήρθα στην Ιταλία για να βγάλω λεφτά από την οικογένεια Ανιέλι πουλώντας τους έναν παίκτη». Αυτή η ατάκα ήταν αρκετή για να σβηστούν αρκετά από το μυαλό των «βιόλα» οπαδών που… ζουν και αναπνέουν για να την λένε στη Γιουβέντους.

Τελικά, ο Ρόκο Κομίσο απέδειξε πως δεν είναι μόνο λόγια. Φρόντισε να νοικοκυρέψει τη Φιορεντίνα και να μην της επιτρέψει να πάει προς τη… διάλυση όπως προ εικοσαετίας και βάλε, ενώ έκανε το κόλπο γκρόσο το καλοκαίρι του 2021 προσλαμβάνοντας τον Βιτσέντζο Ιταλιάνο στην τεχνική ηγεσία. Για κερασάκι στην τούρτα, έφερε στην ομάδα στην αρχή της σεζόν ως τεχνικό διευθυντή τον άλλοτε παίκτη της Ίντερ, Νικολάς Μπουρντίσο, και το κλαμπ έχει πλάνο αντίστοιχων συλλόγων που κυριαρχούν στο ποδοσφαιρικό χρηματιστήριο. Το σκάουτινγκ στα καλύτερά του, παίκτες όπως οι Γκονζάλες, Καμπράλ, Ίγκορ, Μαρτίνες Κουάρτα, Ντοντό, Μπρέκαλο και Ικονέ μεταξύ άλλων. Δεν ήταν κανένας άσχετος, πάντως, ο Αμερικανός, αφού ήταν ιδιοκτήτης και της Νιου Γιορκ Κόσμος, της ομάδας που έπαιξε στα τελειώματα της καριέρας του ο Πέλε!

Ένας... Ιταλιάνο(ς) που έφερε την άνοιξη



Αφήσαμε το καλύτερο για το τέλος. Ο άνθρωπος που κάλλιστα θα μπορούσε να παρομοιαστεί με καλλιτέχνη από την εποχή της Αναγέννησης. Ο Βιτσέντζο Ιταλιάνο έβαλε τη δική του πινελιά και έδωσε χρώμα στη Φιορεντίνα μετά από πολλά χρόνια. Ένας προπονητής τρομερά ελπιδοφόρος, αλλά και ιδεαλιστής, πραγματιστής. Θεωρείται από τους ανερχόμενους τεχνικούς στην Ιταλία, παρέα με τον Τιάγκο Μότα και τον Ραφαέλε Παλαντίνο, μετά τον Ρομπέρτο Ντε Τζέρμπι.

Λάτρης του 4-3-3, χρησιμοποιεί συχνά-πυκνά και το 4-2-3-1 που είναι μια μικρή παραλλαγή του. Περιστρέφεται γύρω από αυτά, χωρίς να αλλάζει το «dna» της ομάδας του. Με κάθετο ποδόσφαιρο, αλλά και μπόλικη κατοχή της μπάλας, γρήγορη κυκλοφορία και ντουμπλαρίσματα στα «φτερά» με μπόλικα overlap των δύο μπακ, που έχουν ενεργή συμμετοχή στο επιθετικό κομμάτι. Αμυντικά δε, παρουσιάζει ένα σύνολο με μικρές αποστάσεις στις γραμμές του και προσπαθεί να χτυπήσει με το γρήγορο transition game.



Ο Ιταλιάνο είναι επηρεασμένος από δύο μεγάλες φιγούρες της Αργεντινής κατά τη δεκαετία του ’70 και του ’80, τον Σέζαρ Λουίς Μενότι και τον Κάρλος Μπιλάρντο, αντίστοιχα. Ποντάροντας αρκετά στη δουλειά του σε φυσική κατάσταση, πειθαρχία και προσήλωση στο πλάνο, βγάζοντας ενέργεια στο χορτάρι. Αλλά σαφώς με πιο σύγχρονες μεθόδους από τους προαναφερθέντες. Με τη Φιορεντίνα να αποτελεί μια ομάδα από τις κορυφαίες σε κατοχή μπάλας και που γνωρίζει καλύτερα από κάθε άλλη, να ελέγχει τον ρυθμό και να μην επιτρέπει στον αντίπαλο να επιβάλει τον δικό της.

Για αποκορύφωμα, ο Ιταλός τεχνικός έφτιαξε τα αποδυτήρια και το ψυχολογικό κομμάτι της ομάδας. Παρέλαβε τη Φιορεντίνα που είχε τεράστια προβλήματα και οι σχέσεις μεταξύ των παικτών δεν ήταν οι καλύτερες δυνατές. Σε αυτό είχε παίξει σημαντικό ρόλο η παρουσία του «εκρηκτικού» και αναχρονιστικού Τσέζαρε Πραντέλι, ο οποίος είχε αρκετές συγκρούσεις με τους ποδοσφαιριστές. Είχαν περάσει μάλιστα τρεις προπονητές σε διάστημα λίγου χρόνου, τα αποτελέσματα δεν ήταν τα ιδανικά και η ψυχολογία βρισκόταν στο… πάτωμα.

«Πολλοί προπονητές όταν κερδίζουν ή έχουν την ισοπαλία, δίνουν βάθος στην ομάδα τους και την κρατάνε αρκετά πίσω στο γήπεδο. Η Φιορεντίνα πρέπει να μένει ψηλά ακόμα και όταν έχει προβάδισμα ενός γκολ στο 90ο λεπτό, σαν να κυνηγάει ένα τέρμα δηλαδή», είχε πει ο φέρελπις τεχνικός.

Η Φιορεντίνα πλέον ανθίζει, όπως και η Φλωρεντία την άνοιξη. Μπροστά της, έχει μια μεγάλη διπλή πρόκληση. Για δεύτερη φορά στην ιστορία της συμμετέχει σε δύο τελικούς. Έναν εγχώριο (με την Ίντερ στο Coppa Italia) και έναν ευρωπαϊκό (με τη Γουέστ Χαμ στο Europa Confrence League). Όπως είχε κάνει τη σεζόν 1960/61. Τότε, είχε κατακτήσει το Κύπελλο με αντίπαλο τη Λάτσιο (2-0) και το Κυπελλούχων κόντρα στη Ρέιντζερς (0-2 στη Γλασκώβη και 2-1 στο Αρτέμιο Φράνκι). Η ιστορία επαναλαμβάνεται στην ομορφότερη πόλη της Ιταλίας, η οποία είναι βαμμένη σε «βιόλα» αποχρώσεις…

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube