Δύο είναι τα πράγματα που δεν κρύβονται σ’ αυτή τη ζωή. Ο βήχας και ο έρωτας. Για παράδειγμα, ο έρωτας ενός προπονητή για την ομάδα του…
Ακόμα κι ένας άνθρωπος μετρημένος και συγκρατημένος σαν τον Παναγιώτη Γιαννάκη δυσκολεύεται να κρατήσει τα αισθήματά του μακριά από τα βλέμματα της δημοσιότητας. «Ωρες, ώρες στέκομαι μπροστά στον πάγκο και τους καμαρώνω», ομολογεί. «Ορισμένες από τις φάσεις που δημιουργούν, θυμίζουν διαφημιστικό φιλμάκι για το μπάσκετ. Αυτό που καταθέτουν στο παρκέ είναι αληθινά ωραίο. Δείχνουν ότι χαίρονται το παιχνίδι και παρακινούν τον απλό κόσμο να το χαρεί μαζί τους. Δεν είναι τυχαίο ότι η Εθνική αναζωπύρωσε το ενδιαφέρον των φιλάθλων για το μπάσκετ».
Και πού να πάρει και κανένα μετάλλιο, ε;
«Η ομάδα απέδειξε ότι μπορεί να τους κοιτάξει όλους στα μάτια και να νικήσει οποιονδήποτε. Μη μου λέτε για έλλειψη ηγέτη, αυτό είναι μύθος. Μπορεί να πάει μπροστά και χωρίς Τζινόμπιλι μια ομάδα».
Ετσι σταράτα, δίχως περιστροφές και δίχως επιφυλάξεις (και με σημείο αναφοράς τον αγαπημένο του μπασκετμπολίστα), απάντησε ο ομοσπονδιακός προπονητής, όταν τον ρώτησα, χθες στο Βελιγράδι, πόσο ψηλά ή χαμηλά βρίσκεται το ταβάνι αυτής της ομάδας. Ο Γιαννάκης μίλησε με τη γλώσσα του ερωτευμένου. «Είμαι ειλικρινά υπερήφανος που δουλεύω με αυτή την ομάδα», είπε.
«Και να θυμάστε κάτι. Αυτή η γενιά μόλις τώρα ξεκινάει. Το αύριό της θα είναι σίγουρα καλύτερο από το σήμερα. Θα είναι μεγάλο λάθος να την κρίνουμε αρνητικά, αν τυχόν ηττηθεί σ’ ένα χιαστί παιχνίδι σ’ ένα Ευρωμπάσκετ ή να μετατρέψουμε το αποτέλεσμα σε αυτοσκοπό». Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Παναγιώτης προαναγγέλλει αποτυχία στο Βελιγράδι. «Οταν σας παραπέμπω στο μέλλον, δεν εννοώ απαραίτητα το μακρινό. Μέλλον είναι και το αύριο και το μεθαύριο…».
Η άλλη όψη του νομίσματος τώρα. Ο Γιαννάκης δεν είναι από αυτούς που μιλούν στον βρόντο, ούτε από εκείνους που βλέπουν τα πράγματα μονοδιάστατα.
«Λένε πολλοί ότι μια επιτυχία της Εθνικής θα ξαναφέρει το μπάσκετ ψηλά. Δεν μου αρέσει αυτή η καραμέλα. Δεν γίνεται μέσα σε μία μέρα και χωρίς πρόγραμμα η πρόοδος. Είναι σαν να προσπαθείς να χτίσεις μια πόλη 5.000 κατοίκων δίχως υπονόμους, δίχως ηλεκτρικό ρεύμα, δίχως υποδομή. Χρειάζεται μεθοδική δουλειά, όχι βιασύνη».
Θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ως παράδειγμα προς αποφυγή το ελληνικό φούτμπολ μετά το θαύμα της Πορτογαλίας, αλλά ο «δράκος» παραείναι διακριτικός για τέτοιες κορώνες. Το κάνουμε εμείς για λογαριασμό του κι όποιος θέλει ας παρεξηγηθεί. Αν είναι να κερδίσουμε μετάλλιο στο μπάσκετ και μετά ν' ακολουθήσουμε κατιούσα σαν αυτή του ποδοσφαίρου μας, ας μη σώσουμε να το πάρουμε. Καλύτερα φτωχοί και ταπεινόφρονες, παρά νεόπλουτοι φασουλήδες.
Στα έγκατα της σάλας «Πιονίρ», απ’ όπου προέρχεται αυτή η ανταπόκριση, περισσεύει ο θαυμασμός για τις πρόσφατες επιδόσεις της Εθνικής Ελλάδας. Οι Σέρβοι συνάδελφοι είδαν στην τηλεόραση το τουρνουά «Ακρόπολις» και ζαλίστηκαν από την απόδοση της ελληνικής ομάδας. Τον Γιαννάκη, βέβαια, τον αναγνωρίζουν οι πάντες. Γύρω μου όλα μυρίζουν μπάσκετ και θυμίζουν... Ζάγκρεμπ, από το παλαιικό «ίματζ» του γηπέδου (και τις στραπατσαρισμένες πολυκατοικίες που το περιστοιχίζουν) μέχρι το ξενοδοχείο «Ιντερκοντινένταλ» στο οποίο μένει η Εθνική, όπως ακριβώς και το 1989! Πάνω απ’ όλα, Ζάγκρεμπ θυμίζει η ίδια η ομάδα μας, φιλόδοξη, ακμαία κι αποφασισμένη να παίξει ρόλο τρομοκράτη.
Πατώντας για πρώτη φορά το παρκέ, συνειδητοποίησα ότι δεν έχω παρακολουθήσει ποτέ ελληνική ήττα στην αρένα της «Πιονίρ». Εδώ είδα τον Ολυμπιακό να κερδίζει (από την Παρτίζαν) την πρόκριση στο θριαμβευτικό φάιναλ φορ του 1997, εδώ είδα και τον… Ηρακλή να αποκλείει κάποτε τον Ερυθρό Αστέρα σ' αγώνα του Κυπέλλου Κόρατς. Μάλιστα, εκείνος ο αγώνας είχε κριθεί από τρίποντο του Ινγκραμ από τη σέντρα!
Τι σύμπτωση, Ινγκραμ λέγεται ο σημερινός υπεύθυνος Τύπου της FΙΒΑ στο Ευρωμπ
Συρίγος