Ποτέ στην ιστορία της μπάλας ο απών (από το ματς και από το γήπεδο) δεν έχει δοξολογηθεί τόσο πολύ. Ποτέ ο απών δεν έχει συμβεί να επισκιάσει τόσους υπέροχους παρόντες. Δεν τον έβλεπες πουθενά στο «Στάμφορντ Μπριτζ» κι όμως τον ένιωθες παντού. Ηταν εκεί το έργο του. Το πνεύμα του. Το ποδόσφαιρό του.
Αλλά ο J.M. αυτός είναι. Ζει στα όρια, φτάνει στα άκρα, κερδίζει τα πάντα. Την αντιπάθεια, μεταξύ άλλων. Τη λατρεία να τον μισούν. Καθότι δεν τυγχάνει ακριβώς ο ορισμός του πολιτικώς ορθού. Τέτοιοι είναι όλοι οι ομοιόμορφοι που πεθαίνουν για τη στιγμή που θα τον δουν να στραπατσάρεται.
Από τους χαρτογιακάδες της ΟΥΕΦΑ, που έκρυψαν κάτω από το χαλί την αλήθεια (της αντικανονικής προσέγγισης του Ράικαρντ στον Φρισκ) και τιμώρησαν τον Ζοσέ για τη... συμπεριφορά του απέναντι σε τούτη την αλήθεια, έως το θλιβερό μες στην ανωνυμία του Ολλανδό «τέταρτο διαιτητή», που προχθές κουνούσε το δάχτυλο στους συνεργάτες του.
Και από τους ευυπόληπτους στην Αγγλία και στην ηπειρωτική Ευρώπη συναδέλφους του (που δεν μπορούν να τον νικήσουν επί της ουσίας και τον παλεύουν επί της διαδικασίας) έως τους επαγγελματίες σοφούς, που ζουν από το μεγαλείο του παρελθόντος τους και από τα συμβόλαια με τη MasterCard, που πωλούν την άκαπνη «επί παντός» γνώμη τους και βάλθηκαν να μας «ψήσουν» πως είναι ο καταστροφέας του σπορ αυτοπροσώπως. Ποιος, ο υπ' αριθμόν ένα εργάτης στη σύγχρονη εποχή του ποδοσφαίρου...
Απαντούν αυτά που καταφέρνει. Δύο σεζόν στην Πόρτο, μπήκε σε έξι διοργανώσεις, πήρε τις πέντε. Πρώτη σεζόν στην Τσέλσι, μπήκε σε τέσσερις διοργανώσεις, πήρε τις δύο, εκκρεμεί η τρίτη. Το στέμμα της Πρέμιερσιπ ήταν η απαίτηση της χρονιάς. Ηδη ικανοποιείται. Το Τσάμπιονς Λιγκ είναι μονάχα η περιπέτεια της χρονιάς. Αν φτάσει έως το τέλος, αυτό θα έχει συμβεί... δύο Μαΐους πριν από το χρονοδιάγραμμα.
Απαντούν, επίσης, εκείνοι που «λατρεύουν να τον λατρεύουν». Οι παίκτες του, που πήραν πάνω τους (και έκαναν μονάχοι) την... ομιλία μες στα αποδυτήρια. Και ο απλός κόσμος, στην κερκίδα. Με τα αυτοσχέδια πανό-μηνύματα αγάπης. Με τις εύγλωττες αποδοκιμασίες (...στη Νιόν) τη στιγμή που ακουγόταν, πριν αρχίσει ο προημιτελικός με την Μπάγερν, ο ύμνος του Τσάμπιονς Λιγκ.
Απαντά η εικόνα της ομάδας του. Του δημιουργήματός του. Προσπαθήστε να φανταστείτε την πιο πειθαρχημένη τάξη στο –όποιο κι αν είναι– καλύτερο σχολείο του κόσμου. Και να λείπει ο δάσκαλος από την έδρα. Και να γίνει, παρά ταύτα, το μάθημα από την αρχή έως το τέλος υποδειγματικά. Γιατί αυτό συνέβη τη νύχτα της Τετάρτης στο Λονδίνο.
Πέρυσι, μετά τον ημιτελικό στο «Ριαθόρ», στο μυαλό μου σφηνώθηκε η σκέψη «τι διαφορά θα είχε αν την ώρα του αγώνα (αντί να βρίσκεται στον πάγκο) έπινε την μπίρα του δίπλα, σε μια παραλιακή θερβεθερία, με θέα το αχανές του Ατλαντικού». Καμία! Εγραψα τότε στο «Sportime» ολοσέλιδο άρθρο. «Ο προπονητής που δεν χρειάζεται να πηγαίνει στο ματς». Τώρα, κοντά ένα χρόνο αργότερα, διά της συγκυρίας ήρθε η... επιβεβαίωση.
Οταν δουλεύεις την ομάδα σου έξι από τις επτά ημέρες της εβδομάδας και 22 από τις 24 ώρες της έβδομης, τότε στο δίωρο του παιχνιδιού είσαι περιττός. Μπορείς να πάρεις ρεπό. Και έτσι καταργείς το μύθο του καλού και του κακού coaching, του... ματιού στον πάγκο, του μάγου των αλλαγών, του φωνακλά που ξυπνάει ή εμπνέει τους ποδοσφαιριστές. Ολο αυτό το γραφικό μοντέλο, κατευθείαν στον τενεκέ των σκουπιδιών.
Ο Μουρίνιο θα μπορούσε να καθίσει σε μια «νόμιμη» θέση, εμφανής κάπου στην κερκίδα. Θα το έκανε ο οποιοσδήποτε συμβατικός προπονητής. Αυτός έκανε κάτι περισσότερο. Δεν εθεάθη πουθενά. Επλασε μυστήριο. Τον τιμώρησαν και η τιμωρία (όπως τη χειρίστηκε) γιγάντωσε, αντί να μουτζουρώσει, το μύθο του. Ηταν η δική του ποινή στους τιμωρούς του.