«Πόσα χρόνια είχε να δεχτεί 4 γκολ η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ;» με ρώτησε ένας φίλος και ομοϊδεάτης μετά την ήττα της Γιουνάιτεντ από τη Μίντλεσμπρο. Για την ακρίβεια, σχεδόν δέκα. Από το 1996. Όμως, αυτή η ήττα δεν δείχνει ότι η ομάδα βρίσκεται σε κρίση. Σε κρίση βρίσκεται εδώ και μία διετία. Απλά, το παιχνίδι με τη Μίντλεσμπρο δείχνει το μέγεθος της κρίσης.
Η Μπόρο, που αγωνίζεται με 4-4-2, επέλεξε να παίξει τη Γιουνάιτεντ με ένα 3-5-2, γεγονός που άνετα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ρίσκο, όταν οι επιθετικές αιχμές της Μάντσεστερ είναι οι Ρούνεϊ και Νiστελρόϊ. Το κέντρο της Μάντσεστερ ήταν ανύπαρκτο, ενώ η άμυνα ήταν ένα Λούνα Παρκ, όπου οι ποδοσφαιριστές της Μπόρο διασκέδασαν απεριόριστα. Η τόλμη της Μίντλεσμπρο δείχνει ότι κανείς δεν φοβάται πια τη Γιουνάιτεντ.
Στο Μάντσεστερ, είτε συζητά κάποιος για τα οικονομικά του συλλόγου και την οικογένεια Γκλέιζερ είτε συζητά για την αγωνιστική κατάσταση της ομάδας είτε κουβεντιάζει ακόμη για τον Φέργκιουσον και τις σχέσεις του με τους παίκτες, πάνω από αυτές τις συζητήσεις πλανιέται το «φάντασμα» του Μπέκαμ, που φόρεσε τη φανέλα του συλλόγου για 12 χρόνια και συνέδεσε το όνομά του με τις μεγαλύτερες επιτυχίες της Μάντσεστερ, στην Αγγλία και την Ευρώπη. Τρία σχεδόν χρόνια μετά την αποχώρηση του μεγαλύτερου σταρ –και όχι κατ’ ανάγκη του μεγαλύτερου ποδοσφαιριστή- που ανέδειξε το αγγλικό ποδόσφαιρο τα τελευταία χρόνια, η πορεία της Μάντσεστερ στο πρωτάθλημα και την Ευρώπη ήταν κακή, ενώ φέτος μπορεί να είναι ακόμη χειρότερη. Αν εξετάσει κάποιος τις μεταβολές στο αγωνιστικό πρόσωπο της Γιουνάιτεντ, δεν μπορεί παρά να διαπιστώσει ότι αυτές άρχισαν να εμφανίζονται με την αποχώρηση του Ντέιβιντ Μπέκαμ.
Ο Μπέκαμ ήταν ένα πολύ σημαντικό γρανάζι του μηχανισμού της ομάδας, ίσως το σημαντικότερο, και η αποχώρησή του δημιούργησε ένα ρήγμα που δεν μπορούσε να καλυφθεί. Και δεν μπορούσε να καλυφθεί γιατί ο μηχανισμός, το αγωνιστικό σύστημα δηλαδή, ήταν συγκεκριμένο, ένα κλασικό 4-4-2 που είχε στηθεί πάνω σε συγκεκριμένα πρόσωπα. Με την αποχώρηση του Μπέκαμ, ο οποίος έκανε πολλές δουλειές στη μεσαία γραμμή των «κόκκινων διαβόλων» εκτός από το να βγάζει σέντρες και μακρινές μπαλιές, άνοιξε ο δρόμος προς την άμυνα της Γιουνάιτεντ, με δεδομένη την αποδυνάμωσή της, λόγω της 8μηνης τιμωρίας του Φέρντιναντ.
Ακόμη και μετά την επιστροφή του Φέρντιναντ, η άμυνα δεν ισχυροποιήθηκε, αφού συνεχίζει να δέχεται γκολ από το κέντρο της. Η συζήτηση, όμως, για την αποχώρηση του Μπέκαμ και την επίδρασή της στην αγωνιστική φυσιογνωμία της Γιουνάιτεντ μας οδηγεί σε μία άλλη διαπίστωση. Ότι οι αλλαγές στο αγωνιστικό σύστημα της Γιουνάιτεντ ξεκίνησαν επί της ουσίας ένα χρόνο πριν από την αποχώρηση του Μπέκαμ, με την απόκτηση του Σεμπαστιάν Βερόν.
Ο Φέργκιουσον πίστεψε πως η απόκτηση του Αργεντινού θα βελτίωνε κατά πολύ την απόδοση της Γιουνάιτεντ στην Ευρώπη και παράλληλα θα κατοχύρωνε την κυριαρχία της στην Πρέμιερσιπ. Υπήρχαν κάποιοι που υποστήριζαν ότι Βερόν και Μπέκαμ δεν μπορούσαν να χωρέσουν στην ίδια ομάδα. Η αλήθεια ήταν ότι στην ίδια ομάδα χωρούσαν, αλλά δεν χωρούσαν στο ίδιο αγωνιστικό σύστημα. Η Γιουνάιτεντ πριν αποκτήσει τον Βερόν αγωνιζόταν με το κλασικό 4-4-2, σύστημα εξαιρετικά αποδοτικό, που έδινε στην ομάδα τη δυνατότητα να αυξομειώνει κατά περίπτωση τον ρυθμό της, της επέτρεπε να έχει πολύ καλή κυκλοφορία της μπάλας, ενώ δεν δημιουργούσε προβλήματα στην αλληλοκάλυψη.
Με την προσθήκη του Βερόν στην ομάδα, το αγωνιστικό σύστημα έγινε 4-5-1, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις μετατράπηκε σε 4-3-2-1. Αποτέλεσμα αυτής της αλλαγής ήταν η ομάδα να γίνει πολύ πιο αργή, οι παίκτες να μην αγωνίζονται στις θέσεις που είχαν συνηθίσει και άρχισε να δημιουργείται μία αγωνιστική σύγχυση, τέτοια που η ομάδα έμοιαζε με αυτοκίνητο στο ρεζερβουάρ του οποίου υπήρχε ζάχαρη.
Οι Κλέμπερσον, Μίλερ, Τζεμπά- Τζεμπά και Χάιντζε, αλλά και η προσθήκη του Ρούνεϊ, μαρτυρούσαν τη θέληση του Σερ Αλεξ να γυρίσει πάλι στο 4-4-2, φέρνοντας και κάποια νέα παιδιά από τα φυτώρια της ομάδας, ελπίζοντας στην εμφάνιση ενός νέου ιππότη. Όμως, το παραμύθι τελείωσε, ο Φέργκιουσον γέρασε και η πραγματικότητα είναι πολύ σκληρή. Ακόμη και για τους «διαβόλους».