Ο Παναγιώτης Γιαννάκης ήταν πετυχημένος όπου κι αν δούλεψε ως προπονητής. Και στον Πανιώνιο και στο Μαρούσι και στην Εθνική ομάδα! Από την άποψη αυτή ο Ολυμπιακός έκανε πάρα πολύ καλά που τον εμπιστεύθηκε σ' αυτή τη δύσκολη για την ομάδα του στιγμή. Με τη διαφορά ότι αυτό που έκανε τώρα θα έπρεπε να το είχε κάνει πριν από 19 μήνες, όταν στη θέση του Κασλάουσκας προσέλαβε τον Γκέρσον.

Παρ' όλα αυτά, το ζητούμενο δεν είναι τι θα μπορούσε να είχε κάνει ο Γιαννάκης αν βρισκόταν όλο αυτό το διάστημα στη θέση του Γκέρσον, ούτε τι έχασε ο Ολυμπιακός σε χρόνο και χρήμα από τη λανθασμένη του απόφαση να προσλάβει τον Ισραηλινό προπονητή, αλλά τι μπορεί να κάνει ο Γιαννάκης υπό τις δυσμενείς συνθήκες του παρόντος.

Μερικοί νομίζουν ότι επειδή ο Ολυμπιακός έχει μια διοίκηση ικανή να υποστηρίζει οικονομικά την οποιαδήποτε επιλογή του προπονητή, τα πράγματα από δω κι εμπρός θα είναι εύκολα και για τον Γιαννάκη και για τον Ολυμπιακό. Λάθος. Οπως λάθος είναι επίσης ότι οι παίκτες που στελεχώνουν σήμερα τον Ολυμπιακό είναι μεγάλοι σε αξία, οπότε δεν χρειάζεται παρά ένας καλός προπονητής για να τους βάλει στον σωστό δρόμο.

Ειδικά γύρω από αυτό το τελευταίο θέμα, στις τάξεις των «ερυθρολεύκων» έχει καλλιεργηθεί ένας πάρα πολύ επικίνδυνος μύθος. Διότι, κατ' αρχάς, κανένας από τους τέσσερις Αμερικανούς που αποκτήθηκαν το περασμένο καλοκαίρι δεν είναι πραγματικά μεγάλος παίκτης και το σημαντικότερο (με εξαίρεση τον Μπλάκνεϊ) δεν ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές Γιαννάκη.

Ο Γκριρ είναι ένας μικρόσωμος γκαρντ που διαθέτει ταχύτητα, εκτελεστική ικανότητα και θράσος, αλλά θέλει μια μπάλα μόνος του, γεγονός που αυτομάτως τον καθιστά πρόβλημα για οποιαδήποτε ομάδα προσπαθεί να λειτουργήσει με βάση τη συνεργασία και τη λογική. Ταυτόχρονα, είναι πολύ αδύναμος στον αμυντικό τομέα, στην επίθεση δεν έχει παιχνίδι χωρίς την μπάλα, πολύ συχνά οι επιλογές του είναι τραβηγμένες από τα μαλλιά, ενώ σε όλες τις δύσκολες στιγμές σκέφτεται το μπάσιμο ή το σουτ και σχεδόν ποτέ την πάσα στον ελεύθερο συμπαίκτη.

Ο Γουντς, όταν ήρθε στην Ελλάδα, διαφημίστηκε σαν μια μικρογραφία του Τζόρνταν. Και πράγματι μπορεί να βάλει καλάθι με όποιον τρόπο θέλει! Μόνο που, επί της ουσίας, δεν ξέρει ή δεν είναι πρόθυμος να κάνει τίποτε άλλο... Με την άμυνα δεν έχει καμιά σχέση, με το οργανωμένο επιθετικό παιχνίδι επίσης καμία. Είναι κλασική περίπτωση παίκτη επίδειξης, ο οποίος κάποια βραδιά μπορεί να βάλει 30 πόντους, αλλά τις επόμενες θα είναι εκτός τόπου και χρόνου.

Ο Τζάκσον είναι πιο νορμάλ από τους δύο προηγούμενους. Για την ακρίβεια, επιθετικά είναι λίρα εκατό, διότι διαθέτει και εκτέλεση και δημιουργία. Μάλιστα, το γεγονός ότι απειλεί τόσο από κοντά όσο και από μακριά το αντίπαλο καλάθι δημιουργεί τεράστιες δυσκολίες στην αντιμετώπισή του. Ομως, όσο σπουδαίος είναι στην επίθεση τόσο κακός είναι στην άμυνα, όπου τα αργά πόδια του δεν του επιτρέπουν να καλύψει χώρους, ούτε φυσικά να βγει μισό μέτρο έξω από το... ζωγραφιστό. Επίσης, δύσκολα βάζει το κορμί του στη φωτιά και συνήθως δεν σηκώνει ούτε τα χέρια του για να δυσκολέψει έναν αντίπαλο που μπορεί να απειλεί το καλάθι της ομάδας του.

Ο Μπλάκνεϊ είναι ο μόνος από τους Αμερικανούς που ανταποκρίνεται στη λογική Γιαννάκη. Ξέρει να οργανώσει και να κρατήσει τον ρυθμό, ξέρει πότε και πώς θα πάρει επιθετικές πρωτοβουλίες και είναι σε θέση να αξιοποιεί συμπαίκτες οι οποίοι, για να φανούν, έχουν ανάγκη τη δημιουργία του διπλανού τους. Επίσης, είναι αποτελεσματικός στην πίεση πάνω στην μπάλα, αλλά βέβαια είναι κοντός και όχι στην άνθηση της νεότητάς του.

Η προσωπική μου άποψη είναι ότι ο Γκριρ και ο Γουντς δεν μπορούν να παίξουν μπάσκετ με τον Γιαννάκη, επειδή δεν έχουν καμιά σχέση με τη λογική του νέου «ερυθρόλευκου» προπονητή. Βεβαίως, δεν είναι εύκολο να τους διώξει και γι' αυτό θα προσπαθήσει να τους εντάξει, σε όποιο βαθμό είναι δυνατό, στο πρόγραμμα και τη λογική του και παράλληλα να πάρει περισσότερα πράγματα από παίκτες που μέχρι τώρα είχαν μικρότερους ρόλους.

Για παράδειγμα, ο Παπαμακάριος, χωρίς να έχει τα προσόντα των Αμερικανών, είναι ένας παίκτης που μπορεί να βοηθήσει αποφασιστικά στην παρούσα φάση. Γιατί παίζει με το μυαλό και όχι με το ένστικτο, γιατί βάζει την ομάδα πάνω από τον εαυτό του και γιατί μπορεί να προσφέρει αυτό που στον Ολυμπιακό είναι αγαθό εν ανεπαρκεία, δηλαδή σκληρή αμυντική προσπάθεια.

Με λίγα λόγια, με τη μετάβαση από τον Γκέρσον στον Γιαννάκη ο Ολυμπιακός πήγε από το ένα άκρο στο άλλο. Δηλαδή από την επιθετική ανεμελιά που χαρακτήριζε τη λογική του Ισραηλινού στον πλήρη ορθολογισμό, που είναι το σήμα κατατεθέν του Γιαννάκη. Και όπως αντιλαμβάνεται κανείς, αυτή η ακραία διαφορά στον τρόπο αντίληψης των πραγμάτων θα προκαλέσει πρόσθετα προβλήματα, ειδικά τον πρώτο δύσκολο καιρό.

Εκείνο, πάντως, που χρειάζεται να ξέρει ο Ολυμπιακός είναι ότι ο «δράκος» δεν είναι θαυματοποιός, αλλά ένας σκληρός και μεθοδικός εργάτης, τα αποτελέσματα της δουλειάς του οποίου θα φανούν με την πάροδο του χρόνου. Πράγμα που σημαίνει ότι βεβαίως και οι «ερυθρόλευκοι» έκαναν στο πρόσωπό του τη σωστή επιλογή, αλλά ταυτόχρονα δεν πρέπει να βιάζονται, ούτε και να απογοητευθούν από τις πίκρες που πιθανότατα θα συνεχίσουν να γεύονται μέχρι το τέλος της χρονιάς.

Σε βάθος χρόνου ο Ολυμπιακός θα εισπράξει από τον Γιαννάκη σοβαρότητα και πειθαρχία σε όλους τους τομείς και βελτίωση των νεαρών ταλαντούχων παικτών που έχει εντάξει στη δύναμή του. Δηλαδή, χάρη στη δουλειά του νέου τους προπονητή, οι «ερυθρόλευκοι» θα αποκτήσουν στα πρόσωπα των Βασιλόπουλου, Μπουρούση, Πρίντεζη, Μαυροκεφαλίδη, Τεόντοσιτς, Βασιλειάδη, Σεϊμπούτις (αλλά και του Βουγιούκα, που τώρα είναι στο Ρέθυμνο) εκείνο τον σκληρό πυρήνα δικών τους παικτών, πάνω στον οποίο θα χτίσουν τη μεγάλη ομάδα που έχουν κατά νου ο Παναγιώτης και ο Γιώργος Αγγελόπουλος.

Συν τοις άλλοις, όμως, η έλευση του Γιαννάκη αναθερμαίνει τις ελπίδες και για τη σωτηρία του Σχορτσιανίτη, ο οποίος, κατά ένα μέρος τουλάχιστον, έπεσε θύμα της αντιμετώπισης που του επιφύλαξε ο Γκέρσον. Οχι βέβαια ότι δεν έφταιγε και ο ίδιος –το αντίθετο μάλιστα. Ομως, τώρα, στο πρόσωπο του «δράκου» ο σίγουρα προβληματικός Σοφοκλής θα βρει έναν προπονητή που αφενός ξέρει τα κουμπιά του και αφετέρου του προκαλεί αισθήματα εμπιστοσύνης, που του είναι εντελώς απαραίτητα λόγω της εύθραυστης ψυχολογίας η οποία τον διακρίνει.

Και εδώ που τα λέμε, αυτό (δηλαδή ο Σχορτσιανίτης) θα είναι και το μεγάλο στοίχημα για τον Γιαννάκη, ο οποίος ξέρει πολύ καλά ότι με τον σέντερ-μπετονιέρα σε πλήρη αγωνιστική δράση ο Ολυμπιακός αλλάζει αυτομάτως αγωνιστικό επίπεδο και παράλληλα αποκτά ένα καταλυτικό σημείο υπεροχής έναντι του «αιώνιου» αντιπάλου, Παναθηναϊκού, ο οποίος, φυσιολογικά, προηγείται σήμερα σε πλείστους όσους τομείς.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube