Το μοναδικό πρόβλημα του Ολυμπιακού στον τελικό ήταν ότι, πριν καν αρχισει το ματς, έμοιαζε ο αυτονόητος νικητής. Αυτό ΕΘΕΤΕ μια σειρά από παρεπόμενα (προς επίλυσιν) ζητήματα. Ενα, η κόμπακτ διάταξη του Αρη που πέτυχε να κρατάει τους ρυθμούς χαμηλά. Γέμισε τις γραμμές του πίσω απ' την μπάλα, και το 'κανε οργανωμένα, όχι μπουλουκηδόν, σε κάτι σαν 4-2-3-1. Με τέσσερις οπισθοφύλακες, με δύο καθαρούς ανασταλτικούς χαφ, με τρεις πιο μπροστά εκ των οποίων το «δεκάρι» ήταν... αμυντικός μέσος (Νεμπεγλέρας) κι ο χαφ-εξτρέμ στα δεξιά ήταν... μπακ (Καλλιμάνης). Σε τόσο a priori άνισες συνθήκες, όλα κατανοούνται κι όλα συγχωρούνται. Ενα δεύτερο (ζήτημα προς επίλυσιν) ήταν... το γνωστό του Ολυμπιακού, με την έλλειψη του προφανούς σέντερ-φορ, σε σημείο να φτάνει ο Ριβάλντο να πηδά ψηλά στις σέντρες, σαν φουνταριστός στο πέναλτι, για να παίρνει κεφαλιές. Οχι, ακριβώς, η ορθόδοξη εικόνα ή ο ορθός δρόμος αναζήτησης του γκολ.
Προέκυψε στο μεταξύ κι ένα καινοφανές (ζήτημα). Με την κόκκινη δεξιά πλευρά που, στην πράξη, δεν υπήρχε ως μέσον πολιορκίας. Ο Μαυρογενίδης, σοφά πράττων, ένας μ' έναν απέναντι στον Κουεμάχα, βγήκε μπροστά μόνο μία φορά σε 45' (και αναχαιτίστηκε με φαουλάκι). Ο Καφές, που εικάζει κανείς ότι επί πίνακος ήταν ο αντίστοιχος Γεωργάτος σε τούτη την πτέρυγα, ο δεξιός χαφ-εξτρέμ δηλαδή, ποτέ δεν δραστηριοποιήθηκε (και πώς θα μπορούσε;) σαν τέτοιος. Εάν δε είχε δοθεί κατεύθυνση στον Οκκά να βγαίνει απ' την καρδιά της αντίπαλης άμυνας και να ξεκινάει από δεξιός εξτρέμ, ούτ' αυτό το είδαμε να συμβαίνει.
Η συνέπεια ήταν η ανισορροπία. Ο Ολυμπιακός, μονίμως να γέρνει απ' τον άξονα προς τ' αριστερά. Και πάλι, τις λίγες φορές που γεννήθηκαν έτσι πράγματα, εκεί ο Γεωργάτος φάνηκε πως έκανε το απλό (που έπεφτε στα πόδια του) πολύπλοκο, χρονοτριβούσε, το... μανούριαζε, το ξόδευε.
Ο Αρης είχε ήδη καταφέρει πάρα πολλά. Το σημαντικότερο απ' όλα; Πέτυχε ν' αφήσει έξω απ' τον αγώνα τις όποιες, εκ της εξελίξεως στο πρωτάθλημα, επιρροές. Διέθετε καλή στρατηγική ο προπονητής του. Διέθεταν καλή θέληση οι παίκτες του. Και, σε πείσμα του θεόρατου ελλείμματος ποιότητας, είχε το θράσος κι επιχείρησε να τραβήξει την πρώτη πιστολιά που θα 'κανε τον τελικό... Ροντέο. Η σφαίρα απενεργοποιήθηκε πάνω στο αλεξίσφαιρο-Νικοπολίδης.
Ο Μπάγεβιτς στο α' μέρος δεν εκβίασε το παραμικρό. Περίμενε τη στιγμή που θα εισέπραττε απ' την καταφανή υπεροχή της ομάδας του σε χάρισμα. Υπολόγιζε τη φθορά που θα ροκάνιζε, συν τω χρόνω, τις αντιστάσεις του Αρη. Την κούρασή τους, που θα χαλάρωνε την προσήλωσή τους στο πλάνο-Χατζάρα. Ο Σέρβος περίμενε, πιθανότατα επειδή έτσι το προσχεδίαζε, ένα ημίχρονο.
Και μετά, όταν είδε (κι απόειδε) ότι με τη σοφτ προσέγγιση όχι μόνο δουλειά δεν γίνεται αλλά μπορεί επιπλέον να γίνει ζημιά, σαν ταλαντούχος ντισκ-τζόκεϊ με αίσθηση του τάιμινγκ άλλαξε την πλάκα. Μονομιάς, με Ζιοβάνι+Καστίγιο, έκανε το χαμηλών τόνων σουαρέ... ροκ! Ο Ολυμπιακός βρήκε τον εαυτό του παίζοντας ετούτο το τρελό 2-4-4, τα φώτα άναψαν, η επένδυση στην πιθανότητα ατομικού λάθους (του όποιου Κολτσίδα) ήταν πολύ επιθετική και πιεστική για να μη φέρει κέρδος. Με μια κουβέντα; Πάρτι.
Εκεί, όταν δόθηκε το σύνθημα για το πάρτι κι ανέλαβαν οι αναμενόμενοι πια (Ριβάλντο και Σία) πρωταγωνιστές, σχόλασε ο τελικός κι άρχισε το γλέντι. Ο Χατζάρας, παρά ταύτα, ούτε τότε τα παράτησε. Πήγε, πιθανότατα επειδή κι αυτός με τη σειρά του έτσι το προσχεδίαζε, σε ξεκάθαρο 4-4-2 και... γαία πυρί μειχθήτω. Το τετ-α-τετ του Μπενίσκου, στο 0-0, τον άφησε με το πρώτο αναπάντητο «αν». Το οφσάιντ του Κουεμάχα, στο 1-0, ήταν το δεύτερο. Αμέσως μετά χτύπησε ο εξωπραγματικός «Ρίμπο». Για τον τρόπο που ο ηττημένος κόουτς ετοίμασε και παρουσίασε επί σκηνής τους ποδοσφαιριστές του, για τον τρόπο που πάλεψε (ως εκεί που την πάλεψε) μια τόσο... χαμένη υπόθεση, μια χαρά θα μου καλόπεφτε, αν τυχόν δεν αρέσει στους Αρειανούς, για διάδοχος του Λεμονή σε μας!
Ο Ολυμπιακός, λοιπόν, για να συνοψίσουμε, κατέθεσε στον τελικό κλάση. Ο Αρης, βάρος. Το βάρος της φανέλας. Του μεγάλου συλλόγου. Ηταν, εν τέλει, γιορτή; Η απάντηση είναι ότι ήταν γιορτή, ακριβώς όπως τίθεται το ερώτημα: εν τέλει! Κυρίως, μετά το 2-0. Οταν το λόγο, στην κερκίδα, πήραν (κι έδωσαν τον τόνο) οι ηχηρές πλειονότητες. Οχι οι φωνασκούσες μειονότητες, που καταστρέφουν τα σωματεία. Οι πλειονότητες, που με τις συμπεριφορές τους ανυψώνουν.
Η διοργάνωση έκλεισε. Τον Αύγουστο ανοίγει η επόμενη. Θα 'ναι επιτέλους, από του χρόνου, πραγματικό Κύπελλο. Το σχέδιο, που ανακοινώθηκε Σάββατο πρωί στην Πάτρα, συμπυκνώνει όλα (και μόνον) τα καλά των μοντέλων Ιταλίας, Γερμανίας, Αγγλίας κι αξίζει, μονάχα, τα συγχαρητήριά μας. Μας δίνει την ικανοποίηση ότι όλη αυτή η τροφή για σκέψη, που εισάγαμε τόσα χρόνια απ' το εξωτερικό και (πολλοί την) υπερασπιζόμασταν στα κείμενά μας, δεν πήγε στα χαμένα. Και, εννοείται, πλέον κάνει και πολύ ελκυστικό το τηλεοπτικό πακέτο.