Το μακρινό πλέον 1986 ο Ολυμπιακός, με προπονητή τον Αντώνη Γεωργιάδη, έπαιζε σπουδαία μπάλα, αλλά είχε χάσει πολύ έδαφος στο πρωτάθλημα και είχε κάνει μοναδικό στόχο του το Κύπελλο. Κληρώθηκε Μάρτιο μήνα να αντιμετωπίσει τον Ηρακλή και έχασε 1-0 στο πρώτο ματς στη Θεσσαλονίκη, όπως συνηθίζει στο Κύπελλο με αντίπαλο τον «Γηραιό». Νωρίς νωρίς στη ρεβάνς βρέθηκε να χάνει 0-1, με ένα γκολ –αν θυμάμαι καλά– του Σάββα Κωφίδη. Ισοφάρισε με ένα γκολ του Πέτρου Ξανθόπουλου, προηγήθηκε με ένα πέναλτι του «Αναστό» και προκρίθηκε με ένα γκολ του Μίλος Σέστιτς.

Ιστορία
Στο ματς εκείνο είχαν μπει, πιθανότατα για πρώτη και τελευταία φορά στην ιστορία του ποδοσφαίρου, δύο γκολ από τη γραμμή του άουτ. Το γκολ του Ξανθόπουλου είχε μπει με σουτ έπειτα από εκτέλεση κόρνερ, με σπάσιμο της μπάλας προς το σκόρερ. Το γκολ του Σέστιτς είχε μπει με πλασέ έπειτα από διείσδυση του δαίμονα Σέρβου. Σε αυτόν πιθανότατα μοιάζει ο Καστίγιο πιο πολύ από οποιονδήποτε άλλον.

Κουμανταδόρος
Ο Θρύλος λέει ότι όταν ο τότε Γιούργκεν Κέσλερ πήγε να τσεκάρει τον Σέστιτς σε έναν αγώνα του Ερυθρού Αστέρα με τη Βοϊβοντίνα τον Νοέμβριο του 1984, οι Σέρβοι είχαν στήσει το ματς για να τον πουλήσουν! Ο Σέστιτς ήταν παίκτης επιπέδου εθνικής Γιουγκοσλαβίας (δηλαδή σχεδόν πολυτέλεια για τον Ολυμπιακό και το ελληνικό πρωτάθλημα) και βασικός στη μεγάλη ομάδα των γειτόνων, που είχε παίξει στα τελικά του Πανευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του 1984. Αλλά δεν ήταν «δεκάρι» και ο Ολυμπιακός έψαχνε (τότε, όπως και πάντα) κουμανταδόρο.

«Δεκάρι»
Για να τσιμπήσει ο αγοραστής και να πιστέψει ότι βρήκε τον Μαραντόνα της Σερβίας, οι δύο ομάδες, σύμφωνα με τις γραφές της εποχής, προσυνεννοήθηκαν: ο προπονητής του Αστέρα τον έβαλε να παίξει «δεκάρι», οι αντίπαλοι τον μάρκαραν από απόσταση, ο Μίλος μοίραζε ασίστ κινούμενος στον άξονα και έβαλε και γκολ από φάουλ. Η ιστορία (μέσα στη διαχρονική εξωφρενικότητά της) πρέπει να έχει μια δόση αλήθειας. Ο Σέστιτς είχε καλές σχέσεις με τη Βοϊβοντίνα και τον πρόεδρό της και όταν έφυγε από τον Ολυμπιακό πήγε να παίξει εκεί. Μάλιστα, κέρδισε με τη φανέλα της και το πρωτάθλημα Γιουγκοσλαβίας γιατί ήταν παικταράς. «Δεκάρι» όμως δεν ήταν, ούτε και έγινε ποτέ του.

Πειθαρχία
Ο Καστίγιο επίσης δεν είναι «δεκάρι». Ούτε πλάγιος παίκτης είναι, όπως δεν ήταν και ο Σέστιτς, που αγωνιζόταν έξω δεξιά, με βασικό προσόν να προσπαθεί να τρελάνει τον Στράτο Αποστολάκη, τον οποίο άφηνε συστηματικά ακάλυπτο. Στην αρχή η αναρχικότητα του παιχνιδιού του, οι διεισδύσεις και οι ντρίμπλες του, οι εμπνεύσεις και τα γκολ του (που ναι μεν ήταν λίγα, αλλά όμως όλα χαϊλάιτ) έκαναν τον κόσμο του Ολυμπιακού να τον ερωτευτεί. Τέτοιου είδους παίκτες γεννούν κεραυνοβόλους καλοκαιρινούς έρωτες, πάθη που έρχονται με την πρώτη ματιά μετά τη μεταγραφική περίοδο. Με τη δεύτερη ματιά, όταν συνηθίσεις τα χούγια τους και βαρεθείς τις φιγούρες τους, ο έρωτας σβήνει το χειμώνα. Ο Σέστιτς δεν έβγαλε ούτε τρία χρόνια στον Ολυμπιακό. Τον έδιωξε έναν Δεκέμβριο ο Παναγούλιας για να κατακτήσει ένα πρωτάθλημα. Για τον ακριβοδίκαιο προπονητή η ηρεμία μετρούσε πιο πολύ από τα κόλπα του Σέρβου, που ήταν αδύνατο να παίξει πειθαρχημένα σε ένα έστω παιχνίδι.

Προσφορά
Ο Σέστιτς ήρθε στον Ολυμπιακό σχεδόν 29 χρόνων. Ο Καστίγιο μόλις πέρασε τα 20. Ο Σέρβος ήταν ανίατη περίπτωση - κανένας δεν κατάφερε να μάθει να ζει με τις τρέλες του, μολονότι όλοι αναγνώριζαν ότι ήξερε μπάλα. Η ανάμνηση της εικόνας του είναι στην πραγματικότητα πιο δυνατή από την προσφορά του. Ετσι συμβαίνει και με τον Καστίγιο: αν έφευγε αύριο θα υπήρχε κόσμος που, φέρνοντας στο μυαλό του το γκολ που ο μικρός έχει πετύχει με τον Ιωνικό ή τον ΠΑΟΚ ή τη Γιούβε, θα έκλαιγε γοερά, υποστηρίζοντας ότι ο Ολυμπιακός έχασε τον νέο Σίβορι.

Ρόλος
Θεραπεύεται η περίπτωσή του; Ειλικρινά δεν ξέρω. Ομολογώ ότι είμαι και κακός κριτής, αφού αν ήμουν στη θέση του Μπάγεβιτς ή της διοίκησης του Ολυμπιακού μάλλον θα τον είχα στείλει προ πολλού στην πατρίδα του. Αυτό που ξέρω είναι ότι, αν υπάρχει ένας άνθρωπος που δάμασε τέτοιους χαρακτήρες, αυτός είναι ο Μπάγεβιτς. Θυμηθείτε πώς μεταμορφώθηκαν στα χέρια του ένα σωρό ιδεολόγοι αναρχικοί. Ο Καραπιάλης, ο Τσιάρτας, ο Γεωργάτος, ο Οκκάς (που πριν από τον Ντούσαν θέση κι αυτός δεν είχε), στα χέρια του Μπάγεβιτς άλλαξαν μυαλά και αγωνιστικές συνήθειες. Σίγουρα αυτός είναι η δυσκολότερη περίπτωση από όλους, αλλά αν κάποιος μπορεί να τον κάνει ποδοσφαιριστή αρχικά και χρήσιμο στη συνέχεια, αυτός είναι ο προπονητής του. Μόνο αυτός μπορεί να του βρει ένα ρόλο και στη συνέχεια μια θέση.

Γκολ
Σήμερα ο Καστίγιο δεν είναι ποδοσφαιριστής, είναι διασκεδαστής της εξέδρας. Μιλώντας γι' αυτόν είναι σαν να μιλάς για τον Ολυμπιακό της τελευταίας τριετίας. Είναι αλαζόνας και ταλαντούχος, κακομαθημένος και έτοιμος να πλακωθεί, αλλά και να κάνει κάτι εντελώς απρόβλεπτο. Αγαπητός στους «άρρωστους» και σχεδόν απωθητικός για τους υπόλοιπους. Αλλά φτάνει το γκολ με τον Ιωνικό για να σε κάνει να πιστεύεις ότι μπορεί να δώσει πολλά ακόμα.

Προπαγάνδα
Δεν τα πήγαν άσχημα οι διαιτητές το Σαββατοκύριακο και δεν συντρέχει λόγος αναλυτικής έκθεσης των πεπραγμένων τους, που ήταν άλλωστε τόσο προβλέψιμα όσο και η ανακοίνωση της Ξάνθης για τον υιό Γερμανάκο.
Παρ' όλο που τους πειράζω λίγο τους διαιτητές, εν τούτοις τους συμπονώ πιο πολύ από τις ΠΑΕ -και ειδικά τις μεγάλες- που τάχα μου διαμαρτύρονται για την αδικία. Είναι πλέον τρομακτικά δύσκολο να διευθύνεις ματς στην Ελλάδα ανεπηρέαστος, όχι μόνο γιατί σε αναγκάζουν να ζεις με τον τρόμο της άμεσης ή της μελλοντικής διαγραφής από τους πίνακες, αλλά και γιατί γύρω από τη διαιτησία γίνεται τόση προπαγάνδα, που είναι αδύνατο να μην αναρωτιέσαι αν στήνεις συνωμοσίες και δεν το θυμάσαι ή αν είσαι υποχείριο κάποιων και δεν το ξέρεις. Δυστυχώς στην προπαγάνδα αυτήν πρωτοστατεί ο Τύπος και μάλιστα με επισημάνσεις που είναι και για γέλια και για κλάματα: η τελευταία από τις κωμωδίες είναι η αναζήτηση του ποδοσφαιρικού φρονήματος του διαιτητή - όπως περίπου συνέβαινε στη δεκαετία του '60. Μιλάμε για γελοιότητες, που απλώς εκθέτουν ανθρώπους.
Τα τελευταία χρόνια (και ειδικά από τις ιστορικές μέρες της «παράγκας» και μετά) το τι ομάδα είναι ο διαιτητής δεν έχει καμία σχέση. Οι κασέτες του Μάκη επιβεβαίωναν με πανηγυρικό τρόπο ότι το ίδιο κυκλωματάκι που προστάτευε την επένδυση του «θείου», φρόντιζε να πέσουν τα Γιάννενα και να σωθεί ο ΟΦΗ, που από ό,τι θυμάμαι σχέση με τον Ολυμπιακό δεν έχει.
Θα ήταν εύκολο να σας πω «κλείστε τα αυτιά σας», αλλά δεν τα κλείνετε: από τα πέντε mail που μου στέλνετε στο karpetshow@yahoo.gr το ένα είναι για τη διαιτησία! Οπότε, αφού το βίτσιο δεν κόβεται, σας δίνω μια γενική συμβουλή: να ακούτε και να διαβάζετε μόνο όσους συνοδεύουν τους προβληματισμούς τους με κάποιο σοβαρό στοιχείο. Και να πιστεύετε μόνο όσους δίνουν στοιχεία για συγκεκριμένους ανθρώπους και δεν μιλούν γενικά για ομάδες, κάνοντας προπαγάνδα με αφοριστικές γενικότητες. Αλλο να λέει κάποιος «η ΕΠΟ», άλλο «ο Γκαγκάτσης». Αλλο να λέει «η ΚΕΔ», άλλο να λέει «ο Γερμανάκος» ή «ο Κούρτης», υπάρχει διαφορά.
Είμαι ολόψυχα με τους διαιτητές, γι' αυτό και ακούω πάντα τα παράπονά τους. Και σας υπόσχομαι εντός των ημερών μια ωραία ιστορία για το περσινό ντέρμπι του Δούρου. Που στο τηλέφωνο του Αλέφαντου δεν βγήκε, γιατί άλλοι τον έψαχναν στα τηλέφωνα μέρες ολόκληρες.
ΛΕΖΑΝΤΑ
Το τέρμα που πέτυχε την Κυριακή εναντίον του Ιωνικού ο Νέρι Αλμπέρτο Καστίγιο μου θύμισε δύο παλαιότερα γκολ του Ολυμπιακού. Εσπαγα το κεφάλι μου για να θυμηθώ πότε το έχω ξαναδεί και τελικά θυμήθηκα. Για να το βρει κάποιος δεν πρέπει να ανατρέξει στη δυναμική της συγκεκριμένης φάσης (που είναι σπάνια), αλλά να ψάξει απευθείας το δράστη. Σκέφτηκα τρεις, τέσσερις μεγάλους τρελούς που είχε ο Ολυμπιακός και το θησαυροφυλάκιο των αναμνήσεων άνοιξε σε χρόνο-ρεκόρ.


ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube