Ειδικά οι διακρίσεις αθλητών του Τρίτου Κόσμου -από Αφρικανούς ποδοσφαιριστές μέχρι Πακιστανούς παίκτες του χόκεϊ επί χόρτου- συνιστούν διπλή απόδραση

Η είδηση «έγερνε» περισσότερο προς δράμα, παρά προς κωμωδία: οι ποδοσφαιριστές της εθνικής Νιγηρίας -συμπεριλαμβανομένου και του Αρούνα Μπαμπαγκίντα- κινδύνευαν να διανυκτερεύσουν σε παγκάκια της περιοχής Φάρο, στην Πορτογαλία, επειδή η ποδοσφαιρική ομοσπονδία της χώρας τους δεν πλήρωσε το ξενοδοχείο. Για τον ίδιο λόγο κρατήθηκαν τα διαβατήριά τους. Οι παίκτες ανέμεναν να καταφθάσει εκτάκτως κρατικό χρήμα από την πατρίδα τους για να τερματιστεί το καθεστώς «έξωσης» και «αιχμαλωσίας» ταυτοχρόνως! Πιθανότατα την ώρα που διαβάζετε τούτες τις γραμμές το θέμα θα έχει διευθετηθεί. Αν αυτό έχει (ήδη) γίνει, είναι λυτρωτικό για τους ποδοσφαιριστές, αλλά ουδόλως μειώνει την αποκαλυπτική ισχύ του συμβάντος.

Κάποιοι ίσως μένουν εμβρόντητοι: είναι δυνατόν να συμπεριφέρονται σαν «διαλυμένο ασκέρι» οι Αρχές μιας χώρας, η οποία, αν και φτωχή, όλο και κάτι αξιόλογο παρουσιάζει κατά περιόδους στο ποδόσφαιρο; Ενα Ολυμπιακό χρυσό μετάλλιο (1996, Ατλάντα), αξιόμαχες εθνικές ομάδες σε δύο Μουντιάλ (1994, 1998), παραγωγή παικτών όπως ο Κανού κι ο Οκότσα. Πώς στην ευχή συμβιβάζονται όλ' αυτά με την κατάπτωση που «φωτίστηκε» στο... Φάρο της Πορτογαλίας και η οποία δικαιούμαστε να υποθέτουμε πως σε άλλες περιπτώσεις επιφυλάσσει ακόμα χειρότερα κρούσματα;

Η απάντηση είναι εξαιρετικά απλή: γιατί, δηλαδή, δεν συμβιβάζονται; Επειδή η διαχρονική, διεθνής και αμετανόητη επιχείρηση πολιτικής εκμετάλλευσης των αθλητικών διακρίσεων αποδίδει πάντοτε τις όποιες επιτυχίες σε «σοβαρές υποδομές», «προγραμματισμούς» και «κρατικές αρωγές»; Επειδή οι καπηλευτές ενίοτε διακηρύττουν πως, εκτός από την κρατική αρτιότητα, τα αθλητικά κλέη τεκμαίρουν «ευημερία», αν όχι και ανωτερότητα των εθνικών γονιδίων;

Η Ουγκάντα κέρδισε το πρώτο της χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο -με τον Ακι Μπούα στα 400 μ. εμπόδια- το 1972. Τότε που η χώρα είχε αρχίσει να ασφυκτιά, «πνιγμένη» στην ανέχεια, το αίμα και τον τρόμο από τη διακυβέρνηση του Αμίν Νταντά. Θα χρειαζόταν ένα παγκόσμιο συνέδριο... σουρεαλιστών για να ανακαλυφθεί ποιος μυστηριώδης «κρατικός προγραμματισμός» του Τρίνινταντ (!) βοήθησε τον υπήκοο της εν λόγω χώρας, Χάιζελι Κρόουφορντ, να κερδίσει το χρυσό μετάλλιο στα 100μ. στους Ολυμπιακούς του 1976. Στη χώρα μας, το ιδεολόγημα της «ισχυρής Ελλάδας» από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 ήταν μονότονη επωδός στους «επίσημους» πανηγυρισμούς για κάθε αθλητική επιτυχία. Προφανώς, λοιπόν, θα είχαν γίνει «υπερδυνάμεις» κάμποσες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, των οποίων αρσιβαρίστες συχνά κέρδιζαν του κόσμου τα μετάλλια εκείνα τα χρόνια...

Ναι, οι αθλητικές διακρίσεις έχουν πολλούς πατεράδες -τόσο στον Τρίτο Κόσμο όσο και στον ανεπτυγμένο. Εναπόκειται στην κρίση και την ωριμότητα των κοινωνιών εάν θα αναγνωρίσουν όλα τούτα τα πλαστά «πιστοποιητικά πατρότητας». Ειδικά οι διακρίσεις αθλητών του Τρίτου Κόσμου -από τους Αφρικανούς ποδοσφαιριστές μέχρι τους Πακιστανούς παίκτες του χόκεϊ επί χόρτου- συνιστούν συχνά διπλή απόδραση: από την ανέχεια της (συνηθισμένης) ζωής, αλλά κι από τη μιζέρια που μαστίζει τη λειτουργία θεσμών, οι οποίοι, θεωρητικώς τουλάχιστον, τους συμπαρίστανται.
ΑΣ μην υποκύψουμε τώρα στον πειρασμό να σκεφθούμε σε ποιες αναλογίες και «δόσεις» όλα τούτα παρατηρούνται και σε ανεπτυγμένες χώρες. Ας χαμογελάσουμε, σκεπτόμενοι πως εάν κάποια στιγμή, σε οποιαδήποτε διοργάνωση, η εθνική Νιγηρίας καταφέρει κάτι σημαντικό, οι ιθύνοντες της ομοσπονδίας που ξέχασαν να πληρώσουν το ξενοδοχείο δεν θα λησμονήσουν να πάρουν μαζί τους ένα τσούρμο φωτογράφους.
Καθ' οδόν προς το αεροδρόμιο, φυσικά.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube