Πιστεύω ότι η αντίδραση του Μουρίνιο στη ρεβάνς του «Καμπ Νου» θα είναι από τα πιο ενδιαφέροντα δείγματα ποιότητας προπονητικού και ανθρώπινου χαρακτήρα που θα μας δείξει αυτός ο Πορτογάλος, ο οποίος αποτελεί ό,τι καλύτερο φάνηκε στους ευρωπαϊκούς πάγκους την τελευταία δεκαπενταετία. Και, βέβαια, είναι πιο ενδιαφέρον να ασχολείται κάποιος μαζί του, παρά με τις κοκορομαχίες του Βίκτωρα με τους υποστηρικτές της Σούπερ Λίγκας, γεγονός που χαρακτηρίζει την ποιότητα των Ελλήνων παραγόντων, το ελληνικό ποδόσφαιρο και το μέλλον του. Στο πρόγραμμα του παιχνιδιού με την Μπάρτσα -ευχαριστώ τον Νίκο που το έστειλε, με τη φανέλα του Βίντιτς τι θα γίνει;- ο Μουρίνιο σε ένα άρθρο του διατύπωνε τις προβλέψεις του για το φετινό Τσάμπιονς Λιγκ. Ο Πορτογάλος έχριζε φαβορί τις Μπάρτσα, Μπάγερν, Ρεάλ, Μίλαν, Ιντερ και την ομάδα του. Σύμφωνα με τις μέχρι τώρα ενδείξεις, νομίζω ότι ο Μουρίνιο για πρώτη φορά βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο, αφού η Τσέλσι απομακρύνεται από τους «8». Κοιτώντας κάποιος το αγγλικό πρωτάθλήμα, είναι σίγουρο ότι ανάμεσα σε μία άχρωμη Λίβερπουλ, μία Γιουνάιτεντ σε πτώση, μία Αρσεναλ σε μετάβαση, θα διαπιστώσει με ευκολία ότι η Τσέλσι είναι η καλύτερα «εξοπλισμένη» ομάδα για να πετύχει τη διάκριση στο Τσάμπιονς Λιγκ. Μία ομάδα που, διακινδυνεύω την εκτίμηση, παρουσιάζει μία κάμψη, μία στασιμότητα στην εξέλιξή της.
Σαν να έφτασε στην κορυφή των δυνατοτήτων της κάτω από την μπαγκέτα του Μουρίνιο. Παρά το γεγονός ότι ο Πορτογάλος είχε στήσει την ομάδα του έτσι ώστε να αντεπεξέλθει στην πίεση που ήταν φυσικό να ασκήσει στα πρώτα λεπτά του αγώνα, πράγμα που έκανε πετυχημένα, η Τσέλσι δεν έδειξε τίποτε από τη σπιρτάδα στις αντεπιθέσεις που είχε δείξει πέρυσι. Είναι πιθανόν να κάνω λάθος, γιατί είμαι προκατειλημμένος με τον συγκεκριμένο ποδοσφαιριστή, αλλά η χρησιμοποίηση του Κρέσπο θα μπορούσε να δώσει τη δυνατότητα στην Τσέλσι να εκμεταλλευτεί αποτελεσματικότερα τις παγίδες του τεχνικού οφσάιντ της Μπάρτσα, όπως και τις αδυναμίες των αμυντικών της.
Ο Κρέσπο δεν έχει τη δύναμη του Ντρογκμπά, αλλά είναι εξυπνότερος και κινείται αποτελεσματικότερα σε κλειστές αμυντικές γραμμές. Ο Μουρίνιο πάντα είχε σε μεγάλη εκτίμηση τη δύναμη και την επιθετικότητα, αλλά αυτό, όπως έδειξε το παιχνίδι της περασμένης τετάρτης, δεν λειτουργεί πάντα. Αυτή η πιεστική δύναμη των «μπλε», όμως, ήταν που απελευθέρωσε τα καλλιτεχνικά χαρακτηριστικά του παιχνιδιού των Καταλανών.
Δημόσια, ο Μουρίνιο μπορεί πάντα να επικαλείται την αποβολή του Ντελ Ορνο για την ήττα, αλλά η αλήθεια είναι ότι στο μαρκάρισμα του Μέσι από τον Ντελ Ορνο είχαμε ένα καραμπινάτο missmatch. Ο Αργεντινός νομίζω ότι μπορεί να εκθέσει οποιονδήποτε αμυντικό επιλέξει να τον αντιμετωπίσει με man to man και τα 12,5 εκατομμύρια ευρώ που ξόδεψε η Τσέλσι για την αγορά του Βάσκου αριστερού πλάγιου αμυντικού δείχνουν τώρα υπερβολικά. Το ξαναγράφω γιατί πιστεύω ότι το παιχνίδι της Τετάρτης έδειξε ότι η Τσέλσι δεν είναι ακόμα η ομάδα-κυρίαρχος στην Ευρώπη, τουλάχιστον όπως την ονειρεύονται ο Μουρίνιο και ο Αμπράμοβιτς.
Το παιχνίδι στη Βαρκελώνη θα μπορούσε να εξελιχθεί θετικά για τον Μουρίνιο, κάτω από πολλές προϋποθέσεις. Η μία αφορά, αυτό που έγραψα χθες για τη συγκέντρωση της αμυντικής γραμμής της Μπάρτσα. Υπάρχουν κι άλλες όμως. Η αποθεραπεία του Γκαλάς και η χρησιμοποίησή του στη θέση του Ντελ Ορνο. Με την Τσέλσι να χρειάζεται νίκη με δύο γκολ διαφορά, πρέπει η δημιουργικότητα και η αποτελεσματικότητα των Κόουλ, Ρόμπεν και Ντρογκμπά ή του Κρέσπο, να φτάσει στο μάξιμουμ. Πρέπει, επίσης, οι ποδοσφαιριστές του Μουρίνιο να ελέγξουν τα νεύρα τους και τη δύναμή τους, που μερικές φορές φέρνει κίτρινες και κόκκινες κάρτες. Και -τέλος- φαντάζομαι ότι θα πρέπει ο Μουρίνιο να χρησιμοποιήσει τον Μακελελέ από την αρχή. Αν δεν λειτουργήσουν όλα αυτά, τότε νομίζω ότι ο Μουρίνιο θα πρέπει να παραδεχτεί πως η ύπαρξη στην εντεκάδα ενός ποδοσφαιριστή-σταρ, όπως ο Ροναλντίνιο ή ο Μέσι, είναι αναγκαιότητα και όχι πολυτέλεια.
Ολοι οι άσοι είναι στα χέρια του
Βλέποντας το ματς της Τετάρτης ανάμεσα στην Τσέλσι και την Μπάρτσα με έναν καλό φίλο με τον οποίο έχουμε και τα ίδια μουσικά γούστα, «κόλλησα» όταν μου είπε ότι ο Μέσι μοιάζει με το πέμπτο μέλος, που θα μπορούσαν να έχουν οι Monkees. Ενα γκρουπ που φτιάχτηκε να συναγωνιστεί τους Beatles, αλλά που δεν είχε με τίποτα την ποιότητα των σκαθαριών. Η αλήθεια είναι ότι η ομοιότητα είναι εκπληκτική αλλά ο Μέσι είναι ένα άλλου είδους, μουσικός. Παίζει με το κεφάλι ψηλά, είναι γρήγορος με την μπάλα στα πόδια, έχει χαμηλό κέντρο βάρους με αποτέλεσμα να δυσκολευτείς να τον μαρκάρεις, καλή ντρίμπλα και εξαιρετικά δυνατό αριστερό πόδι.
Παρά το γεγονός ότι είναι μόλις 18 χρόνων, έχει όλη την ποιότητα που χρειάζεται για να μετατρέψει ένα ηλίθιο φάουλ, όπως αυτό του Ντελ Ορνο, σε μοιραίο λάθος. Αυτός ο πιτσιρικάς δεν ήταν άγνωστος στον Μουρίνιο, που τον πρωτοείδε όταν η Μπάρτσα πήγε να αγωνιστεί με την Πόρτο στα εγκαίνια του «Ντραγκάο». Ο Μουρίνιο μόλις είχε αφήσει την Πόρτο, αλλά ήταν στο γήπεδο εκείνη τη μέρα και μπορούσε να εντοπίσει τα στοιχεία της ποδοσφαιρικής ποιότητας του Αργεντινού, ο οποίος από τότε έκανε πολύ δρόμο. Μετά την ανακήρυξή του σε κορυφαίο ποδοσφαιριστή του Παγκοσμίου Κυπέλλου για ποδοσφαιριστές κάτω των 18 ετών, πήρε τις πρώτες του συμμετοχές με την εθνική Αργεντινής, γίνεται βασικός στην Μπάρτσα και υπογράφει συμβόλαιο με την ομάδα της Βαρκελώνης μέχρι το 2014 με μία ρήτρα 150 εκατομμύρια ευρώ.
Κάθε ποδοσφαιρικό ταλέντο της Αργεντινής έχει μία, την ίδια πάντα, κατάρα. Βαφτίζεται διάδοχος του Μαραντόνα και αυτό το «χρίσμα» καταλήγει μία τόσο βαριά πέτρα που τους θάβει όλους. Ο Μέσι φαίνεται ότι μπορεί να κλέψει το ενδιαφέρον από τον Ρούνεϊ και τον Ρομπίνιο, τους συνομηλίκους του σχεδόν, από το Παγκόσμιο Κύπελλο στη Γερμανία. Ως χαρακτήρας εκτός γηπέδου είναι μάλλον κλειστός και ήσυχος και δεν δείχνει τάση για τα επικίνδυνα εκείνα σπορ που μπορούν να καταστρέψουν την καριέρα ενός ποδοσφαιριστή. Η Μπάρτσα είχε τη διορατικότητα να επενδύσει από νωρίς στο ταλέντο του και μένει να δούμε αν θα δικαιωθεί. Πράγμα που όλοι εύχονται για το καλό του ποδοσφαίρου.
Κριτική για τον λαό
Ποτέ δεν πίστευα ότι μία ταινία, ακόμα κι αν ασχολείτο με το θέμα της ανδρικής ομοφυλοφιλίας, θα προξενούσε τόσο θόρυβο στην Ελλάδα. Μιλώ για το «Μυστικό του Brokeback Mountain», που ως ταινία είναι δεν είναι κάτι τόσο ιδιαίτερο για να δικαιολογεί τις οκτώ υποψηφιότητες για Οσκαρ.
Μία συμπαθής και συγκινητική ταινία είναι, αλλά μέχρις εκεί. Σε ό,τι αφορά τη θεματολογία της, όσοι τη θεωρούν αριστούργημα ας κάνουν τον κόπο να δουν το «Θάνατο στη Βενετία» με την αριστουργηματική σκηνοθεσία του Λουκίνο Βισκόντι. Εκείνο που θέλω να σημειώσω εδώ είναι ότι ήμουν από τους λίγους τυχερούς προχθές που παρακολούθησαν ζωντανά την αριστουργηματική, αφηγηματική σχολιογραφική παρουσίαση της ταινίας, σε ομάδα συντακτών της εφημερίδας, από τον Στέφανο Χάρη, που θα μπορούσε να εξελιχθεί σε Πανούτσο της κινηματογραφικής κριτικής. Απολαμβάνοντας εκείνη την εκπληκτική παρουσίαση, βλαστήμησα που δεν είχα μία κρυφή κάμερα για να αποδώσω εκείνη τη μνημειώδη στιγμή στο Υπουργείο Παιδείας, ώστε να αξιοποιηθεί προς όφελος εκπαίδευσης των Ελληνοπαίδων.