Αφιερώματα

Και ο πάγκος έχει τη λάμψη του

Football Manager… Το παιχνίδι που όλοι λατρεύουμε γιατί πολύ απλά… «ντυνόμαστε» και γινόμαστε προπονητές. Συνήθως, επιλέγουμε κάποιον σύλλογο και όχι μια Εθνική ομάδα.Το σκεπτικό, περίπου ως εξής: «Σιγά μη πάρω Εθνική ομάδα για να παίζω επίσημο παιχνίδι κάθε δύο χρόνια!» Η δουλειά του ομοσπονδιακού τεχνικού μοιάζει κάπως βαρετή μέχρι να έρθει κάποια μεγάλη διοργάνωση. Αλλά όταν στο καλεντάρι υπάρχει το Euro ή το Mundial, τότε και οι προπονητές απολαμβάνουν τις δάφνες των επιτυχιών και της δόξας

Football Manager… Το παιχνίδι που όλοι λατρεύουμε γιατί πολύ απλά… «ντυνόμαστε» και γινόμαστε προπονητές. Συνήθως, όμως, επιλέγουμε κάποιον σύλλογο και όχι μια Εθνική ομάδα. Το σκεπτικό, περίπου ως εξής: «Σιγά μη πάρω Εθνική ομάδα για να παίζω επίσημο παιχνίδι κάθε δύο χρόνια!» Και όντως… έτσι είναι περίπου! Η δουλειά του ομοσπονδιακού τεχνικού μοιάζει κάπως βαρετή μέχρι να έρθει κάποια μεγάλη διοργάνωση. Αλλά όταν στο καλεντάρι υπάρχει το Euro ή το Mundial, τότε και οι προπονητές απολαμβάνουν τις δάφνες των επιτυχιών και της δόξας.

Ποιος μπορεί, άλλωστε να ξεχάσει τους ύμνους και τους τόνους μελανιών που χύθηκαν για τον Ότο Ρεχάγκελ όταν η Ελλάδα ύψωνε στον ουρανό της Πορτογαλίας το Ευρωπαϊκό το 2004; Ο χερ Ότο πέρασε στο πάνθεον των προπονητών και γνώρισε καθολική αποθέωση. Ποιοι είναι όμως, οι προπονητές που (αναμένεται) να κλέψουν την παράσταση στο Μundial της Νοτίου Αφρικής;

Γράφει ο Βαγγέλης Αυγουστής

5) Κάρλος Ντούνγκα: Είναι αντιπαθητικός; Ίσως, ναι! Είναι αντιστάρ; Μάλλον, ναι! Είναι λάτρης της τακτικής αντί του θεάματος; Σίγουρα, ναι! Ειδικά το τελευταίο, όταν αναφέρεσαι σε μια ομάδα όπως η εθνική Βραζιλίας είναι.. απαγορευτικό! Κι όμως, ο Κάρλος Ντούνγκα είναι επιτυχημένος στη θέση του ομοσπονδιακού τεχνικού της «σελεσάο» και γι’ αυτό οι απανταχού Βραζιλιάνοι δέχονται να βλέπουν τακτική, πολύ τρέξιμο ακόμα και αντεπιθέσεις, αντί για ντρίπλες, γκολ και θέαμα. Το σύγχρονο ποδόσφαιρο έχει αλλάξει και ο Ντούνγκα το γνωρίζει καλά. Κατέκτησε (ως προπονητής) το Κόπα Αμέρικα το 2007, το Κονφεντερέισονς δύο χρόνια αργότερα, ενώ την «αιώνιο» Αργεντινή την έχει… πελάτη του. Αρκετοί θα θυμούνται ότι δεν κάλεσε τον Ροναλντίνιο και άλλους «φαντεζί» ποδοσφαιριστές στην Εθνική, αλλά είναι δεδομένο ότι θα τον θυμούνται πολλοί περισσότεροι αν ανέβει στο πρώτο σκαλί του βάθρου. Σίγουρα δεν θα δούμε το θέαμα της Βραζιλίας του 1970, αλλά ίσως το αποτέλεσμα να είναι το ίδιο.

4) Βιθέντε Ντελ Μπόσκε: Πριν το 2008 η Ισπανία ήταν ότι και η… Αγγλία. Δηλαδή, ένα σύνολο με πολλούς αστέρες, που δεν ήταν όμως ομάδα και του έλειπαν οι επιτυχίες. Οι προικισμένοι Ισπανοί ποδοσφαιριστές μπορεί να ήταν οι καλύτεροι στον κόσμο, αλλά όποτε αγωνίζονταν με το εθνόσημο, απογοήτευαν! Αρκετοί ήταν αυτοί που τους είχαν κολλήσει τη ταμπέλα των loosers, αλλά αυτό μέχρι το 2008 και τη στιγμή που κατέκτησαν το Ευρωπαϊκό. Ο Βιθέντε Ντελ Μπόσκε κλήθηκε να συνεχίσει το έργο του Λουίς Αραγονιές και μέχρι στιγμής τα πηγαίνει περίφημα. Έχοντας εμπειρία από πρωταθλητισμό (2 πρωταθλήματα και 2 Τσάμπιονς Λιγκ με τη Ρεάλ Μαδρίτης) ο 59χρονος έχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα σύνολο που αγωνίζεται για την ομάδα. Στο ρόστερ του υπάρχουν Βάσκοι, Καστεγιάνοι, αλλά πλέον όλοι παίζουν με σκοπό να κάνουν περήφανη τη χώρα. Παρότι δεν είναι φαν των μίντια, δεν αποποιείται το ρόλο του φαβορί για την Ισπανία.

3) Μαρσέλο Λίπι: Στη χώρα του τον λατρεύουν γιατί τους έκανε να κυκλοφορούν με το κεφάλι ψηλά. Σε μια περίοδο όπου η ποδοσφαιρική Ιταλία είχε γνωρίσει την παγκόσμια κατακραυγή λόγω του σκανδάλου «Calciopoli», ο Μαρσέλο Λίπι οδηγούσε τη «σκουάτρα ατζούρα» στην κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 2006. Έχοντας κερδίσει πέντε φορές τον πρωτάθλημα στη Serie A, έχοντας ένα Τσάμπιονς Λιγκ στην κατοχή του, ο «Πολ Νιούμαν» του ιταλικού ποδοσφαίρου έχει βραβευτεί τρεις φορές (1996, 1998, 2006) ως ο καλύτερος προπονητής στον κόσμο. Φέτος, η Ιταλία κατεβαίνει στη Ν. Αφρική ως αουτσάιντερ, αλλά με 4 κατακτήσεις Μουντιάλ στην ιστορία της και με την «αλεπού» στον πάγκο της, ποιος μπορεί να την αγνοήσει;

2) Ότο Ρεχάγκελ: Και μόνο η παρουσία του αρκεί. Είναι ο άνθρωπος που έχει οδηγήσει τη χώρα μας στις μεγαλύτερες στιγμές της ποδοσφαιρικής ιστορίας και αυτός στον οποίο πιστώνεται η μεγαλύτερη έκπληξη στα χρονικά του ποδοσφαίρου. Την κατάκτηση του Ευρωπαϊκού το 2004. Πολλοί είναι αυτοί που τον χαρακτηρίζουν εγωιστή και «ξεροκέφαλο», αλλά στα 71 του, ο Ρεχάγκελ ξέρει καλύτερα από τον καθένα τα μυστικά της προπονητικής. Συνηθισμένος στα... θαύματα, κατέκτησε την Μπουντεσλίγκα με την Καϊζερσλάουτερν το 1998, ενώ ένα χρόνο πριν αγωνιζόταν στη δεύτερη κατηγορία! Είναι αυτός που χάρισε στη Βέρντερ Βρέμης δύο πρωταθλήματα και δύο Κύπελλα Γερμανίας, καθώς και ένα Κύπελλο Κυπελλλούχων Ευρώπης. Η τακτική με την οποία πανηγύρισε στην Πορτογαλία, ακόμα συζητιέται από «ειδικούς» του ποδοσφαίρου, αλλά το ατού του Ρεχάγκελ είναι ότι παίρνει από τους παίκτες του το 100% των δυνατοτήτων τους. Προκαλεί συζητήσεις με τις αποφάσεις του, αλλά ποιος –στ’ αλήθεια- μπορεί να πει κάτι σε αυτόν τον άνθρωπο;

1) Φάμπιο Καπέλο: Οι ελπίδες της Αγγλίας να πετύχουν –επιτέλους- κάτι καλό σε μεγάλη διοργάνωση, οφείλονται στον προπονητή της. Ο Ιταλός τεχνικός έχει κατακτήσει επτά φορές τον τίτλο στη χώρα του (4 με τη Μίλαν, 2 με τη Γιουβέντους) με τη μία από αυτές να είναι με τη Ρόμα το 2001. Οι «Ρωμαίοι» επέστρεψαν στην κορυφή έπειτα από αναμονή 18 χρόνων. Το παλμαρέ του 63χρονου όμως, δεν τελειώνει εδώ. Δύο πρωταθλήματα με τη Ρεάλ Μαδρίτης και φυσικά το Τσάμπιονς Λιγκ το 1994, στον αλησμόνητο τελικό της Αθήνας, όταν οι "ροσονέρι" είχαν διασύρει τη Μπαρτσελόνα με 4-0. Λάτρης της τακτικής και της σωστής αμυντικής λειτουργίας (όπως όλοι οι Ιταλοί τεχνικοί), ο Καπέλο φαίνεται να έχει καταφέρει να «δέσει» τους πολλούς Άγγλους σταρ και να μην επηρεάζεται από σημαντικές απουσίες όπως αυτή του Μπέκαμ. Αξιοσημείωτο ότι για πρώτη φορά η Αγγλία ταξιδεύει με χαμηλούς τόνους σε μια μεγάλη διοργάνωση.

* Ξεχωριστή μνεία αξίζει και ο Ότμαρ Χίτσφελντ. Ο 61χρονος τεχνικός είναι ο αστέρας σε μία ομάδα όπως η Ελβετία, που ευελπιστεί ότι έχει βρει τον δικό της… Ρεχάγκελ. Τα… «καμώματα» του έμπειρου προπονητή πολλά. Αυτός, ο Ένρστ Χάπελ και πλέον, ο Ζοσέ Μουρίνιο, είναι οι μόνοι που έχουν κατακτήσει το Τσάμπιονς Λιγκ με δύο διαφορετικές ομάδες. Όταν δε, κάποιος παρατηρήσει το παλμαρέ του, ζαλίζεται. Πέραν της κατάκτησης της Ευρώπης με τη Ντόρτμουντ (1997) και τη Μπάγερν Μονάχου (2001), ο Χίτσφελντ έχει πέντε τίτλους στην Ελβετία (δύο πρωταθλήματα, τρία κύπελλα) επτά… «σαλατιέρες» στην κατοχή του (τα δύο με Ντόρτμουντ, τα υπόλοιπα με τους Βαυαρούς) και τρία Κύπελλα. Έχει ψηφιστεί δύο φορές ως ο καλύτερος τεχνικός στον κόσμο, ενώ οι Γερμανοί τον επέλεξαν ως τον κορυφαίο προπονητή στην ιστορία τους.

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Σχετικά βίντεο

close menu
x