EκεIνο το Σαββατόβραδο αρχές Ιουνίου στο «Ινονού», στη συνέντευξη Τύπου μετά το 0-0, ο Τούρκος δημοσιογράφος περίμενε υπομονετικά να τελειώσουν οι Ελληνες με τις ερωτήσεις στον Οτο Ρεχάγκελ. Υστερα, ζήτησε να κάνει κι αυτός μία. Την είχε... έτοιμη, προφανέστατα, από καιρό. Κι όταν τού δόθηκε η ευκαιρία, τη σέρβιρε αμέσως: «Πώς σάς φάνηκε η Εθνική Τουρκίας δίχως τον Χακάν Σουκούρ;»
Ο,τι κι αν απαντούσε ο Γερμανός κόουτς, ο δικός μας θα εύρισκε τον τρόπο (ένα απόσπασμα, μία λέξη, έστω ένα μορφασμό, κάτι τέλος πάντων) να το χρησιμοποιήσει, διότι αυτός ήταν ο ξεκάθαρος στόχος του, εναντίον του Ερσούν Γιανάλ. Αν π.χ. ο Ρεχάγκελ έλεγε «ο Χακάν είναι διεθνούς κλάσεως φορ, το γιατί δεν παίζει δεν αφορά εμένα», θα 'ταν βούτυρο στο ψωμί για τον τίτλο-σφήνα της επόμενης ημέρας. Κάτι σαν: «Κλάση ο Χακάν. Απορώ πώς δεν τον βάλατε».
ΕννοεIται ότι η ερώτηση ήταν, τουλάχιστον, ξεκάρφωτη. Τέθηκε, μόλις... εννέα μήνες μετά το τελευταίο παιγνίδι του Χακάν στην Εθνική. Τον είχε βάλει ο Γιανάλ εναντίον της Γεωργίας στην Τραπεζούντα (1-1), αρχές Σεπτεμβρίου στην πρεμιέρα του προκριματικού τουρνουά, αμέσως μετά τον είχε φέρει (ψιλοτραυματία) στην Αθήνα για το ματς με την Ελλάδα στο Καραϊσκάκη, τότε ο Χακάν βγήκε στο τερέν για το τεστ της τελευταίας στιγμής, δεν έπαιξε, αποκλείστηκε απ' τη δεκαοκτάδα, στο ταξίδι της επιστροφής πρέπει να σκοτώθηκαν, έκτοτε τέλος.
Ο ΡεχAγκελ άκουσε την ερώτηση, αλλ' ήταν ολοφάνερο ότι δυσκολευόταν να καταλάβει... τι τον ρώτησαν. Ο Τούρκος δημοσιογράφος επέμεινε, ζήτησε να συγκρίνει ο Οτο τον βαθμό δυσκολίας (να 'χει ο αντίπαλος τον Χακάν ή να μη τον έχει), μάλλον ξεχνώντας ότι ο Χακάν δεν είχε αγωνιστεί ούτε στον Πειραιά. Ο Ρεχάγκελ, εν τέλει, προσπέρασε το άσχετο της ερώτησης με κάτι επίσης άσχετο σαν απάντηση, ώσπου σηκώθηκε και τελείωσε τη συνέντευξη Τύπου.
Το περιστατικO, όμως, έμεινε. Οποιοσδήποτε το ζούσε, θα καταλάβαινε ότι ο Γιανάλ δεν είχε ζωή, και πολύ μέλλον, σ' αυτή τη δουλειά. Ηταν νεαρός και Τούρκος, δηλαδή λίγος για ν' αντεπεξέλθει στην ντόπια πίεση. Τον έπιασαν τα κοράκια στα νύχια και, μολονότι εν συνεχεία η Τουρκία ταξίδεψε στο Καζαχστάν κι έφερε 6-0, πράγμα που τής έδωσε τη δυνατότητα (σε συνδυασμό με τη δική μας ήττα απ' την Ουκρανία) ν' αναρριχηθεί στη δεύτερη θέση του γκρουπ, παρά ταύτα... τον απέλυσαν.
ΕΙχε την τΥχη, που σίγουρα θα έχει και ο (ενδεχομένως ικανός επαγγελματίας) Ελληνας διάδοχος του Ρεχάγκελ, εφόσον δεν θα κάνει τα κέφια των κορακιών. Ο Ρεχάγκελ τα πέρασε αυτά, μόνο που ουδέποτε έδωσε δεκάρα τι γράφουν οι ελληνικές εφημερίδες, τι λένε τα κανάλια, τι ακούγεται στα ραδιόφωνα. Είν' ο μοναδικός, άλλωστε, τρόπος να τα αντιμετωπίσεις. Να μην ασχολείσαι, να μη σου καίγεται καρφί. Ο Ελληνας όμως και να θέλει, δεν μπορεί (να μην ασχολείται). Εδώ ζει, εδώ δραστηριοποιείται, εδώ δέχεται ερεθίσματα. Πώς να μείνει, στην πράξη, αεροστεγής κι ανεπηρέαστος; Η φθορά είναι τέτοια, που θα βρεθεί τρόπος να τον καταβάλει.
Οι ΤοYρκοι, στη θέση του Γιανάλ, επανέφεραν στην Εθνική (ύστερα από, κοντά, μια δεκαετία) τον Φατίχ Τερίμ. Την αίγλη του. Τον είχα συναντήσει προ καιρού, σχολιαστή για την τουρκική TV, τρεις φορές σε τρεις εβδομάδες μέσα. Στον τελικό του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ, στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ, στο Τουρκία-Ελλάδα. Απ' τη Λισσαβώνα ακόμη, τον ρώτησα... πότε θα επανερχόταν στην Εθνική. Το απέκλειε, με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο! Ελεγε ότι ήθελε να δουλέψει σε κλαμπ, ψάρευε πληροφορίες για τους ελληνικούς συλλόγους κορυφής, ρωτούσε γιατί δεν προοδεύουν την τελευταία διετία στα Κύπελλα Ευρώπης, μού 'δωσε (τι είχε, τι έχανε...) το κινητό του.
ΟπωΣ συμβαIνει συνήθως με τις κατηγορηματικές διαψεύσεις, ο Τερίμ ανέλαβε την Εθνική. Η αύρα του, στην τουρκική ποδοσφαιρική κοινωνία, είναι «παλαιός Παναγούλιας» επί δέκα. Δαίμονας. Εμπνέει. Μιλάει, και κρέμονται απ' τα χείλη του. Ο αυτοκράτορας, λένε. Δεν ξέρω πώς σκοπεύει να διαχειριστεί τους Χακάν, τους Μπουλέντ και τους λοιπούς (κάποτε δικά του παιδιά) βετεράνους που ο Γιανάλ σταδιακά ώθησε προς το περιθώριο, μονάχα ξέρω πως η παρουσία του αρκεί για ν' αποφορτίσει την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, να της δώσει ξανά ζωντάνια και χρώμα, να προκαλέσει τον ενθουσιασμό της πανστρατιάς. Κι όλο αυτό, μεταξύ μας, δεν είναι ακριβώς η συμφέρουσα εξέλιξη για τα ελληνικά χρώματα, στην τελική ευθεία του ερχόμενου φθινοπώρου...