Ο Μυστικός δείπνος του Τζον Κάστι. Εκδόσεις Τραυλός.


Λέγεται, καμιά φορά, πως μία πετυχημένη ιστορία είναι σαν ένα καλομαγειρεμένο και γευστικό φαγητό. Θέλει καλά υλικά, καλό σεφ και φαντασία στον τρόπο μαγειρέματος. Στο βιβλίο του Τζον Κάστι «μυστικός δείπνος» τα έχουμε όλα.

Ο σέφ, ο Τζον Κάστι, είναι πανεπιστημιακός δάσκαλος. Καθηγητής στο Πολυτεχνείο της Βιέννης, το Santa Fe Institute και συγγραφέας βιβλίων εκλαϊκευμένης επιστήμης. Αρα, έχει το υπόβαθρο για να γράψει μία ιστορία επιστημονικής φαντασίας. Ξέρει, δηλαδή, να «μαγειρέψει».

Τι είδους φαί, όμως;

Α, εδώ ο σεφ είχε μία πολύ ενδιαφέρουσα ιδέα που βρίσκεται μέσα στον κύκλο των γνώσεων και των ενδιαφερόντων του. Με δεδομένο ότι καταφέρνει να εξηγεί, με απλά λόγια δύσκολες ή δυσνόητες επιστημονικες έννοιες για κάποιους σαν εμένα που –γενικά- δεν το έχουν με την επιστήμη, αυτό ήταν καλός οιωνός για την ανάγνωση της ιστορίας.

Η ιδέα. Μπορεί μία μηχανή να σκέφτεται; Ομορφα.

Και πως φτιάχνεις μία ωραία ιστορία με αυτή την ιδέα;

Εξαρτάται. Από τα υλικά που έγραψα στην αρχή και την φαντασία του Σεφ στο μαγείρεμα. Ο Κάστι, λοιπόν, συγκεντρώνει κάποιο βράδυ για ένα φανταστικό δείπνο στο Christ College του Κέμπριτζ, πέντε πολύ ενδιαφέρουσες προσωπικότητες και εξαιρετικά επιστημονικά μυαλά.

Τον Φυσικό και καθηγητή του Κέμπριτζ Τσαρλς Σνόου που είχε υπηρετήσει ως δημόσιος λειτουργός την αγγλική κυβέρνηση και στρατολογούσε επιστήμονες για λογαριασμό της, στην περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Τον Αλαν Τιούρινγκ, μαθηματικό που «έσπασε» τον κωδικό επικοινωνίας των γερμανικών υποβρυχίων στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και η υπολογιστική μηχανή που δημιούργησε θεωρείται προάγγελος της λογικής δομής των συγχρονων ψηφιακών υπολογιστών.

Τον Τζόν Χαλντέιν, γενετιστή, εκλαικευτή της επιστημης και πολιτικό ακτιβιστή του οποίου οι μελέτες βοήθησαν να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα στην κλασική γεντική και την θεωρία της εξέλιξης.

Τον Ερβιν Σρέντιγκερ, νομπελίστα φυσικό που έγινε διάσημος για το έργο του στον τομέα της κβαντικής μηχανικής που έφυγε το 1933 από την Γερμανία μετά τις απειλές που δέχτηκε από τους ναζί.

Τελευταίος αυτής της φοβερής παρέας, ο Λούντβιχ Βιτγκενστάιν, ο σπουδαιότερος ίσως φιλόσοφος του 20ου αιώνα που ανέπτυξε δύο εντελώς διαφορετικά συστήματα από τα οποία το δεύτερο απέρρριπτε, εξ’ ολοκλήρου το πρώτο.

Δεν θα σας αποκαλύψω πως μαγειρεύει ο Κάστι τα υλικά του, ούτε θα σας πω αν το κάνει με φαντασία. Μπορώ, όμως, να σας βεβαιώσω πως θα θυμώσετε. Επειδή η ιστορία δεν διαρκεί περισσότερο. Σκέπτομαι, βέβαια, πως έτσι γίνεται με τα ωραία φαγητά. Δεν τρως όλη την κατσαρόλα (όσο και αν θα το ήθελες).

2- Αντίο γλυκιά μου του Ρέιμοντ Τσαντλερ. Εκδόσεις Αγρα.


Η αστυνομική λογοτεχνία, τα τελευταία χρόνια έχει γίνει της μόδας. Για πολλούς λόγους.

Ο πρώτος είναι πως και άλλες χώρες άρχισαν να ανδεικνύουν συγγραφείς τους που υπηρέτησαν ή υπηρετούν το είδος, όταν η αμερικάνικη σχολή του αστυνομικού μυθιστορήματος που άρχισε να γεννιέται το 1930 και να ακμάζει παράλληλα με την ανάπτυξη του αστικού τοπίου στις ΗΠΑ, σταμάτησε να δίνει υλικό και δημιουργούς.

Ο δεύτερος ήταν ότι η εμπορική ανταπόκριση ήταν μεγάλη γεγονός που ενθάρρυνε τους εκδοτικούς οίκους να εκδίδουν το έργο τέτοιων συγγραφέων, που είχαν ο καθένας τις δικές του φυσιογνωμικές ιδιαιτερότητες., συχνά σε συμφωνία με την πραγματικότητα της χώρας του.

Ο τρίτος είναι πως το είδος της αστυνομικής λογοτεχνίας, η φόρμα του, σου επιτρέπει να διηγηθείς ιστορίες που θα ξεπερνούν κατά πολύ, ένα απλό whodoneit. Ποιός το έκανε, δηλαδή.

Με το αστυνομικό μυθιστόρημα μπορείς να διηγηθείς ιστορίες για τις παθογένειες των κοινωνιών του ανεπτυγμένου κονωνικού κράτους πρόνοιας, του Ευρωπαικού Βορρά όπως κάνει ο Νέσμπο ή ο Αρνε Νταλ. Μπορείς να διηγηθείς ιστορίες πολιτικών αδιεξόδων και συγκρούσεων, διαψεύσεων, διαφθοράς και τρομοκρατίας, όπως κάνει ο Ατια, ο Μανσέ ή ο Ιζζό. Μπορείς να διηγηθείς ιστορίες που έχουν ομφάλιο λώρο έναν τόπο, μιά πόλη, το Εδιμβούργο για παράδειγμα όπως κάνει ο Ράνκιν.

Ομως όπως κανείς δεν μαθαίνει οδήγηση πανω σε μία Πόρσε Καρέρα ή μιά Φερράρι, έτσι και με την αστυνομική λογοτεχνία. Για να βρείς την άκρη του νήματος της απόλαυσης που οδηγεί στο σήμερα, ξεκινάς από τον Ενα. Τον δάσκαλο. Εκείνον που ο κίνδυνος ήταν η δουλειά του.

Τον Ρέιμοντ Τσάντλερ. Στις ιστορίες του Τσάντλερ, όλο το χρυσάφι βρίσκεται στον χαρακτήρα του βασικού ήρωα που δημιούργησε. Του μοναχικού ντέντεκτιβ Φίλιπ Μάρλοου (που ενσάρκωσε στον κινηματογράφο, μοναδικά, ο Ρόμπερτ Μίτσαμ και κατά την γνώμη μου καλύτερα από τον Μπόγκαρτ). Εναν τύπο που είναι σκληρός, απότομος, ευφυής και χιουμορίστας, ποιητικός και ευαίσθητος, σαρκαστής και κυνικός, καθόλου υπεράνθρωπος, που πίνει ουίσκυ και καπνίζει πολύ, που ξέρει να ρίξει γροθιές (και να τις φαει επίσης), που γοητεύεται από τις μοιραίες γυναίκες οι οποίες είναι στην αρχή, την μέση και το τέλος κάθε προβλήματός του.

Η μάλλον, όχι. Στο τέλος έχει πάντα ένα ουίσκι. Και ένα άφιλτρο.

Το «αντίο γλυκιά μου» είναι σαν ένα 25χρονο μολτ. Θέλει σεβασμό για να σου χαρίσει σπάνια απόλαυση.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube