Μην γυρνάς το βλέμμα σου. Μετά τους ανέργους, τους συνταξιούχους, τους κωφούς και τα Α.μεΑ, φτάνει η σειρά σου, αν δεν έχει έρθει ακόμη. Ο σύγχρονος Καιάδας, που η ζοφερή οικονομική συγκυρία και οι κυβερνητικές πολιτικές επιτάσσουν, έχει ήδη στηθεί και είναι το σπίτι και η τηλεόραση του καθενός από εμάς.
Από το περίφημο «λεφτά υπάρχουν» δια του πλέον επίσημου στόματος, περάσαμε στο «να κόψτε το λαιμό σας», με τη διαφορά πως κανένας δεν βγαίνει να το πει στη φόρα, αλλά το αφήνει να εννοηθεί με διακριτικότητα, απευθυνόμενος σε ολόκληρο το φάσμα της ελληνικής κοινωνίας, με πρώτα θύματα τους έχοντες τη μεγαλύτερη ανάγκη, τα άτομα με αναπηρία ή νοητική υστέρηση.
Η δραστική μείωση των επιχορηγήσεων καταργεί κάθε έννοια κράτους πρόνοιας και δικαίου, αφήνοντας ομάδες συνανθρώπων μας κυριολεκτικά στο έλεος του Θεού, που είναι και επίκαιρος αυτές τις μέρες.
Παρά της διακηρύξεις περί ίσων ευκαιριών και δικαιωμάτων όλων στην κοινωνικοποίηση, τη συμμετοχή, την άθληση, φαίνεται πως ακόμη και το 2011υπάρχουν πολίτες Β’ κατηγορίας, που μη διαθέτοντας την ισχύ συντεχνιών, βιώνουν το δικό τους Γολγοθά και υποχρεώνονται να μείνουν στο περιθώριο.
Ξετυλίγοντας το «κουβάρι της ντροπής», συναντάμε την πρωταθλήτρια ποδοσφαίρου Κωφών (Παναθλητικός Όμιλος), από την οποία στερείται το δικαίωμα να αγωνιστεί στο αντίστοιχο Champions League στη Γερμανία, λόγω έλλειψης πόρων. Όταν το θέμα δεν αφορά κάποιον λαοφιλή σύλλογο, στον οποίο μπορούν να χαριστούν δεκάδες εκατομμυρίων ευρώ, η υπόθεση γίνεται ασήμαντη και ενοχλητική. Όπως μάλιστα μας εξήγησε και ο κ. Δημήτρης Στεφανίδης (πρώην ομοσπονδιακός προπονητής και πρόεδρος του «Μελεδώνη»): «Δεν υπάρχουν χρήματα για αυτά τα παιδιά που δίνουν τον καθημερινό τους αγώνα ενάντια στον κοινωνικό αποκλεισμό. Μας το ξεκαθάρισαν από το υπουργείο ως απάντηση σε σχετικό υπόμνημα. Ακόμη χειρότερα, ορατός είναι ο κίνδυνος ματαίωσης της Ολυμπιάδας Κωφών, που θα διοργανώναμε το 2013. Ήμουν ο αρχηγός αποστολής στους Αγώνες της Ταϊβάν, παρέλαβα τη σημαία και τώρα το πιθανότερο είναι πως θα πρέπει να την επιστρέψουμε…»
Το μεγάλο πρόβλημα στον ευρύτερο χώρο της Ειδικής Αγωγής έγκειται στην τεράστια μείωση της -συνταγματικά κατοχυρωμένης- κρατικής χρηματοδότησης, που από τα 25 εκατ. ευρώ του 2009, μόλις που ξεπερνά τα 14 εκατ. για το έτος που διανύουμε. Στο δραματικό ερώτημα του πώς θα συνεχίσουν μη κερδοσκοπικά Ιδρύματα να παρέχουν υπηρεσίες, η απάντηση –όπως λέει ο κ. Γιάννης Λυμβαίος, Γενικός Γραμματέας της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Σωματείων Γονέων και Κηδεμόνων Ατόμων με Αναπηρίες- είναι «ίδιοι πόροι», συνοδευόμενο από ένα συγκαταβατικό χαμόγελο και ένα χτύπημα στην πλάτη. Και κάπου εκεί εξαντλείται η κρατική μέριμνα.
«Δεν ζητάμε τη φιλανθρωποίηση της αναπηρίας, ούτε θέλουμε να αντιμετωπίζεται ως μια φυσική καταστροφή, ένα τσουνάμι που πρέπει να τρέξουν να βοηθήσουν. Η αναπηρία κάθε μορφής –σωματική ή νοητική- είναι μια πραγματικότητα και θέλουμε η αντιμετώπισή της να γίνει βάσει ενός δομημένου θεσμικού πλαισίου», συμπληρώνει.
Θα μπορούσε να είναι κάτι απλό, αλλά για την Ελλάδα φαντάζει ουτοπία, αφού καλά-καλά μόλις τώρα αρχίζει να ξεδιαλύνεται το πέπλο μυστηρίου που κάλυπτε το πού ανήκουν οι φορείς που παρέχουν υπηρεσίες σε Α.μεΑ, μετά την εφαρμογή του «Καλλικράτη».
Μιλήσαμε με τον κ. Γιάννη Μπίστα, διευθυντή του Εργαστηρίου Ειδικής Αγωγής «Μαργαρίτα», ο οποίος αποπειράθηκε να μας ξεναγήσει στους δαιδαλώδεις διαδρόμους της γραφειοκρατίας. «Είμαστε στον αέρα. Πλέον δεν υπάρχει Διεύθυνση Πρόνοιας, όπως παλιότερα σε Νομαρχίες. Θεωρητικά, ανήκουμε στην Περιφέρεια, όμως ακόμη και τώρα για ορισμένα θέματα δεν έχουν ξεκαθαρίσει οι αρμοδιότητες. Θέλουμε να πουλήσουμε ένα διαμέρισμα (μοναδική περιουσία του Εργαστηρίου), προκειμένου να καταβάλλουμε κάποια χρήματα στους εργαζόμενους που παραμένουν στη θέση τους, αν και έξι μήνες απλήρωτοι. Για λόγους διαφάνειας αυτό πρέπει να γίνει μέσω πλειοδοτικού διαγωνισμού υπό την εποπτεία κάποιου φορέα Τοπικής Αυτοδιοίκησης, αλλά δεν έχουμε ενημερωθεί ακόμη αν αυτός είναι ο Δήμος ή η Περιφέρεια».
Κι ενώ είναι δεδομένο πως «λεφτά δεν υπάρχουν» στα κρατικά ταμεία η ελληνική κωλυσιεργία δεν επιτρέπει και σε ευρωπαϊκούς πόρους να φτάσουν στους φορείς, όπως για παράδειγμα πρόγραμμα κατάρτισης που βρίσκεται στα χέρια του Υπουργείου Εργασίας από το 2009 και 1,5 χρόνο μετά δεν έχει υλοποιηθεί. «Έχουμε καταθέσει το φάκελο, ενημερωθήκαμε πως τυπικά είμαστε εντάξει και απλά περιμένουμε. Και όλα αυτά τη στιγμή που το ύψος της χρηματοδότησης από τις 540.000 ευρώ έχει περιοριστεί στις 410.000 οδηγώντας εργαζομένους, γονείς και παιδιά σε απόγνωση», συμπληρώνει ο κ. Μπίστας.
Οι σπουδαστές του «Μαργαρίτα», όπως και άλλων φορέων, συνεχίζουν να είναι αποδέκτες υπηρεσιών, αρκετοί εξ αυτών συμπεριλαμβάνονται στους 486 αθλητές που συνθέτουν την ελληνική αποστολή για τα Special Olympics, αλλά το ερώτημα που μένει είναι τι θα γίνει όταν τα φώτα της μεγάλης γιορτής που θα φιλοξενηθεί στην Ελλάδα, σβήσουν.
«Κανείς δεν είναι ενάντια στους αγώνες και τον μαζικό αθλητισμό γενικότερα», δηλώνει ο κ. Λυμβαίος και συνεχίζει «… δεν μπορούμε όμως με τα δικά μας τα παιδιά να βγάζουν φωτογραφίες πολιτικοί για τους οποίους η αξιοπρέπεια είναι άγνωστη λέξη. Εμείς οι γονείς καλούμαστε να το διαφυλάξουμε αυτό. Δεν είναι οξύμωρο, ότι πρόκειται για τους ίδιους ανθρώπους που με τις αποφάσεις τους πετάνε τα παιδιά μας σε έναν σύγχρονο Καιάδα»;
Το κλείσιμο των φορέων και των δομών που παρέχουν υπηρεσίες σε άτομα με αναπηρία ή ειδικές ανάγκες, σημαίνει πως πλέον το κράτος θα πρέπει να βρει τρόπους να τις καλύψει, πράγμα για το οποίο δεν είναι έτοιμο, όπως μας εξηγεί η κ. Βέρα Καμπά, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Εργαζομένων στην Ειδική Αγωγή και παιδαγωγός στο Ίδρυμα «Θεοτόκος».
«Οι αντίστοιχες δομές δημοσίου χαρακτήρα δεν επαρκούν. Αφορούν αποκλειστικά υπηρεσίες για νέους μέχρι 18 ή 21 ετών. Δεν υπάρχει πρώιμη παρέμβαση στις προσχολικές ηλικίες και καμία μέριμνα για μετά την ενηλικίωση. Η δική μας δράση είναι διαφορετική. Μπορεί να φτάσει μέχρι την ισότιμη ένταξη του ατόμου στην αγορά εργασίας, αλλά ακόμη και αν δεν συμβεί αυτό, είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει οποιαδήποτε μορφή αυτοεξυπηρέτησης, ώστε να πάψουν να αποτελούν το αιώνιο βάρος. Οι γονείς τους δεν θα βρίσκονται εκεί για πάντα και θα πρέπει να μάθουν να λειτουργούν όσο το δυνατό πιο αυτόνομα».
Στο ερώτημα του τι θα γίνει μετά, κανείς δεν έχει απάντηση, ενδεχομένως ούτε καν εικόνα της κατάστασης. Το θέμα ίσως μοιάζει με σταγόνα στον ωκεανό των προβλημάτων του καθενός. Αν όμως κάνουμε μια προσπάθεια να βγούμε απ’ τον μικρόκοσμό μας και σηκώσουμε το βλέμμα, θα διαπιστώσουμε πως το πρόβλημα είναι παντού, βρίσκεται μέσα στο σπίτι μας. Χθες οι άνεργοι και οι συνταξιούχοι, σήμερα τα άτομα με αναπηρία, αύριο ποιος ξέρει;
Νικόλας Ακτύπης