Οι Αγγλοι έχουν μια παροιμία η οποία έδειχνε τη σημασία που είχε το απαραβίαστο της ιδιωτικής τους ζωής. My home, my castle (το σπίτι μου, το κάστρο μου). Η παροιμία αυτή, πλέον, δεν χρησιμοποιείται, ύστερα από τους νόμους που πέρασε η κυβέρνηση Μπλερ με στόχο να καταπολεμηθεί η τρομοκρατία. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι την ίδια έννοια που είχε το σπίτι στην αγγλική γλώσσα, έχει και η γηπεδική έδρα των ομάδων. Το home ground. Αυτός ήταν και ένας από τους λόγους που οι Αγγλοι άρχισαν στις αρχές της δεκαετίας του '90 να επενδύουν στα γήπεδα, αντιλαμβανόμενοι τη σπουδαιότητά τους, τόσο για τους στόχους και τη φυσιογνωμία της ομάδας όσο και για τους φιλάθλους. Και συνεχίζουν να επενδύουν.
Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ σε λίγο καιρό θα ολοκληρώσει την επέκταση της χωρητικότητας του «Ολντ Τράφορντ» κατά 7.500 χιλιάδες θέσεις, η Αρσεναλ από τη νέα σεζόν θα αγωνίζεται σε καινούργιο και μεγαλύτερο γήπεδο, η Τσέλσι ψάχνει τον τρόπο να μεγαλώσει τη χωρητικότητα του «Στάμφορντ Μπριτζ» ή να φτιάξει καινούργιο γήπεδο, όπως και η Λίβερπουλ.
Εκτός Αγγλίας, η Γιουβέντους ετοιμάζεται να μετακομίσει σε καινούργιο γήπεδο με μικρότερη χωρητικότητα, αλλά με περισσότερες εμπορικές χρήσεις, ενώ τα ιταλικά γήπεδα πάνε για ανακατασκευή εν συνόλω, η Μπάγερν εγκατέλειψε το απολίθωμα του Ολυμπιακού Σταδίου του Μονάχου για το υπερσύγχρονο «Allianz Arena», οι Πορτoγάλοι έχουν κληρονομιά τα καινούργια γήπεδα που τους άφησε το Euro. Από τα τέλη της δεκαετίας του '90 φάνηκε ότι άλλαζαν ριζικά τα πράγματα σε ό,τι αφορούσε την αρχιτεκτονική των γηπέδων. Το τελευταίο μεγάλο δημιούργημα μιας εποχής που είχε περάσει ανεπιστρεπτί ήταν το «Stade de France», που κοστίζει στο γαλλικό κράτος για τη συντήρησή του, ετησίως, γύρω στα 30 εκατομμύρια ευρώ.

Οι κατασκευαστές γηπέδων στην Ευρώπη έχουν προσανατολιστεί πια στην ανέγερση πολυλειτουργικών χώρων, οι οποίοι θα μπορούν να καλύπτουν ένα εύρος δραστηριοτήτων, πολύ μεγαλύτερο από αυτό που καλύπτει μόνο τις ανάγκες ενός ποδοσφαιρικού αγώνα. Για έναν πολύ σημαντικό λόγο. Η μεγιστοποίηση των εσόδων μιας ομάδας από το γήπεδο, αφενός ενισχύει τη θέση της στην αγορά κάνοντάς την περισσότερο ανταγωνιστική και αφετέρου οδηγεί στην ταχύτερη απόσβεση του κόστους ανέγερσης. Η εταιρεία που ανέλαβε την κατασκευή του καινούργιου Γουέμπλεϊ κέρδισε τον διαγωνισμό κατασκευής του έργου κυρίως γιατί εγγυήθηκε στην αγγλική ομοσπονδία τη λειτουργία του για 300 μέρες τον χρόνο.
Η Σάλκε, μετά την κατασκευή του δικού της γηπέδου, απέκτησε καλύτερες οικονομικές δυνατότητες και μπόρεσε να ξεκολλήσει από τη μετριότητα στην οποία βρισκόταν τα προηγούμενα χρόνια, ξοδεύοντας περισσότερα. Στην ΑΕΚ φαίνεται ότι ορισμένοι δεν έχουν κατανοήσει τις απαιτήσεις της νέας εποχής. Επιμένουν στην κατασκευή ενός γηπέδου στη Ν. Φιλαδέλφεια, χωρίς τα επιπρόσθετα πλεονεκτήματα που θα έδινε ένας πολυλειτουργικός χώρος. Ακόμα, όμως κι αν υποθέσουμε ότι η ΑΕΚ ξεπερνούσε τα «περιβαλλοντικά» προβλήματα και επέλεγε την κατασκευή ενός καθαρά ποδοσφαιρικού γηπέδου χωρητικότητας 30 χιλιάδων θέσεων, αναρωτιέμαι πού θα έβρισκε τα χρήματα, με δεδομένο ότι θα έπρεπε παράλληλα να καλύπτει ως εταιρεία τα λειτουργικά της έξοδα, να αποπληρώνει το χρέος της και να «βρίσκει» τα κεφάλαια που θα της επέτρεπαν να πραγματοποιεί μεταγραφές και να είναι ανταγωνιστική.

Η επιλογή του Ντέμη είναι μονόδρομος, αλλά το λάθος του είναι ότι δίνει βάρος στις κυβερνητικές υποσχέσεις. Με τα προβλήματα που έχει η κυβέρνηση και έναν ανασχηματισμό που έχει ήδη καθυστερήσει, «παγώνοντας» οποιαδήποτε υπουργική δράση, ο Ντέμης ή θα πρέπει να βρει έναν αποτελεσματικότερο τρόπο πίεσης ή θα μείνει δέσμιος των κυβερνητικών πρωτοβουλιών. Αλλά έτσι θα μεγαλώνει η πίεση που υφίσταται από τους «δικούς» του. Μπορεί να την αντέξει και για πόσο;

Διαφορετικοί πρόεδροι, διαφορετικά μοντέλα

Οταν ο Σωκράτης Κόκκαλης είχε να αντιμετωπίσει πολλά μέτωπα, κάποια από τα οποία είχε ανοίξει ο ίδιος, γνωρίζοντας ότι μπορούσε να τα διαχειριστεί, συσπείρωσε τον κόσμο του Ολυμπιακού στη βάση ενός αξιώματος που έλεγε «είμαστε οι καλύτεροι και γι’ αυτό μας πολεμούν». Παράλληλα, ομαδοποίησε τους εχθρούς της ομάδας στον χώρο των ΜΜΕ, ονοματίζοντας, όχι δημοσιογράφους, αλλά τα μέσα που δεν μπορούσε να ελέγξει, στοχεύοντας στην απαξίωση όλων όσα γράφονταν εκεί. Στο πλαίσιο αυτής της ολίγον brutal «επικοινωνιακής» πολιτικής, οι δημόσιες τοποθετήσεις του ήταν ελάχιστες αλλά «έγραφαν».

Ηταν ο δικός του τρόπος, που -ανεξάρτητα από το αν μας αρέσει ή αν είναι αποδεκτός- αποδείχθηκε αποτελεσματικός. Στον αντίποδα βρίσκεται ο δρόμος που ακολουθεί ο ιδιοκτήτης της ΠΑΕ Παναθηναϊκός. Το δικό του αξίωμα, πάνω στο οποίο φαίνεται ότι οικοδομείται η επικοινωνιακή του πολιτική, είναι το «μας πολεμούν για να μη γίνουμε οι καλύτεροι».
Αυτή η επιλογή συνοδεύεται από συχνές δημόσιες τοποθετήσεις, που έχουν τον ίδιο ακριβώς στόχο με εκείνον που είχε ο πρόεδρος του Ολυμπιακού. Την αποτελεσματικότητα αυτής της επιλογής έχουμε όλον τον χρόνο να την κρίνουμε, αλλά οι μέχρι τώρα κινήσεις είναι μονομέτωπες χωρίς να έχουν αποδώσει. Στόχο έχουν αποκλειστικά τη διαιτησία. Μια διαιτησία που είναι κακή, χωρίς αμφιβολία. Ομως σε ένα τέτοιο μοντέλο και με δεδομένες τις διαφορές των δύο, θα ταίριαζε μία ολοκληρωμένη προσέγγιση, που εκτός από την καταγγελία θα συνοδευόταν από προτάσεις για τη βελτίωση της διαιτησίας. Κίνηση που θα μαρτυρούσε και τη διαφορά σε επίπεδο «αισθητικής». Ομως, εκείνο που ενδιαφέρει τον ιδιοκτήτη της «πράσινης» ΠΑΕ δεν είναι να «προτείνει», αλλά να «καταγγέλλει». Με τις προτάσεις δεν συσπειρώνεις τον κόσμο σου. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο στις προχθεσινές του δηλώσεις υποστήριξε ότι «το πρόβλημα με τη διαιτησία το έχει η ΕΠΟ».

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube