Πριν από περίπου δύο χρόνια, ο Ρόναλντ Κούμαν ήταν το επόμενο μεγάλο προπονητικό όνομα στην Ευρώπη. Τότε, είχε αρνηθεί κατ’ επανάληψη τη θέση του προπονητή στην Μπαρτσελόνα, για να αναλάβει τη νεανική ομάδα του Αγιαξ. Σήμερα, είναι χωρίς δουλειά. Στις 3 Δεκεμβρίου του 2001 ανέλαβε τον Αγιαξ, παίρνοντας από τον Αντριάνσε μία ομάδα σχεδόν διαλυμένη. Ο Αντριάνσε είχε προσπαθήσει να χτίσει μία ομάδα από πιτσιρικάδες με εξαιρετικό ταλέντο, που όμως δεν ήταν έτοιμοι να αντέξουν την πίεση ως μέλη της πρώτης ομάδας του Αγιαξ. Η προσπάθεια του Αντριάνσε να μπολιάσει τους πιτσιρικάδες με κάποιους έμπειρους -φθηνούς και μέτριους- ξένους ποδοσφαιριστές, δεν είχε αποτέλεσμα. Ο Κούμαν κατάφερε μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα να ανατρέψει το κλίμα στην ομάδα και μάλιστα να κερδίσει και το πρωτάθλημα. Η χρονιά που ακολούθησε ήταν ακόμη καλύτερη. Ισως καλύτερη και από τη χρονιά του 1994-95, όταν ο Αίαντας κατέκτησε τον τελευταίο του ευρωπαϊκό τίτλο. Και αυτό συνέβη, παρά το γεγονός ότι εκείνη την περίοδο ο Αγιαξ έχασε για ένα βαθμό το πρωτάθλημα από την Αiντχόφεν. Νεαροί ποδοσφαιριστές όπως ο Ραφαέλ Βαν ντερ Βάαρτ, ο Στίβεν Πιενάαρ, ο Κριστιάν Κίβου, ο Αντι Βαν ντερ Μέιντε και ο Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς οδήγησαν την ομάδα στους “4” του Τσάμπιονς Λιγκ και αποκλείστηκαν από τη Μίλαν στις καθυστερήσεις ενός αξέχαστου παιχνιδιού, στο Σαν Σίρο. Ο μέσος όρος εκείνης της ομάδας ήταν τα 21 χρόνια και ο Βαν ντερ Βάαρτ ανακηρύχτηκε ο καλύτερος νέος ποδοσφαιριστής της Ευρώπης. Εκείνη η ομάδα επαινέθηκε για το επιθετικό της πνεύμα, τη μαχητικότητά της και τους ταλαντούχους νεαρούς ποδοσφαιριστές της. Το καλοκαίρι που ακολούθησε ο Κούμαν αρνήθηκε πρόταση της Μπάρτσα και παράλληλα επέτρεψε σε δύο από τους ποδοσφαιριστές του, τον Κίβου και τον Βαν ντερ Μέιντε, να εγκαταλείψουν την ομάδα. Ο πρώτος για τη Ρόμα και ο δεύτερος για την Ιντερ. Αυτή η απόφαση έμελλε να «κυνηγά» τον Κούμαν για όλο το επόμενο χρονικό διάστημα που θα παραμείνει στον πάγκο του Αίαντα. Η αποχώρηση των δύο αυτών ποδοσφαιριστών δημιούργησε κενά στην άμυνα και τη δεξιά πλευρά, τα οποία ποτέ δεν αναπληρώθηκαν. Οι πρώτοι τριγμοί άρχισαν να φαίνονται όταν ο Κούμαν συγκρούστηκε με έναν από τους νεαρούς σταρ της ομάδας, τον Αιγύπτιο Μίντο. Ο Αιγύπτιος άργησε σε μια προπόνηση και αμφισβήτησε παράλληλα τη χρησιμότητα της σιδηράς πειθαρχίας του προπονητή του. Και εκεί τελείωσε. Παρά το γεγονός ότι την περίοδο 2003/04 ο Αγιαξ πήρε το πρωτάθλημα, τα προβλήματα του Κούμαν με τους ποδοσφαιριστές του πλήθυναν. Αντιπαράθεση με τον Ιμπραΐμοβιτς, κόντρα με τον Τραμπελσί που έκανε απεργία για να εκβιάσει νέο συμβόλαιο, κόντρα με τον Γουέσλεϊ Σνάιντερ, που ήθελε να ξεκινά στην ενδεκάδα, κόντρα με τον Βαν ντερ Βάαρτ, που ήθελε να παίζει σε διαφορετική θέση από αυτήν που τον έβαζε ο Κούμαν. Την ίδια στιγμή, ο Πιενάαρ ήταν συχνά εκτός φόρμας, ενώ δύο νεαροί διεθνείς ταλαντούχοι ποδοσφαιριστές, ο Χαϊτίνγκα και ο Ντε Γιονγκ δεν έβρισκαν θέση βασικού στην ομάδα, γεγονός που οδήγησε τον Τύπο να ασκήσει σκληρή κριτική στον Κούμαν. Ο εγωϊσμός του Κούμαν και η συγκρουσιακή του διάθεση τον έφεραν σε ρήξη και με το διευθυντή της ομάδας, τον Βαν Γκάαλ, με αποτέλεσμα την παραίτηση του δεύτερου. Ο Ιμπραΐμοβιτς πήρε μεταγραφή για τη Γιούβε και ο αντικαταστάτης του, ο Αγγελος Χαριστέας, ήρθε στην ομάδα πέντε μήνες μετά, τα Χριστούγεννα. Ο Ντε Γιόνκ, ο Σνάιντερ και ο Βαν ντερ Βάαρτ τον αμφισβητούσαν ανοικτά και στα μέσα Φλεβάρη ο Κούμαν αναγκάστηκε να τα παρατήσει. Ομως, πουθενά δεν θα ξαναβρεί μία κατάσταση τόσο υποσχόμενη, όσο εκείνη που συνάντησε στον Αγιαξ, τον Δεκέμβριο του 2001.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube