Οι «αρχαίοι ημών πρόγονοι», των οποίων τη σοφία επικαλούμαστε όποτε μας συμφέρει προσαρμόζοντάς την στα μέτρα μας, υποστήριζαν ότι «βίος ανεόρταστος, μακρά οδός απανδόχευτος». Την πρώτη θέση της Ελλάδας στο διαγωνισμό της Γιουροβίζιον θα μπορούσαμε να την αντιμετωπίσουμε έτσι. Σαν μία ευχάριστη γιορτούλα, χωρίς αναγωγές σε εθνικά ιδεώδη και πολιτιστικές διακρίσεις. Ομως, πιστοί στην εθνική μας ενασχόληση της υπερβολής, περάσαμε στο άλλο άκρο. Και μάλιστα το κάναμε βάζοντας στο στόχαστρο οι μεν ένα νέο και όμορφο κορίτσι που με τη δροσιά και τον αυθορμητισμό της ηλικίας της δεν υποκρίθηκε ποτέ κάτι περισσότερο από αυτό που είναι (μία entertainer, μία διασκεδαστής σύμφωνα με τον αγγλικό όρο), οι δε αναγορεύοντας την πρωτιά σε ένα είδος εθνικής επιτυχίας που αποκαλύπτει το πρόσωπο της σύγχρονης Ελλάδας.
Σε ό,τι αφορά τους πρώτους, είναι προφανές ότι η κριτική τους κινείται σε λάθος κατεύθυνση και στοχεύει λάθος πρόσωπο. Το «πρόβλημα» δεν είναι η Ελενα Παπαρίζου, αλλά ο τρόπος που κάποιοι τη χρησιμοποιούν. Η χώρα τα τελευταία χρόνια έχει πάψει να παράγει. Σε όλους τους τομείς. Δείτε τους συσχετισμούς στον πίνακα του εμπορικού μας ισοζυγίου. Εχουμε μεταμορφωθεί σε μία χώρα που καταναλώνει αποκλειστικά και μάλιστα δανείζεται για να ικανοποιήσει τις καταναλωτικές της ανάγκες, που είναι εξ’ ολοκλήρου «κατασκευασμένες» και σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό επίπλαστες, ψεύτικες. Αλλωστε, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις ορισμένων σύγχρονων κοινωνιολόγων, την πίεση που κάποτε υφίστατο ο άνεργος, τώρα τη βιώνει ο «ατελής καταναλωτής», αυτός που δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να καταναλώσει όλα εκείνα που του προσφέρονται -με το αζημίωτο βέβαια- απλόχερα και που «βαφτίζονται» απαραίτητα. Το μόνο που «παράγουμε» είναι προϊόντα που εντάσσονται στη βιομηχανία του ελεύθερου χρόνου. «Τραγουδιστές» μίας κοπής, κυρίως, των οποίων αγοράζουμε τις θνησιγενείς δημιουργίες και χρηματοδοτούμε -δανειζόμενοι- τη βιομηχανία διασκέδασης της ελληνικής νύχτας.
Το εντυπωσιακό στοιχείο της ιστορίας έγκειται στο γεγονός ότι καταναλώνουμε αυτά τα «προϊόντα» που κάποιοι βαφτίζουν πολιτιστικά με εκπληκτική ταχύτητα, καθώς έχουν και μικρή διάρκεια, ανάλογη με αυτήν που έχει το γρήγορο φαγητό. Σε ό,τι τώρα αφορά τους δεύτερους, αυτούς που αναγορεύουν την πρωτιά της Γιουροβίζιον σε εθνική επιτυχία, που «αποκαλύπτει» μάλιστα το πρόσωπο της σύγχρονης Ελλάδας, είναι εμφανές ότι έχουμε να κάνουμε με άτομα συμπλεγματικά, τα οποία μάλιστα είναι και φορείς μιας απεχθούς αισθητικής. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η πρώτη θέση της Γιουροβίζιον (ενός διαγωνισμού που ονομάζεται -καταχρηστικά- μουσικός) αγκαλιάστηκε από την κυβέρνηση και προβλήθηκε κατά κόρον από την κρατική ραδιοτηλεόραση. Η κυβέρνηση χρειαζόταν μία «επιτυχία» και η ΕΡΤ μπορούσε να την προπαγανδίσει, υπηρετώντας το σκοπό για τον οποίο υπάρχει. Και οι προηγούμενοι έκαναν το ίδιο και το γεγονός αυτό δικαιολογεί και «νομιμοποιεί» τις ενέργειες των τωρινών. Οταν όμως ακούω αυτά τα βαρύγδουπα περί του προσώπου της σύγχρονης Ελλάδας, εξοργίζομαι.
Γιατί η σύγχρονη Ελλάδα έχει την υψηλότερη ανεργία στους νέους κάτω των 25, γιατί η σύγχρονη Ελλάδα αδυνατεί να βρει χρήματα για την ολοκλήρωση των έργων αναστήλωσης του Παρθενώνα, γιατί η σύγχρονη Ελλάδα έχει τις χαμηλότερες δαπάνες για την έρευνα στην Ε.Ε., γιατί η σύγχρονη Ελλάδα αδιαφορεί για το επίπεδο σπουδών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, γιατί η σύγχρονη Ελλάδα είναι ένα λαμπρό παράδειγμα ιδιοτέλειας, εξυπνακισμού, αδιαφορίας και «μαγκιάς». Ο Μιχάλης Κατσαρός, πολύ καιρό πριν, μας είχε προειδοποιήσει. «Πάρτε μαζί σας νερό. Το μέλλον μας θα έχει ξηρασία». Ομως, ο ποιητής έγραφε σε μία γλώσσα που ελάχιστοι χρησιμοποιούν πια, αφού ελάχιστοι την κατανοούν και αυτό κάτι σημαίνει.