Το πρόβλημα με τον Παναθηναϊκό δεν είναι ότι ο σχεδιασμός απέτυχε. Το σχέδιο είναι λάθος. Το σχέδιο του Γιάννη Βαρδινογιάννη ήταν μια ομάδα εργατών που δεν θα δημιουργούν προβλήματα. Προβλήματα, όμως, δεν δημιουργούν και οι νεκροί. Και η σημερινή ομάδα μοιάζει κλινικά νεκρή.

Το πρόβλημα δεν είναι η ικανότητα, αλλά η συμπεριφορά. Παίκτες με καλή, μέτρια ή και υποτυπώδη απόδοση, όπως ο Γκέκας, ο Νίλσεν και ο Βόουτερ, όχι μόνο δεν έχουν πρόβλημα, αλλά βρίσκουν και θέση στην ενδεκάδα. Αντίθετα, ταλαντούχοι αλλά και μπελαλήδες παίκτες, όπως ο Σανμαρτεάν και ο Ολισαντέμπε, είναι παρίες. Το ίδιο ισχύει και για τον προπονητή.

Πριν από έξι χρόνια ο Γιάννης Κυράστας είχε πει στην παρουσίαση του Ηπειρώτη ότι ποτέ δεν ζήτησε να του τον φέρουν και ο Γιώργος Βαρδινογιάννης είχε πει ότι και ο πρόεδρος δικαιούται να φέρνει έναν παίκτη που γουστάρει. Ο Αλμπέρτο Μαλεζάνι δεν θα έφερνε ποτέ σε τέτοια δύσκολη θέση τον Γιάννη Βαρδινογιάννη. Ούτε καν θα σκεφτόταν ότι δικαιούται να πάρει παίκτη επειδή τον γουστάρει. Ακόμα και ο πρόεδρος στον Παναθηναϊκό έχει θεσμικό ρόλο. Κάτι σαν τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Λέει τα προβλεπόμενα και τα τυπικά. Δεν ενοχλεί, δεν προσβάλλει, αλλά και ούτε ενδιαφέρει.

Σήμερα ο μοναδικός παίκτης του Παναθηναϊκού που έχει τον ψυχισμό και τον εγωισμό να πάρει την ήττα προσωπικά και το ταλέντο για να κάνει κάτι είναι ο Εκι Γκονζάλες. Δεν είναι συμπτωματικό ότι ο Γκονζάλες είναι ο πιο ευέξαπτος παίκτης του Παναθηναϊκού, που με το «καλημέρα» έριξε μπουνιά στον Παπαδόπουλο, πλακώθηκε σε σούπερ μάρκετ και βρήκε την ησυχία του μόνο όταν διοχέτευσε την επιθετικότητά του στους αντιπάλους.

Δεν είναι συμπτωματικό ότι οι οπαδοί της ομάδας πριν από δύο εβδομάδες επευφημούσαν τον Τόργκελε. Οι οπαδοί με το ένστικτό τους καταλαβαίνουν ότι ποδόσφαιρο παίζουν οι τσαμπουκαλεμένοι και απείθαρχοι και όχι τα υπάκουα καλά παιδιά. Το πρόβλημα στον Παναθηναϊκό είναι ότι ο ιδιοκτήτης του προτιμάει τα καλά παιδιά, έστω και αν είναι μέτριοι παίκτες, φτάνει να μην του δημιουργούν προβλήματα.

«Δεν μπορώ ούτε και θέλω να ασχολούμαι με το τι θέλει και τι κάνει ο κάθε παίκτης». Είναι μια φράση και καθ' όλα αξιοσέβαστη τοποθέτηση του Γιάννη Βαρδινογιάννη για τον ρόλο που θέλει να παίζει στον Παναθηναϊκό. Είναι το «εγώ είμαι Βαρδινογιάννης και δεν μπορώ να ασχολούμαι με την υγεία του Σανμαρτεάν και το σχολείο της κόρης του Μικάελσεν». Καθ' όλα ρεαλιστική απαίτηση, εάν αφορούσε κάποια άλλη επιχείρηση του Βαρδινογιάννη και όχι τον Παναθηναϊκό. Ήθελες να φτιάξεις, σου δώσανε, κληρονόμησες θίασο; Δεν έφτιαξες τον χώρο. Μπήκες. Και θα παίξεις με τους κανόνες του.

Στο ποδόσφαιρο υπάρχουν βεντετιές και εγωισμοί συνηθισμένοι στους ανθρώπους της βιομηχανίας του θεάματος. Οι showmen θέλουν να νιώθουν μοναδικοί και να τους το δείχνουν. Για παράδειγμα, όταν ο Αγγελος Φιλιππίδης προσέγγισε τον Ντούσαν Μπάγεβιτς, ο Σέρβος του είχε απαντήσει ότι διαπραγματεύεται μόνο με Βαρδινογιάννη. «Γιατί;». Ο Μπάγεβιτς του είχε απαντήσει κάτι σαν «... επειδή ο ιδιοκτήτης είναι ο μόνος που μπορεί να αποφασίσει». Ο βαθύτερος όμως και υποσυνείδητος λόγος είναι ότι άλλο είναι να λες «ο Βαρδινογιάννης μου έλεγε» και άλλο «Ο Φιλιππίδης».

Ακόμα και εάν ο δεύτερος χειρίζεται τα θέματα εν λευκώ, δεν θέλεις να τραβιέσαι με τις βεντετιές και τις ανασφάλειες της κάθε πριμαντόνας, δεν γίνεσαι θιασάρχης. Θέλεις όπερα; Θα τραβηχτείς. Ποδοσφαιρική όπερα δεν γίνεται με τον Μήτσου, τον Μαλεζάνι και τον Νίλσεν. Όπως ο χαρακτήρας παίζει ρόλο, αλλά αν δεν ξέρεις μπάλα είναι αδιάφορος. Η Νάπολι αγάπησε τον Μαραντόνα και όχι τη Μαρία Τερέζα. Κάποια στιγμή ο Τζίγκερ πρέπει να πάρει μια βαθιά αναπνοή και να κάνει την αυτοκριτική του. «Γουστάρω να ασχολούμαι με το ποδόσφαιρο;». Εάν ναι, θα πρέπει να τον φοβούνται όλοι, αλλά και να ασχολείται με το σχολείο της κόρης του Μικάελσεν και με τις κατά φαντασίαν ασθένειες του Σανμαρτεάν. Εάν όχι, του χρειάζεται ένας «Ζάετς». Με ή χωρίς εισαγωγικά...

Θέλω να γίνω Πασσαλής

Eκτός του Γκαλίνοβιτς και του Μορίς, που θα μπορούσαν να παίζουν στην προ τριών ετών ενδεκάδα του Παναθηναϊκού στη θέση του Νικοπολίδη και του Χένρικσεν, χωρίς εντούτοις να προσθέτουν κάτι ποιοτικότερο, οι υπόλοιποι σημερινοί παίκτες θα κυκλοφορούσαν ανάμεσα σε πάγκο και κερκίδα. Ανεξαρτήτως του ότι παρουσιάστηκαν ως νέοι Μεσσίες.

Κλασικότερο παράδειγμα, ο Φλάβιο Κονσεϊσάο. Ήρθε σαν ο Βραζιλιάνος «μάγος» της Ρεάλ που θα οδηγούσε τον Παναθηναϊκό στα ευρωπαϊκά «σαλόνια» και τους ελληνικούς τίτλους. Εκτός από το να λέει «Θέλω να γίνω ηγέτης», δεν έχει δείξει κανένα λόγο για να διεκδικήσει την ηγεσία. Για την ώρα θα μπορούσε να λέει «Θέλω να γίνω Πασσαλής». Διότι σε ρόλο και σημασία θυμίζει τον Πασσαλή. Ούτε καν Πασσαλή σε καλή μέρα...

Δεύτερο παράδειγμα, ο Ιγκόρ Μπίσκαν. Εντάξει, ο Μπίσκαν δεν ήταν ποτέ ο φαντεζί παίκτης που μαζεύει τον κόσμο στο γήπεδο, αλλά ένας εργάτης πολυτελείας. Από την άλλη όμως, τόση ταπεινοφροσύνη δεν αντέχεται. «Ρε Μπίσκαν», θα μπορούσε να του πει κάποιος, «είσαι πρώην παίκτης της Λίβερπουλ. Στο συρτάρι σου έχεις ένα μετάλλιο νικητή του Τσάμπιονς Λιγκ. Μια μέρα τα παιδιά σου θα μεγαλώσουν και θα σε ρωτήσουν. "Μπαμπά, τι έγινε μετά τη Λίβερπουλ, όταν πήγες στον Παναθηναϊκό;". Θα απαντάς "Παιδιά μου, έπαιζα όταν δεν έπαιζαν ο Λεοντίου, ο Τζιόλης και ο Κώτσιος";».

Αυτό όμως που συμβαίνει είναι ότι με έναν προπονητή που δεν καταλαβαίνει που βρίσκεται και με μια διοίκηση που αγωνίζεται να πείσει ότι βρήκε καλύτερους παίκτες από τους losers της Ριζούπολης, ο Παναθηναϊκός κινδυνεύει να καταστρέψει μια από τις καλύτερες φουρνιές νέων ποδοσφαιριστών. Γιατί ελλείψει επιτυχιών, στον Παναθηναϊκό κάθε νέος παίκτης χρίζεται Μεσσίας με μισή ώρα καλή απόδοση.

Ξεκίνησε με τον Λεοντίου για τα τελευταία λεπτά και την παράταση με τη Βίσλα, που όμως έχει μακριά μαλλιά και χρωματιστά παπούτσια και τα μυαλά του παίρνουν αέρα... Συνεχίστηκε με τον Δάρλα, που ξεχνιέται μπροστά και κάνει και γκέλες... Τον Τόργκελε, που όμως κάνει βαβούρα όταν γίνεται αλλαγή. Από τον Βύντρα έως τον «Μπίδη», ποτέ τόσοι πολλοί παίκτες δεν «κάηκαν» τόσο σύντομα.

Στην αγωνία της αντικατάστασης των losers, ο Παναθηναϊκός έχει γίνει ησυχαστήριο πρώην και βωμός μελλοντικών ποδοσφαιριστών. Για το πρώτο δεν πειράζει και πολύ. Το δεύτερο όμως, να «καίγονται» δηλαδή νέοι παίκτες για να δικαιολογηθεί η απομάκρυνση των προηγουμένων, είναι κυνικό όσο και ασύμφορο.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube