«Αν ο Ριβάλντο ή ο Γκονζάλες είχε βάλει το γκολ του Σαπάνη, θα το είχε δώσει σε DVD η "SportDay"», μου έλεγε χθες ένας φίλος, προσθέτοντας ότι «από τη στιγμή που το έβαλε ο καλός Μίλτος, ο ίδιος ήταν απόλυτα βέβαιος ότι το γκολ της χρονιάς θα περάσει στα ψιλά». Μάλιστα. Με ζώσανε οι τύψεις. Αδίκησε ή όχι ο Τύπος το κατόρθωμα του Μίλτου;

Είναι γεγονός ότι στο ποδόσφαιρο υπάρχει μια τεράστια διαφορά σε ό,τι αφορά στην εκτίμηση. Δεν ισχύει το οργουελικό «όλοι είναι ίσοι, αλλά υπάρχουν μερικοί που είναι περισσότερο ίσοι από τους άλλους», ισχύει η θεωρία του μεγέθους: όσο πιο μεγάλο είναι κάτι τόσο μεγαλύτερος είναι ο θόρυβος που το συνοδεύει. Το ζήτημα είναι πώς δημιουργείται αυτός ο θόρυβος και αν είναι δίκαιος.

Λόμπα

Αν ο Μίλτος Σαπάνης είχε πετύχει το συγκεκριμένο γκολ πριν από την εποχή της τηλεόρασης, πιστεύω ότι το κατόρθωμά του θα είχε μυθοποιηθεί. Οι εφημερίδες της εποχής θα έγραφαν ότι σκόραρε ακριβώς κάτω από το σπίτι του, ότι η λόμπα του ήταν τόσο ζυγισμένη ώστε ο τερματοφύλακας Θεοφάνους, κάνοντας μια τεράστια προσπάθεια να την πιάσει, τελικά έσπασε τη μέση του, ότι οι αντίπαλοι μετά το γκολ σήκωναν τον Σαπάνη στα χέρια και τον γυρνούσαν γύρω γύρω στο γήπεδο. Ακόμα κι αν ο Σαπάνης δεν πετύχαινε άλλο τέτοιο γκολ στη ζωή του, ο τρόπος που σκόραρε θα του χάριζε ένα είδος ποδοσφαιρικής αθανασίας: κάθε φορά που κάποιος θα σκόραρε από τη σέντρα, οι εφημερίδες θα έγραφαν ότι πέτυχε ένα γκολ α λα Σαπάνης! Δεν υπερβάλλω. Υπάρχουν άνθρωποι που ακόμα και τώρα, όταν μπαίνει ένα γκολ από κόρνερ λένε ότι ο σκόρερ το έβαλε όπως ο Νεστορίδης! Και δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο αυτό. Στη Βραζιλία υπάρχει η έκφραση «ντρίμπλα α λα Γκαρίντσα», ενώ στην Ιταλία συγκρίνουν κάθε γκολ που σημειώνεται μετά το 90' με τα γκολ του μυθικού Τσεζαρίνι, που στη δεκαετία του 60' είχε σκοράρει σε 14 ματς στις καθυστερήσεις. Τα αυτογκόλ που προκύπτουν από την ασυνεννοησία σέντερ μπακ και τερματοφύλακα αποκαλούνται Μαλντινάτες. Οχι προς τιμήν (;!) του Πάολο, αλλά εξαιτίας του πατέρα του, Τσέζαρε, που είχε την κακιά συνήθεια να γυρνάει την μπάλα χωρίς να βλέπει τον γκολκίπερ.

Μυθοποίηση

Μέχρι την εμφάνιση της τηλεόρασης ο Τύπος είχε την ικανότητα να μυθοποιεί τα γεγονότα. Μετά τον ερχομό της τηλεόρασης μυθοποιούνται απλώς οι άνθρωποι.

Φήμη

Μυθοποιούνται άδικα; Δεν θα το 'λεγα. Η τηλεόραση κατάφερε να προβάλει όχι μόνο τη δυσκολία του γεγονότος (αυτό το έκανε καλύτερα ο Τύπος παλιότερα: θυμηθείτε τον θαυμασμό που προκαλούσαν οι λαβές του Σάββα Θεοδωρίδη στις εξόδους και το ψαλίδι του Κώστα Λινοξυλάκη στις ασπρόμαυρες φωτογραφίες της προ τηλεόρασης εποχής), αλλά και τον χαρακτήρα των ανθρώπων. Οι αθλητές –και κυρίως οι ποδοσφαιριστές– έγιναν οικείες, καθημερινές μορφές –οι σούπερ σταρ της διπλανής πόρτας. Θεοί και ταυτόχρονα άνθρωποι. Απλησίαστοι και την ίδια στιγμή πολύ γνωστοί. Το μεμονωμένο κατόρθωμά τους από μόνο του δεν φτάνει: αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι η πληροφορία που φτάνει στον θεατή και η ικανότητά τους να υποστηρίζουν τη φήμη που τους συνοδεύει. Αυτή είναι η διαφορά του Σαπάνη με τον Ζιοβάνι π.χ. Τον Ζιοβάνι τον ακολουθεί η φήμη ότι μπορεί να βάλει γκολ από τη σέντρα: ο καλός Σαπάνης ποτέ δεν είχε δώσει τέτοια δείγματα γραφής.

Ενδιαφέρον

Πολύ σωστά θα παρατηρήσει κάποιος πως το γεγονός ότι ο Σαπάνης επιχειρεί και κατορθώνει κάτι που είναι έξω από το ρεπερτόριό του θα 'πρεπε να μας συγκινήσει περισσότερο –ή τουλάχιστον να γιγαντώσει το ενδιαφέρον μας. Η άποψη δεν είναι λανθασμένη, αλλά εδώ η ζημιά γίνεται από τον πληθωρισμό που προκαλεί η υπερπληροφόρηση. Χθες στο ράδιο θέλησα να εκθειάσω το γκολ. Αμέσως αμέσως οι ακροατές θυμήθηκαν επτά-οκτώ ίδια. Δύο του Ζιοβάνι, ένα του Λουτσιάνο, ένα του Τσιάρτα, δύο του Σαραβάκου –ακόμα και το γκολ του Τσάνκο με τον Παναθηναϊκό κάποιος το σύγκρινε με το γκολ του Μίλτου, και όχι άδικα. Η όλη συζήτηση δεν κράτησε περισσότερο από πέντε λεπτά και «έβρεχε» SMS με μνήμες: αν κρατούσα περισσότερο τη συζήτηση, θα θυμούνταν δεκαπέντε ίδια και το συμπέρασμα του τρίτου που μας παρακολουθούσε θα ήταν ότι τέτοια γκολ μπαίνουν για πλάκα. Και αυτό θα ήταν για τον Σαπάνη ακόμα πιο άδικο και από το ότι δεν τονίστηκε όσο θα έπρεπε το κατόρθωμά του.

Προσδοκίες

Ξαναβλέποντας τη φάση, χαίρομαι όλο και περισσότερο. Διότι το γκολ του Σαπάνη, συνδυασμός θέλησης, βαλλιστικής εκτίμησης και υψηλής τεχνικής, είναι ένα γκολ που περισσότερο από εμάς που το είδαμε, το χάρηκε ο δημιουργός του. Ο Σαπάνης έλαμψε από χαρά, στα μάτια του διέκρινες έναν μικρό ψυχικό οργασμό, αυτό που λέμε «ευτυχία της στιγμής». Ο παίκτης της ΑΕΚ δεν αναρωτήθηκε «τι έκανε», όπως άλλοι στη θέση του, αλλά είχε το βλέμμα του ανθρώπου που ήταν περήφανος για το κατόρθωμά του: έμοιαζε σαν ένας μικρός αυτοδημιούργητος θαυματοποιός. Σε αυτό, θα 'λεγα, ο Σαπάνης παίρνει την εκδίκησή του από τους Ριβάλντο, τους Ζιοβάνι, τους Γκονζάλες και τους άλλους κατ' επάγγελμα θαυματοποιούς: τα δικά τους κατορθώματα προκαλούν τον θαυμασμό του πλήθους, γίνονται εξώφυλλα και DVD, μπαίνουν στις λίστες των καλύτερων γκολ όλων των εποχών, αλλά δεν προκαλούν την ίδια ευτυχία στον δημιουργό τους, που αισθάνεται ότι απλώς ικανοποιεί τις προσδοκίες του κοινού. Συνήθως αυτές κανείς δεν καταφέρνει να τις ξεπεράσει. Ο Σαπάνης τουλάχιστον για ένα βράδυ το έκανε…

Διαστροφές

Μετά τη χθεσινή αναφορά σε Έλληνες και ξένους διαιτητές, πήρα διάφορα e-mails. Δημοσιεύω ένα, στο οποίο ασκείται στη στήλη καλοπροαίρετη κριτική. Μου το έστειλε ο φίλος Γρηγόρης, το δημοσιεύω και του απαντώ. Μου γράφει: «Αποφάσισα να γράψω αυτό το e-mail με την ελπίδα ότι θα δημοσιευθεί στο "KΑΡΠΕΤ... Show". Το γράφω γιατί ακούγοντας το μεσημέρι τη μίνι διαμάχη σου με τον Κώστα Νικολακόπουλο διαπίστωσα –προς μεγάλη μου λύπη– ότι τη διαστροφή και τη διαιτητολατρεία την έχεις κι εσύ, ρε Αντώνη! Θα μου πεις "για νέο μου το λες;", αφού αυτό θεωρείται δεδομένο. Προς επίρρωσιν της θέσης μου, αρκεί να επικαλεστώ την ''μπλε'' στήλη ή καλύτερα "τον Γολγοθά των κορακιών", που δημοσιεύεις στη διάρκεια της εβδομάδας. Θέλω, λοιπόν, να σε ρωτήσω: σε τι αποσκοπεί αυτό; Αποσκοπεί στην ικανοποίηση του φιλύποπτου αισθήματος των Ελλήνων διαιτητολατρών ή στο να έχει η ΚΕΔ ένα επιπλέον στοιχείο στη διαδικασία των παραπομπών και των διαγραφών; Μπορεί συνεχώς να λέτε ότι τα λάθη είναι ανθρώπινα. Αυτό δεν αρκεί να το λέμε, αλλά επιβάλλεται, εφόσον το λέμε, να το πιστεύουμε. Δεν λέω να μην είσαι δηκτικός απέναντι σε διαιτησίες προκλητικές, αλλά αυτή η κατηγοριοποίηση των διαιτητών, η διατριβή στην κασναφερολογία και όλα τα άλλα ξεπερνούν τα όρια του αστεϊσμού και καταντούν εντελώς ντεμοντέ και βαρετά. Πίστεψέ με, αυτή η "μπλε" στήλη δεν θα λείψει σε κανέναν αν σταματήσει. Τώρα θα μου πεις "κουμάντο στα χωράφια σου". Αυτό που κάνω, όμως, δεν είναι το ''Κατηγορώ'' του Εμίλ Ζολά. Είναι απλώς μια αξίωση από έναν άνθρωπο που σε ακούει και σε διαβάζει».

Του απαντώ. Η στήλη γεννήθηκε από την ανάγκη των καιρών. Κάθε εβδομάδα γράφω περίπου 8.500 λέξεις σε αυτή τη σελίδα. Το ότι οι 700 είναι αφιερωμένες στα κατορθώματα των διαιτητών δεν είναι κακό. Είναι μια στήλη που διαβάζουν όλοι –κυρίως παράγοντες, αλλά και διαιτητές, ακόμα και ποδοσφαιριστές. Λειτουργεί προληπτικά και ο σκοπός της είναι να επηρεάζονται οι διαιτητές και να παίζουν 50-50 (πράγμα που συμβαίνει σπάνια), αλλά και να γνωρίζουν οι παράγοντες ότι ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιον. Μία εβδομάδα που δεν τη δημοσίευσα πήρα 275 e-mails από άτομα που με ρωτούσαν «γιατί»: η στήλη ανήκει στον λαό της και όχι στον διεστραμμένο δημιουργό της.





ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube