Η Μπάρτσα πήρε κεφάλι, αλλά η Τσέλσι είναι σαν τη Λερναία Υδρα (Sportday / Χαραλαμπόπουλος)
«H Βαρκελώνη είναι μία πόλη με τεράστια κουλτούρα και το θέατρο είναι από τις αγαπημένες της μορφές τέχνης». Τυπικός Μουρίνιο, όταν έκανε δηλώσεις μετά το παιχνίδι, σχολιάζοντας το σημείο εκείνο που αποβλήθηκε ο Ντελ Ορνο. Σχεδόν στο σύνολό του, ο αγγλικός Τύπος εκτιμά ότι ο Μέσι έκανε θέατρο. Όμως, η παράσταση ήταν εξ ολοκλήρου της Μπάρτσα. Βλέπετε, όσο κακός κι αν είναι ο αγωνιστικός χώρος, ο πολύ μεγάλος παίκτης θα βρει τον τρόπο να ξεδιπλώσει το ταλέντο του. Και το γεγονός ότι η κατάσταση του «Στάμφορντ Μπριτζ» (Stamford Beach, όπως περιπαικτικά το λένε οι Αγγλοι) είναι τόσο κακή αδικεί περισσότερο απ' όλους τους ποδοσφαιριστές της Τσέλσι. Το χρονικό διάστημα που η Τσέλσι έπαιξε με δέκα ήταν μία από τις συνηθισμένες προπονητικές παραδόσεις του κ. Καθηγητή. Το σχήμα μ' έναν παίκτη λιγότερο ο Μουρίνιο το έχει δοκιμάσει παλιότερα και στην Πόρτο και πολύ συχνά το δοκιμάζει και με τους «μπλε».

Ο τρόπος που αγωνίζεται η ομάδα του όταν μένει με 10 ποδοσφαιριστές βασίζεται στα κύρια χαρακτηριστικά του παιχνιδιού της Τσέλσι. Εξαίρετη φυσική κατάσταση, πίεση, δύναμη κι αλληλοκάλυψη. Παιχνίδι με τέτοιο ρυθμό, όμως, δεν μπορεί να κρατήσει πολλή ώρα. Είναι αφύσικο. Ο Μουρίνιο γνωρίζει ότι σ' αυτό το διάστημα που θα πιέσει θα πάρει αυτό που θέλει, και μετά θα κρατήσει το αποτέλεσμα κάνοντας οικονομία δυνάμεων. Το σύστημα είναι αποτελεσματικό, όταν απέναντί σου δεν βρίσκεται μία ομάδα που μπορεί να επιτίθεται με τον τρόπο που το κάνει η Μπαρτσελόνα. Για την αγωνιστική συμπεριφορά μιας ομάδας όταν μένει με 10 ο Μουρίνιο έχει γράψει και στο βιβλίο του, και πιστεύω ότι ένα γκολ θα το έβγαζε ακόμα κι αν δεν υπήρχε εκείνη η γκροτέσκα σκηνή ασυνεννοησίας μεταξύ του Μότα και του Βαλντέζ. Σκηνές που έχουμε δει αρκετές φορές φέτος στα παιχνίδια των Καταλανών. Η Μπάρτσα αναμφισβήτητα έχει το προβάδισμα για την πρόκριση στους οκτώ. Δεν είναι εύκολο να χάσει με δύο γκολ διαφορά στο «Καμπ Νου», αλλά ο Μουρίνιο είναι πεισματάρης και κατέχει το παιχνίδι όσο λίγοι. Δεν είμαι σίγουρος για τον τρόπο που ο Μουρίνιο, ένας ψυχρός άνθρωπος, θα αντιμετωπίσει τη ρεβάνς, αλλά δεν πιστεύω ότι θα δει το παιχνίδι σαν μία ευκαιρία εκδίκησης.

Στο προχθεσινό πρόγραμμα του παιχνιδιού υπήρχε μία αξιοπρόσεκτη φράση του Μουρίνιο. «Η εκδίκηση δεν είναι λέξη που ταιριάζει σ' ένα παιχνίδι σαν το ποδόσφαιρο. Για εκδίκηση μιλούν μόνο όσοι έχουν τη νοοτροπία του χαμένου». Φαντάζομαι ότι αυτή η φράση ήταν μία έμμεση απάντηση, ελαφρώς δηλητηριώδης, προς τον Ράικαρντ και τους παίκτες της Μπάρτσα, που είχαν θεωρήσει το προχθεσινό παιχνίδι, μια ευκαιρία να πάρουν εκδίκηση για το περσινό ματς στο Λονδίνο. Ομως, αν εξαιρέσει κάποιος τη «μαϊμουδιά» του Κολίνα στο τέλος, η Τσέλσι ήταν καλύτερη.

Οπως ήταν καλύτερη η Μπάρτσα προχθές. Ακόμα και με τις αλλαγές του Μουρίνιο στο δεύτερο ημίχρονο, παρά το γεγονός ότι ήταν οι πιο ευφυείς κινήσεις που θα μπορούσε να κάνει για να περιορίσει τον Μέσι, το παιχνίδι πήγε μαρς. Ο Ροναλντίνιο γύρισε στο κέντρο, ο Ετό βγήκε πιο πλάγια και τέλος. Η αγωνιστική ποιότητα των ατόμων, αυτήν τη φορά, νίκησε το σύστημα. Ο Μουρίνιο, επειδή γνωρίζει πολύ καλά τι ακριβώς μπορεί να κάνει σ' ένα παιχνίδι ένας ποδοσφαιριστής όπως ο Ροναλντίνιο, ο Μέσι ή ο Ετό, κι επειδή έχει μεν καλούς ποδοσφαιριστές, αλλά όχι της ποιότητας αυτών των τριών (που τους θέλει στην ομάδα του, αλλά που αν τους είχε, το Τσάμπιονς Λιγκ θα γινόταν για να βρούμε τον αντίπαλο της Τσέλσι στον τελικό) επιμένει στην υποδειγματική λειτουργία του συστήματος που εγγυάται την αποτελεσματικότητα. Μία αποτελεσματικότητα που δεν έχει εγγυημένα η ομάδα που βασίζεται στην απόδοση του πολύ μεγάλου ποδοσφαιριστή, ο οποίος πολλές φορές είναι παίκτης ψυχολογίας.

Αν η άμυνα της Μπάρτσα μπορέσει να μείνει συγκεντρωμένη στη ρεβάνς του «Καμπ Νου», νομίζω ότι δεν υπάρχει κανένας γρίφος για να λυθεί. Μόνο που η απάντηση στο ερώτημα «μπορεί η άμυνα της Μπάρτσα να μείνει συγκεντρωμένη για 90 λεπτά;» είναι εύκολη και πολύ παλιά.

Κουβέντα για τις παράπλευρες απώλειες

Eνας καλόπιστος φίλαθλος παρακολουθεί, με όση προσοχή μπορεί, όλη τη δημόσια συζήτηση ανάμεσα στις δύο αντιμαχόμενες πλευρές για τη Σούπερ Λίγκα. Εύκολα μπορεί να αποκρυπτογραφήσει τις δηλώσεις που γίνονται για δημόσια κατανάλωση κι από τις δύο πλευρές. Είτε τα ξεσπάσματα της ΕΠΑΕ του Βίκτωρα, που βλέπει ότι από τη στιγμή που το σχέδιο το υποστηρίζουν οι τρεις μεγάλοι και η Πολιτεία θα προχωρήσει, είτε τον «σοφό» λόγο του «εμπνευστή» της Σούπερ Λίγκας, που περιγράφει ένα λαμπρό μέλλον για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Ο Β. Μητρόπουλος αντιδρά γιατί αντιλαμβάνεται ότι η εξουσία που νομίζει ότι έχει ως «Ρομπέν των φτωχών» του ελληνικού ποδοσφαίρου πάει περίπατο και αυτός θα περάσει στο περιθώριο. Και όλοι καταλαβαίνουμε πόσο κακό είναι αυτό για το ελληνικό ποδόσφαιρο, το οποίο ο Βίκτωρας -ανιδιοτελώς ως παράγων και ως άνθρωπος- ανέσυρε από την ανυποληψία εδώ και χρόνια.

