H ΤΣΣΚΑ προχθές το βράδυ έγινε η πρώτη ρωσική ομάδα που κέρδισε ένα ευρωπαϊκό τρόπαιο. Ακόμη όμως και αν έχανε τον τελικό της Τετάρτης, ήταν ζήτημα χρόνου το πότε αυτή ή κάποια άλλη ρωσική ομάδα θα έκανε την αρχή. Και από τη στιγμή που οι Ρώσοι ξεκίνησαν να διεκδικούν τρόπαια με αξιώσεις, δεν πρόκειται να σταματήσουν. Οι ρωσικές ομάδες ετοιμάζονται για διακρίσεις και κάποιες από αυτές βρίσκονται σε καλύτερη οικονομική κατάσταση από ορισμένους θεωρούμενους μεγάλους ευρωπαϊκούς συλλόγους, όπως η Ρόμα, για παράδειγμα, παρόλο που κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά από πού προέρχονται τα χρήματά τους.
Ισως σε μία πενταετία από σήμερα, ένας τελικός Τσάμπιονς Λιγκ ανάμεσα σε δύο ρωσικές ομάδες να μην είναι σενάριο επιστημονικής φαντασίας, με δεδομένο το «μπάσιμο» των Ρώσων στη μεταγραφική αγορά της δυτικής Ευρώπης. Πρόσφατα, η Δυναμό Μόσχας αγόρασε από την Πόρτο τους Μανίσε και Κοστίνια αντί 14 εκατομμυρίων δολαρίων και παράλληλα κυνηγά και τον Σεϊταρίδη. Κανείς δεν μπορεί να παραβλέψει τη διαπίστωση ότι κάτι κινείται στο ρωσικό ποδόσφαιρο τα τελευταία τρία χρόνια. Φαίνεται άλλωστε από τη μεταγραφική επίθεση των Ρώσων σε όλα τα μέτωπα. Από χώρα εξαγωγής ποδοσφαιριστών, γίνονται χώρα εισαγωγής.
Ο Αμπράμοβιτς έχει παίξει κι εδώ το ρόλο του. Η πετρελαϊκή του εταιρεία, η Sibneft, υπέγραψε τριετή συμφωνία σπόνσορσιπ με την ΤΣΣΚΑ ύψους 48 εκατομμυρίων ευρώ, δίνοντάς της παράλληλα τη δυνατότητα να αποκτήσει παίκτες, όπως τον Βραζιλιάνο Βάγκνερ Λάβ ή τον Κροάτη Ιβιτσα Ολιτς, ο οποίος προτίμησε τη Ρωσία από κάποια άλλη δυτική χώρα. Και μη ξεχνάμε ότι η ΤΣΣΚΑ πέταξε έξω από τους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ τη Ρέιντζερς. Οπως επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Σπαρτάκ ήταν αυτή που άρπαξε μέσα από τα χέρια πολλών ευρωπαϊκών ομάδων τον Αργεντινό Καβενάγκι, πληρώνοντας 13 εκατομμύρια ευρώ περίπου.
Εκτός όμως από την ΤΣΣΚΑ και τη Σπαρτάκ Μόσχας, είναι και η Δυναμό, η οποία με την υποστήριξη της μεγάλης ρωσικής εταιρείας χημικών Fedcominvest (που διαφημίζεται στη φανέλα της Μονακό) αγόρασε τον Βραζιλιάνο Ντερλέι από την Πόρτο, και η Λοκομοτίβ Μόσχας που πήρε από τη Μαρσέιγ τον Σίτσεφ, ο οποίος κάποτε θεωρείτο το μεγαλύτερο ταλέντο του ρωσικού ποδοσφαίρου. Τα χρήματα που κυκλοφορούν είναι πολλά. Ακόμη και η Τέρεκ Γκρόζνι από την Τσετσενία, η οποία είναι παραδομένη στις φλόγες ενός ακήρυκτου πολέμου, έχει ετήσιο προϋπολογισμό κοντά στα 20 εκατομμύρια ευρώ. Την περασμένη χρονιά, η Λοκομοτίβ Μόσχας θεωρείτο η πιο καλά οργανωμένη ομάδα της Ρωσίας και ο μέσος όρος εισιτηρίων της έφθανε τα 11.240, ενώ της ΤΣΣΚΑ βρισκόταν στα 10.800.
Τα πολλά χρήματα έρχονται από τους χορηγούς, αφού οι τιμές των εισιτηρίων κυμαίνονται από 1,5 έως 6 ευρώ. Από πού προέρχονται όμως όλα αυτά τα χρήματα; Οι ρωσικές ομάδες δεν αποκαλύπτουν τις πηγές των εσόδων τους και ο νόμος δεν τις υποχρεώνει να το κάνουν. Είναι κοινό μυστικό ότι πολλά από τα κέρδη της ρωσικής μαφίας ξεπλένονται στο ρωσικό ποδόσφαιρο και γενικότερα στον αθλητισμό. Αλλά οι θεσμοί ελέγχου είναι ανύπαρκτοι ή απρόθυμοι να λειτουργήσουν, με δεδομένη την επικινδυνότητα της ποδοσφαιρικής επιχειρηματικότητας.
Πριν, 12 χρόνια, η ρωσική μαφία είχε δολοφονήσει τον πρόεδρο της Τσερνομόρετς από Βλαντιμίρ Μπουτ, με αποτέλεσμα ο γιος του να αναζητήσει καταφύγιο στη Γερμανία. Τον περασμένο Φεβρουάριο, ο γιος του προέδρου της ΤΣΣΚΑ γλίτωσε σαν από θαύμα από μία δολοφονική απόπειρα, όταν το αυτοκίνητό του έγινε κόσκινο από τους πυροβολισμούς αγνώστων. Τίποτε από όλα αυτά δεν φάνηκε στο «Ζοσέ Αλβαλάδε» προχθές το βράδυ. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι τα σκοτεινά σημεία της νέας ρωσικής επανάστασης δεν υπάρχουν.