Είναι κάποια αθλητικά γεγονότα που καταρρίπτουν τη λογική. Γελοιοποιούν τα προγνωστικά. Αψηφούν ακόμη και τη βαρύτητα.

Ναι. Το τελευταίο είναι άσχετο με τα δύο πρώτα. Κάποτε, όμως, ένας άνθρωπος πέτυχε και τα τρία. Ταυτόχρονα. Παίρνοντας λίγη φόρα. Και παρότι είχε πιει μερικά σφηνάκια τεκίλα…

Γράφει ο Νίκος Ράλλης

Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1968 στο Μεξικό λίγο έλειψε να μη γίνουν ποτέ. Το αν, τελικά, έπρεπε να γίνουν, είναι μια άλλη ιστορία. Δέκα μέρες πριν την τελετή έναρξης ο μεξικανικός στρατός είχε σφαγιάσει εκατοντάδες πολίτες (κυρίως φοιτητές), που -όπως και στη Βραζιλία τα τελευταία χρόνια- αντιδρούσαν για το τεράστιο κόστος των Αγώνων, ζητώντας, ταυτόχρονα, περισσότερη δημοκρατία, κοινωνική δικαιοσύνη, μόρφωση και δουλειά για όλους.

Είναι η εποχή όπου η κυβέρνηση του συντηρητικού δικηγόρου, Γκουστάβο Ντίας Όρντας, περιορίζει τις ελευθερίες με χουντικού τύπου διατάξεις και πρακτικές, όπως η απαγόρευση των συγκεντρώσεων με περισσότερα από τρία άτομα, οι μαζικές φυλακίσεις αντιφρονούντων και φυσικά, η βία και ο τρόμος στους δρόμους από τους φοβερούς «γκραναδέρος», ένα ειδικό σώμα της αστυνομίας με ειδίκευση στην καταστολή.

Στο πλαίσιο αυτό, στις 2 Οκτωβρίου, λίγες μόλις μέρες πριν ανάψει η φλόγα στο ''Estadio Olimpico Universitario'', η πλατεία Τρες Κουλτούρας στο Τλατέλολκο, μνημείο των Αζτέκων, πνίγεται στο αίμα. Οι φωνές για αναβολή δεν φτάνουν ποτέ στα αφτιά των ανθρώπων της ΔΟΕ. «Οι διαδηλώσεις και η βία δεν στρέφονται κατά των Ολυμπιακών Αγώνων. Έχουμε λάβει τις απαραίτητες διαβεβαιώσεις πως δεν θα γίνει τίποτα κατά την ειρηνική είσοδο της φλόγας στο στάδιο. Έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη στον λαό του Μεξικού, που φημίζεται για το φίλαθλο πνεύμα του και τη φιλοξενία. Όλοι θα ενωθούν και θα γιορτάσουν τους Αγώνες, που είναι μια όαση σε έναν ταραγμένο κόσμο», ανέφερε η λιτή ανακοίνωση της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής.



Αναμφίβολα, υπό τον φόβο να μη γίνουν οι Αγώνες, πάνω στους οποίους είχε στηθεί -όπως πάντα- ένας ατελείωτος χορός εκατομμυρίων, σκοπός της ΔΟΕ ήταν να κρατήσει την πολιτική έξω από τον αθλητισμό. Το 1968, άλλωστε, είναι μια χρονιά ορόσημο: Βίαιη καταστολή της Άνοιξης της Πράγας, μεγάλη γενική απεργία και εξέγερση φοιτητών στο Παρίσι, διαδηλώσεις ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ, δολοφονίες των Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και Ρόμπερτ Κένεντι, για να φτάσουμε, στους Ολυμπιακούς Αγώνες, στις υψωμένες γροθιές των Τόμι Σμιθ και Τζον Κάρλος, γεγονός που έφερε τον διωγμό τους από την ομάδα των ΗΠΑ και τον ισόβιο αποκλεισμό τους από τη διοργάνωση.

Την επομένη της ιστορικής κίνησης των δύο μαύρων αθλητών, ένας ψηλόλιγνος τύπος, που δεν σταματούσε να χαμογελάει λεπτό, στάθηκε στο βάθρο με τις μαύρες κάλτσες του σηκωμένες ως το γόνατο σε ένδειξη συμπαράστασης στους φίλους του, Τόμι και Τζον. Ήταν ο Μπομπ Μπίμον.

«Είναι γελοίος…»


Τη δεκαετία του '60, ακόμη τα νέα δεν ταξίδευαν γρήγορα σε ολόκληρο τον κόσμο, εκτός αν συνέβαινε κάτι συνταρακτικό. Έτσι, πέρα από τους Αμερικανούς, ουδείς γνώριζε πως στο άλμα σε μήκος συμμετείχε κάποιος Μπίμον. Δεν το γνώριζαν και ας είχε κερδίσει το 1968 τους 22 από τους 23 αγώνες στους οποίους είχε λάβει μέρος.

Η αλήθεια, όμως, είναι πως και οι περισσότεροι από όσους ήξεραν την περίπτωση του νεαρού Μπομπ, δεν του έδιναν και πολλές ελπίδες για διάκριση, καθώς στο Μεξικό βρίσκονταν όλα τα μεγάλα ονόματα του αθλήματος: Ο Αμερικανός Μπόστον, ο Σοβιετικός Οβανεσιάν, ο Ανατολικογερμανός Μπέερ και ο Βρετανός Ντέιβις. Θρύλοι όλοι τους. Ο ίδιος, μάλιστα, καθότι ολίγον τι χαβαλές, απολάμβανε την πρώτη του συμμετοχή σε Ολυμπιακούς Αγώνες και τα έβλεπε όλα σαν διασκέδαση. Τόσο πολύ, που κόντεψε να μείνει εκτός τελικού, αφού προκρίθηκε με το τρίτο και τελευταίο του άλμα, έπειτα από δύο άκυρα!



«Ο Μπίμον είναι γελοίος! Αν ο Λιν πηδήξει όσο καλά μπορεί, θα κάνει, πιθανότατα, επίδοση κοντά στα 8,3 μέτρα. Αλλά ο Μπίμον μπορεί να κάνει 8,5! Φοβάμαι πως ο Λιν δεν μπορεί να πάει τόσο μακριά. Πιστεύω, όμως, ότι μπορεί να πάρει το χρυσό, γιατί είναι καλύτερος στον ανταγωνισμό. Κανένας από τους συμμετέχοντες δεν μπορεί να μεγαλώσει το αγώνισμα όσο αυτό το παιδί, ο Μπομπ Μπίμον. Αλλά είναι γελοίος…».

Η εν λόγω δήλωση του Ρον Πίκεριν, προπονητή του ασημένιου Ολυμπιονίκη του Τόκιο, Λιν Ντέιβις, είναι χαρακτηριστική του πώς αντιμετώπιζαν οι αντίπαλοί του τον Μπίμον: Ως ένα θαύμα της φύσης, που μπορεί να τους νικήσει όλους, αλλά λίγο ασόβαρο και άρα, όχι ιδιαίτερα επικίνδυνο. Ο ίδιος ο Ντέιβις, άλλωστε, είχε δηλώσει: «Αν ο Μπίμον απογειωθεί (σ.σ. εννοώντας να πατήσει καλά πριν το άλμα), μπορούμε όλοι να ξεχάσουμε την πρωτιά. Έχει περισσότερες φυσικές ικανότητες από όλους μας. Ο Ραλφ (σ.σ. Μπόστον) μου είπε: "Μην τον νευριάσεις, Λιν, γιατί θα πηδήξει έξω από το σκάμμα". Αλλά υπάρχουν πολλά περισσότερα από τις φυσικές ικανότητες. Ο Μπίμον τίθεται απέναντι στη μεγάλη εμπειρία και στη μεγάλη κλάση και μπορεί εύκολα να τα θαλασσώσει». Και εδώ που τα λέμε, δεν είχαν άδικο…

Το προπατορικό αμάρτημα


Την παραμονή του τελικού και σε αντίθεση με τους υπόλοιπους αθλητές που κοιμόντουσαν από νωρίς, ο Μπίμον βγήκε έξω. Σε μία συνέντευξή του προ δεκαετίας αποκάλυψε πως ήπιε δεκάδες σφηνάκια τεκίλα εκείνο το βράδυ, ενώ γύρισε στο δωμάτιό του με την κοπέλα του, Γκλόρια. «Είχα διαπράξει το προπατορικό αμάρτημα στον αθλητισμό», έγραψε στην αυτοβιογραφία του. Την επόμενη μέρα ξύπνησε με φρικτό πονοκέφαλο, ενώ τον έτρωγαν οι τύψεις. Έριξε μπόλικο νερό στο πρόσωπό του, κοιτάχτηκε στον καθρέφτη και είπε στον εαυτό του: «Είσαι εδώ για έναν και μόνο σκοπό».


Ήταν προγραμματισμένο να πηδήξει τέταρτος. Έκατσε σε μια γωνία και είδες τους τρεις αντιπάλους του που προηγήθηκαν να κάνουν άκυρες προσπάθειες. Τον έζωσαν τα φίδια. Θυμήθηκε τον προκριματικό, που κόντεψε να ρεζιλευτεί, ενώ το κεφάλι του πήγαινε να σπάσει. Ο Μπίμον συγκεντρώθηκε και έλεγε στον εαυτό του: «Μην κάνεις άκυρο, μην κάνεις άκυρο…». Έλαβε θέση στον διάδρομο. Περίμενε 20 δευτερόλεπτα, περίπου, για να καθαρίσει το μυαλό του. Πήρε μια βαθιά αναπνοή και τίναξε ελαφρά τα χέρια και τα πόδια του. Όπως δήλωσε αργότερα: «Αισθάνθηκα μόνος. Δεν ένιωθα τα πόδια μου». Και έφυγε.

«Συγχαρητήρια, αλλά κατέστρεψες το αγώνισμα…»


Αυτό που έγινε δεν είχε προηγούμενο. O Μπίμον πάτησε τέλεια μπροστά από τη βαλβίδα και εκτινάχθηκε στα ύψη. Τα χέρια του ανέβηκαν άψογα πάνω από τους ώμους του και κοίταξαν τον ουρανό. Με απίστευτη ορμή, φύτεψε τα πόδια του στο χώμα, μόλις έξι δευτερόλεπτα μετά τον πρώτο του διασκελισμό. Βγήκε από το σκάμμα πηδώντας σαν καγκουρό και πέρασε κάνοντας τζόκινγκ μπροστά από τους κριτές, που γυρνούσαν και τον κοιτούσαν ένας ένας με ανοιχτό το στόμα.

Πέρασαν δευτερόλεπτα μέχρι να συνειδητοποιήσουν όλοι τι είχε συμβεί. Ακόμη και ο ίδιος ο Μπίμον δεν είχε καταλάβει πόσο μεγάλο ήταν αυτό που είχε πετύχει. Ήταν ένα τεράστιο άλμα, το κατάλαβε και ο ίδιος, αλλά δεν μπορούσε να υπολογίσει πόσο θα έλεγε η μεζούρα.

Ο πίνακας έγραψε 8,90μ., αλλά ο Αμερικανός δεν ήξερε να μετατρέψει τα μέτρα σε πόδια. Ενώ ο κόσμος στις εξέδρες παραληρούσε, έτρεξε γρήγορα στον Μπόστον και τον ρώτησε: «Πόσο πήδηξα;». «Νομίζω 29 πόδια», του απάντησε. Ο Μπίμον τρελάθηκε.

«Εγώ δεν μπορώ να πηδήξω τόσο μακριά», ούρλιαξε και σωριάστηκε κάτω από τη συγκίνηση! Κατάλαβε, πια, τι είχε κάνει όταν τον πλησίασε και του μίλησε ο σπουδαίος Οβανεσιάν: «Με τέτοια επίδοση μας έκανες όλους να φαινόμαστε παιδάκια», ήταν τα λόγια του. Όσο για τον Ντέιβις, συνήλθε γρήγορα και αφού κατάπιε τον εγωισμό του, είπε στον Μπίμον: «Συγχαρητήρια, αλλά να ξέρεις ότι κατέστρεψες το αγώνισμα»!


Η αγκαλιά με τον Πάουελ


Ήταν κάτι ανεπανάληπτο. Ακόμη και αν αργότερα αποδείχθηκε πως το υψόμετρο του Μεξικού και ο ούριος άνεμος ευνόησαν το θαύμα του Μπίμον, η επίδοσή του ήταν ασύλληπτη! Αρκεί να αναλογιστεί κανείς πως παραμένει η κορυφαία σε Ολυμπιακούς Αγώνες, ενώ χρειάστηκε να περάσουν 23 χρόνια για να σπάσει το ρεκόρ του Αμερικανού άλτη, στον απίστευτο αγώνα του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος του 1991, στο Τόκιο. Τότε, που ο Καρλ Λιούις έσπασε πρώτος το ρεκόρ του Μπίμον με 8,91μ. (αν και δεν μέτρησε, λόγω του ευνοϊκού ανέμου), για να «απαντήσει» ο Μάικ Πάουελ μέσα σε μερικά λεπτά με 8,95μ., σοκάροντας εκ νέου τον κόσμο! Λίγο καιρό μετά, ο Πάουελ συναντήθηκε με τον Μπίμον, τονίζοντας: «Δεν τον είχα δει ποτέ στη ζωή μου, αλλά αγκαλιαστήκαμε σφιχτά και ο Μπομπ έβαλε τα κλάματα, λέγοντάς μου ότι με αγαπάει»!

Ο Μπίμον δεν πέτυχε ποτέ ξανά κάτι ανάλογο στην καριέρα του. Μάλιστα, μετά το Μεξικό καλύτερή του επίδοση ήταν τα 8,22μ. Σαν να το έκανε επίτηδες. Για να θυμάται ο κόσμος μόνο «το άλμα του αιώνα», όπως ονομάστηκε.

Κάπως έτσι, δεν του πήρε πολύ καιρό μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1968 για να αποφασίσει να αποσυρθεί, μόλις στα 25 του, από τους στίβους και να το… ρίξει στο μπάσκετ, με τους Φοίνιξ Σανς να τον επιλέγουν στο ντραφτ! Το 1972, δε, πήρε και πτυχίο Κοινωνιολογίας! Πώς σχετίζονται όλα αυτά μεταξύ τους; Μπερδευτήκατε; Αυτός ήταν ο Μπομπ Μπίμον! Απρόβλεπτος, ανήσυχος, χαβαλές… ελεύθερος. Ένας άνθρωπος που μπορούσε να πετάξει.



via GIPHY


Το άλμα του αιώνα έγινε μέχρι και επεισόδιο στους Simpsons

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube
TAGS: Long Form