Στην εαρινή σύνοδο κορυφής των ηγετών της Ε.Ε. που ολοκληρώθηκε χθες, συζητήθηκε το ζήτημα της ενεργειακής πολιτικής της Ε.Ε. Μία συζήτηση που είχε στόχο να περιορίσει την ενεργειακή εξάρτησή της από το πετρέλαιο και από κάποιες συγκεκριμένες χώρες και να στραφούν σε άλλες μορφές ενέργειας, περισσότερο «πράσινες». Αν και αυτό μάλλον θα αργήσει, αφού φαίνεται ότι η πυρηνική ενέργεια κερδίζει πόντους. Παρ' όλα αυτά, είναι πολλοί αυτοί που αγνοούν το ενεργειακό κέδρος που μπορούμε να έχουμε από τα βιοκαύσιμα, την ενεργειακή συνεισφορά της φύσης για ένα καθαρότερο περιβάλλον.
Η Ελλάδα, ως χώρα-μέλος της Ε.Ε., είναι υποχρεωμένη να πάρει δραστικά μέτρα για την προώθηση της χρήσης εναλλακτικών καυσίμων. Σύμφωνα με την κοινοτική οδηγία 2003/30/ΕΚ, μέχρι το 2010 το 5,75% των καυσίμων που θα χρησιμοποιούνται στη χώρα μας θα πρέπει να είναι βιοκαύσιμα. Ο αριθμητικός στόχος προβλέπει ότι σε τέσσερα χρόνια από σήμερα η Ελλάδα θα πρέπει να χρησιμοποιεί 150.000 τόνους βιοντίζελ και 390.000 τόνους βιοαιθανόλη, δύο από τα γνωστότερα σήμερα βιοκαύσιμα. Ο φιλόδοξος στόχος που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι τα εναλλακτικά καύσιμα μέσα στην επόμενη εικοσαετία να καλύπτουν το 20% των αναγκών στις οδικές μεταφορές, αντικαθιστώντας το πετρέλαιο ή τη βενζίνη σε όλα τα κράτη-μέλη.
Τα βιοκαύσιμα παράγονται από φυτικά έλαια, όπως για παράδειγμα τα σπορέλαια, από ξύλα ή από ζωικά υπολείμματα και διάφορα φυτά, όπως από το κατάλληλα επεξεργασμένο ζαχαροκάλαμο. Ολα αυτά τα παραπάνω υλικά ονομάζονται βιομάζα και σε αυτήν περιλαμβάνονται ακόμα και σκουπίδια (υπολείμματα τροφών, χαρτί κ.λπ.). Σε μερικές μάλιστα εγκαταλειμμένες περιοχές, αλλά και σε πιο γόνιμες, καλλιεργούνται κάποια φυτά ειδικά για να χρησιμοποιηθούν ως βιομάζα για παραγωγή ενέργειας. Πρόκειται για τις λεγόμενες ενεργειακές καλλιέργειες. Η ενέργεια που είναι δεσμευμένη στις φυτικές ουσίες προέρχεται από την ηλιακή ενέργεια. Με τη διαδικασία της φωτοσύνθεσης, τα φυτά μετασχηματίζουν την ηλιακή ενέργεια σε βιομάζα. Οι ζωικοί οργανισμοί αυτή την ενέργεια την προσλαμβάνουν με την τροφή τους και αποθηκεύουν ένα μέρος της. Αυτή την ενέργεια αποδίδει τελικά η βιομάζα, μετά την επεξεργασία και τη χρήση της.
Για να πάρουμε ενέργεια από τη βιομάζα την καίμε, είτε απευθείας είτε αφού προηγουμένως την υποβάλουμε σε επεξεργασία (κοπή, ξήρανση ή άλλες πιο πολύπλοκες διαδικασίες).
Τα βιοκαύσιμα προκαλούν πολύ χαμηλές εκπομπές ρύπων, ενώ η καύση τους δεν επιβαρύνει την ατμόσφαιρα με το διοξείδιο του άνθρακα. Η συνεισφορά των βιοκαυσίμων στην κίνηση οχημάτων δεν είναι καινούργια ιδέα. Ο Ρούντολφ Ντίζελ, όταν παρουσίαζε τον κινητήρα του στην Παγκόσμια Έκθεση του 1900, τον λειτούργησε με φυστικέλαιο και είχε πει ότι «η χρήση φυτικών ελαίων ως καυσίμων μπορεί να μοιάζει ευκαταφρόνητη σήμερα, αλλά με το πέρασμα του χρόνου θα αποκτήσει την ίδια σημασία με το πετρέλαιο». Εκτός όμως από τα περιβαλλοντικά πλεονεκτήματα, υπάρχουν και άλλα κίνητρα για τη χρήση των βιοκαυσίμων από τους καταναλωτές, αφού το βιοντίζελ στη σύνθεσή του περιλαμβάνει περισσότερα κατάνια, τα οποία βελτιώνουν την ιπποδύναμη, ενώ παράλληλα λιπαίνουν και καλύτερα τον πετρελαιοκινητήρα. Οι εταιρείες του κλάδου των πετρελαιοειδών εκτιμούν ότι η αγορά βιοκαυσίμων είναι ιδιαίτερα δυναμική και προσφέρει σημαντικά περιθώρια κέρδους όχι μόνο για τους καταναλωτές και τις εταιρείες, αλλά και για το κράτος.
Σύμφωνα με τα στοιχεία μιας έρευνας που πραγματοποίησε πέρυσι το ΕΜΠ, εκτιμάται ότι το συνολικό συναλλαγματικό όφελος του προϋπολογισμού από την παραγωγή βιοκαυσίμων στη χώρα μας μέχρι το 2010 μπορεί να φτάσει τα 170 εκατομμύρια ευρώ, το κέρδος από τη μείωση των περιβαλλοντικών ρύπων εκτιμάται ότι θα φτάσει τα 34 εκατομμύρια ευρώ, ενώ η ανάπτυξη του κλάδου των βιοκαυσίμων αναμένεται να δημιουργήσει και αρκετές νέες θέσεις εργασίας. Η χώρα που βρίσκεται –παγκοσμίως– στην πρωτοπορία της παρασκευής βιοκαυσίμων είναι η Βραζιλία, όπου το 2005 οι πωλήσεις των αυτοκινήτων που κινούνται και με βιοκαύσιμα ξεπέρασαν τις πωλήσεις των αυτοκινήτων που κινούνται μόνο με βενζίνη. Οι Βραζιλιάνοι άρχισαν να στρέφονται και να ενθαρρύνουν τη χρήση των εναλλακτικών καυσίμων από τα μέσα της δεκαετίας του '70, μετά την πρώτη μεγάλη πετρελαϊκή κρίση, για να περιορίσουν την εξάρτησή τους από το πετρέλαιο.
Η ΟΥΕΦΑ πιάστηκε στον ύπνο
Οσο περνούν οι μέρες και εξελίσσεται η δίκη στο Σαρλερουά, με την προσφυγή της ομώνυμης ομάδας κατά της ΦΙΦΑ και της ΟΥΕΦΑ, τόσο περισσότερο φαίνεται ότι και οι δύο πιάστηκαν στον ύπνο. Και αυτό φαίνεται από τις αντιδράσεις τους. Μετά τη ΦΙΦΑ, που κατάλαβε αργά προς τα πού θα πήγαινε η υπόθεση και η οποία προσπάθησε να επιτύχει την τελευταία στιγμή έναν εξωδικαστικό συμβιβασμό με τη βελγική ομάδα, εμφανίζονται τώρα και οι αντιδράσεις της ΟΥΕΦΑ. Αντιδράσεις που μαρτυρούν, κυρίως, πανικό.
Η ΟΥΕΦΑ προχθές προειδοποίησε –εμμέσως– την G14 ότι όποια ομάδα δεν αποδέχεται τις αθλητικές της αξίες ή επιχειρήσει να ανατρέψει το καθεστώς διοργάνωσης των ευρωπαϊκών διασυλλογικών οργανώσεων, τότε αυτοί που θα το τολμήσουν θα διαγραφούν από τα μητρώα των ομοσπονδιών που ανήκουν. Η G14 επισήμως δεν έχει διατυπώσει καμία τέτοια πρόθεση. Απλώς σε ένα εσωτερικό έγγραφό της, που αποκαλύφθηκε πριν από μία εβδομάδα, άφηνε ένα υπονοούμενο ότι θα μπορούσε στο μέλλον και κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις να προχωρήσει στη δημιουργία ενός δικού της πρωταθλήματος. Αυτό το υπονοούμενο το χρησιμοποιεί η G14 την τελευταία τριετία για να πιέσει την ΟΥΕΦΑ να πάρει αποφάσεις που να εξυπηρετούν τα συμφέροντα των μεγάλων συλλόγων. Η G14 γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο, τουλάχιστον τώρα, όπως επίσης γνωρίζει ότι χωρίς τα μέλη της, το Τσάμπιονς Λιγκ δεν μπορεί να αποτελέσει ένα ελκυστικό προϊόν.
Η ΟΥΕΦΑ, όπως και η ΦΙΦΑ, θα πρέπει να αποδεχθούν την ιδέα ότι θα συνδιαλέγονται με τους ισχυρούς συλλόγους, γιατί είναι μέρος του σύγχρονου ποδοσφαίρου. Η γερμανική ομοσπονδία ήδη αποζημιώνει με ένα ποσό τους συλλόγους των οποίων χρησιμοποιεί παίκτες στην εθνική, ενώ τους αποδίδει και ένα μέρος από τα έσοδά της στις μεγάλες διοργανώσεις.
Αυτές τις ρυθμίσεις θα εφαρμόσουν τόσο η αγγλική όσο και η γαλλική ομοσπονδία. Τότε, πώς θα αντιδράσει η ΟΥΕΦΑ, που βασανίζεται από την παλαιοκομματική νοοτροπία παραγόντων-μάνατζερ τύπου Λέναρντ Γιόχανσον;