ΓΕΜΑΤΗ τίτλους η καριέρα του Φερνάνδο Ρουίθ Ιέρο, που στα 37 του χρόνια πήρε την απόφαση να κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια ύστερα από μια μακρόχρονη παρουσία στα γήπεδα. Παίζοντας στη Ρεάλ Μαδρίτης από την περίοδο 1989-90 (είχε αποκτηθεί από τη Βαγιαδολίδ), «χόρτασε» τρόπαια, κερδίζοντας πέντε πρωταθλήματα Ισπανίας, ένα Κύπελλο, τρία Κύπελλα Ευρώπης Πρωταθλητριών ομάδων (1998, 2000 και 2002), δύο Διηπειρωτικά Κύπελλα (1998, 2002), τέσσερα Σούπερ Κύπελλα Ισπανίας και ένα Σούπερ Κύπελλο Ευρώπης. Δεκαέξι τίτλους φορώντας τη φανέλα της «Λευκής Βασίλισσας» από το καλοκαίρι του '90 έως αυτό του 2003, όταν και οδήγησε το σύλλογο της Μαδρίτης, ως αρχηγός που ήταν, στην κατάκτηση του τίτλου, του 29ου στην ιστορία των «Μερένγκες».
Ο ΙΕΡΟ, που γεννήθηκε στις 23 Μαρτίου 1966, έπαιζε ως σέντερ φορ στη Βαγιαδολίδ, αλλά στο «Μπερναμπέου» χρησιμοποιήθηκε πρώτα ως επιθετικός μέσος, στη συνέχεια ως χαφ με ανασταλτικό ρόλο και τέλος στη θέση του κεντρικού αμυντικού, στην οποία και διέπρεψε. Στην Πρεμιέρα Ντιβιζιόν αγωνίστηκε συνολικά με τη Ρεάλ 429 φορές, πετυχαίνοντας 101 γκολ. Την περίοδο 1991-92 σκόραρε 21 φορές και την επόμενη έστειλε την μπάλα 13 φορές στα αντίπαλα δίχτυα. Σκόρερ με κάθε τρόπο, με σουτ, με κεφαλιές (ήταν πολύ καλός στον αέρα), με φάουλ και με πέναλτι. Οταν με επιθυμία του Ντελ Μπόσκε δεν ανανεώθηκε το συμβόλαιό του με τη Ρεάλ Μαδρίτης -κάτι που σχολιάσθηκε ποικιλοτρόπως στη Μαδρίτη– ο Ιέρο πήγε να παίξει στο Κατάρ, όπου κέρδισε αρκετά «πετροδόλαρα», αλλά έπειτα από ένα χρόνο γύρισε στην Ευρώπη για να φορέσει μια άλλη λευκή φανέλα, αυτή της Μπόλτον, με συμπαίκτες τον συμπατριώτη του και πρώην «Μερένγκες» -είχαν κερδίσει μαζί το 2000 το 8ο Ευρωπαϊκό Κύπελλο της Ρεάλ- Ιβάν Κάμπο, τον Οκότσα, τον Πέντερσεν και τον «Στέλιος».
ΜΕΓΑΛΗ η καριέρα του και με την εθνική ομάδα της Ισπανίας, τη φανέλα της οποίας φόρεσε 89 φορές (δεύτερος σε συμμετοχές μετά τα 126 διεθνή παιχνίδια του Αντόνι Θουμπιθαρέτα), σημειώνοντας 29 γκολ, περισσότερα από όσα ο θρυλικός Ντι Στέφανο, ο Μπουτραγκένιο ή πάλι ο Σαντιγιάνα και δώδεκα λιγότερα από τον Ραούλ. Ακόμη, πήρε μέρος σε τρία Παγκόσμια Κύπελλα (1994, 1998 και 2002). Ο κορυφαίος κεντρικός αμυντικός που ανέδειξε το ισπανικό ποδόσφαιρο, πληρέστερος και με μεγαλύτερη σε διάρκεια επιτυχημένη πορεία από τον Μιγκέλ-Ανχελ Ναδάλ, τον Μανουέλ Σαντσίς (τον διαδέχτηκε ως αρχηγός της Ρεάλ Μαδρίτης), τον Βάσκο Χεσούς Γκαράυ, τον Χουάν-Ραμόν Αλεσάνκο ή τον Αντόνιο Μαθέδα και τον άλλο Βάσκο, που κι αυτός έπαιξε στο «Μπερναμπέου», τον Ραφαέλ Αλκόρτα.
Ρέκορντμαν στην Εσθονία
ΤΟΝ Ιούνιο του 1992 η εθνική ομάδα της Εσθονίας έδωσε τον πρώτο αγώνα της μετά την ανεξαρτησία της βαλτικής αυτής χώρας, που την περίοδο 1943-91 υπαγόταν στην ΕΣΣΔ. Στην πρώτη λοιπόν διεθνή εμφάνισή της αντιμετώπισε και ηττήθηκε με 4-1 από το νότιο γείτονά της, τη Λετονία. Ο Μάρκο Κρίσταλ ήταν παρών στο ματς αυτό, για να φορέσει άλλες 142 φορές τη φανέλα με τα εθνικά χρώματα (πέτυχε 9 γκολ). Τελευταία του διεθνής συμμετοχή ήταν κόντρα στη Νορβηγία (1-2), τον περασμένο Απρίλιο, στο Ταλίν, την πρωτεύουσα αυτής της χώρας, της οποίας ο πληθυσμός δεν ξεπερνά το 1,5 εκατομμύριο.
Μετά τον αγώνα με τη Νορβηγία ο Μάρκο Κρίσταλ (γεννήθηκε στις 2 Ιουνίου 1973) πήρε την απόφαση να αποσυρθεί από τα γήπεδα. Με 143 συμμετοχές στην εθνική ομάδα είναι φυσικά ο ρέκορντμάν της και ο δεύτερος Ευρωπαίος παίκτης -μετά τον Λόταρ Ματέους (150 συμμετοχές με την εθνική Γερμανίας)- σε διεθνείς εμφανίσεις. Ο Κρίσταλ, που έχει κερδίσει οκτώ πρωταθλήματα και δύο Κύπελλα με τη Φλόρα Ταλίν, δεν είναι ένας καθαρόαιμος επιθετικός, αλλά μεσοεπιθετικός. Αυτό όμως δεν τον εμπόδισε να σκοράρει περισσότερα από 100 γκολ σε αγώνες πρωταθλήματος και Κυπέλλου Εσθονίας. Πριν από μερικά χρόνια είχε απορρίψει πρόταση από τη νορβηγική Βαλερένγκα.