Ο κ. Χρήστος Πανόπουλος πλασάρεται ως ο «εμπνευστής» του σχεδίου, ενός σχεδίου που αποτελεί αντιγραφή διάφoρων ρυθμίσεων που ισχύουν

-κυρίως- στην Αγγλία. Από παλιά είχα την εντύπωση ότι η έμπνευση ταυτίζεται με την πρωτοτυπία και όχι με την αντιγραφή. Και μάλιστα την κακή αντιγραφή. Άλλωστε, ποτέ κάποιο αντίγραφο δεν χαρακτηρίστηκε «εμπνευσμένο». Η αιχμή της επιχειρηματολογίας του κ. Πανόπουλου και των υποστηρικτών τού εγχειρήματος είναι οικονομικού χαρακτήρα.
Μας λένε σ' όλους τους τόνους για το πόσο μεγάλη θα είναι η οικονομική ωφέλεια των μικρότερων ομάδων από τη Σούπερ Λίγκα, την οποία οι μεγάλοι, που θα έχουν πολύ μικρά οφέλη, υπερασπίζονται για το καλό του ελληνικού ποδοσφαίρου. Δηλαδή, απ' όλη αυτή την αντιπαράθεση διαφαίνεται ότι το πρόβλημα του ελληνικού ποδοσφαίρου είναι μόνο οικονομικό. Και ότι, λέγοντας ελληνικό ποδόσφαιρο, εννοούμε μόνο την Α' Εθνική. Δυστυχώς, η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι όπου κι όταν μαζεύονται πολλοί αλτρουιστές ή ανιδιοτελείς πρέπει να ετοιμαζόμαστε για μεγάλη σφαγή. Κι αυτοί που θα προσφέρουν σβέρκους για κόψιμο θα είναι οι «μικροί».

Περιοδεύων θίασος

«Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο λαός θέλει τάξη και ασφάλεια», δήλωσε ο νέος υπουργός Δημόσιας Τάξης κι ευτυχώς σταμάτησε εκεί και δεν μας φιλοδώρησε με κάποια ρήση του Σόλωνα ή του Λυκούργου. Ο αρχαιολάτρης κ. Πολύδωρας, πριν αποφασίσει την υποχρεωτική ημερήσια ανάγνωση των Ελλήνων κλασικών στα αστυνομικά τμήματα, μας θυμίζει τον στίχο του Οδυσσέα Ελύτη «όπου ακούς τάξη, ανθρώπινο κρέας μυρίζει». Η επίκληση ενός ευρήματος κάποιας δημοσκόπησης γι' «αυτό που θέλει ο λαός» είναι μία φθηνή και αποτυχημένη προσπάθεια να μασκαρευτεί η αδυναμία μιας κυβέρνησης που αδυνατεί να συνομιλήσει με τους πολίτες. Μιας κυβέρνησης που θα είναι πρόθυμη να αναλάβει τις ευθύνες της, να συζητήσει, να προτείνει, να προβλέψει, να τολμήσει, να σχεδιάσει, να ακούσει. Αντ' αυτού, ο υπουργός Δημόσιας Τάξης αποκαλύπτει αυτό που οι περισσότεροι γνωρίζαμε. Οτι -δυστυχώς- αυτός ο περιοδεύων θίασος που παριστάνει την κυβέρνηση είναι δέσμιος της ρήσης «διαφωνώ με ό,τι λες, αλλά θα υπερασπίζομαι, μέχρι να χάσω την εξουσία, το δικαίωμά μου να σου επιβάλλω τη γνώμη μου».

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube