Ουδείς επισκέπτης, φέτος, στη (μοναδική άπαρτη έδρα του πρωταθλήματος) Ξάνθη έχει πλησιάσει τόσο κοντά στη νίκη. Και τόσο πειστικά, θα μπορούσε να προσθέσει κανείς. Οσο την Κυριακή ο Παναθηναϊκός. Η ΑΕΚ πήρε με τα δόντια το 0-0 κι έφυγε τρέχοντας. Ο Ολυμπιακός ηττήθηκε. Ο ΠΑΟΚ ηττήθηκε. Ο Ηρακλής έφαγε, εκεί, τέσσερα γκολ. Η Λάρισα ηττήθηκε. Ο Ατρόμητος ηττήθηκε. Το Αιγάλεω ηττήθηκε. Μόνον ο Ιωνικός, προ μηνών, απείλησε τούτο το αήττητο. Και ισοφαρίστηκε περίπου όπως ο Παναθηναϊκός.

Το 1-1 δεν ήταν κακό αποτέλεσμα, απεναντίας τον Οκτώβριο ή τον Ιανουάριο θα φαινόταν μια χαρά για τον Παναθηναϊκό. Το έκανε... κακό η βαθμολογική ανάγκη της συγκυρίας. Η ίδια πίεση, της βαθμολογικής ανάγκης, οδήγησε τον Μαλεζάνι στα αδύναμα επιχειρήματα-σοφιστείες:

•Ναι, η ΑΕΚ έφυγε στο +2, αλλά εμείς είμαστε στο +7 από τότε που η ΑΕΚ μας είχε ξεφύγει στο +9. Δηλαδή, το +9 πώς είχε προκύψει; Εξ ουρανού; Οχι από λάθη του Παναθηναϊκού;
•Ναι, αλλά εδώ ο Ολυμπιακός γονάτισε. Αρα, τι; Κέρδος +1; Ο Ολυμπιακός γονάτισε, σύμφωνοι, αλλά μονάχα αφού είχε... πάρει τον τίτλο!

Δεν τα λες. Γενικώς ο Ιταλός έχει δείξει μια κάποια αδυναμία στο να υπερασπιστεί αποτελεσματικά τον εαυτό του. Στο «Εψιλον», θυμάμαι, προσπάθησε να εξωραΐσει την εικόνα της ομάδας (του) στο Τσάμπιονς Λιγκ με επιχείρημα το 0-0 κατά της Μπαρτσελόνα. Πολύ λίγο, εξαιρετικά ασθενές. Οταν αυτή η ομάδα δέχθηκε πέντε στη Βαρκελώνη, πέντε στη Βρέμη, πέντε (στα δύο ματς) με την Ουντινέζε.

Τα πανικόβλητα επιχειρήματα της στιγμής έχουν, προφανώς, να κάνουν με την κατάσταση-στρες υπό την οποία νιώθει ο Μαλεζάνι να τελεί. Με την αρνητικότητα, που ξέρει πως τον περιμένει στην πρώτη γωνία του δρόμου. Είναι κατάσταση που τον κάνει έως και συμπαθή. Προχθές έβγαλε τον Παπαδόπουλο. Ηταν, εννοείται, σωστή κίνηση. Ο Παπαδόπουλος ίσα ίσα έπαιρνε τα πόδια του για να φτάσει έως την πλάγια γραμμή και να αντικατασταθεί. Δεν πήγαινε άλλο.

Μονό μην το φας τώρα, δόλιε μου, σκέφτηκα. Η συμπάθεια (για τον άνθρωπο-έρμαιο), σημειώσαμε ήδη. Ετσι, αντανακλαστικά. Μετά, το μόνο που τον ξέπλενε ήταν να βάλει ότι θα ήταν το νικητήριο γκολ ο... Κώτσιος. Δεν το 'βαλε. Ο Μαλεζάνι δεν έμελλε να γίνει ο χρυσοδάκτυλος της ημέρας. Δεν έχει πολλά να του προσάψει κανείς, στην ενενηντάλεπτη διαχείριση των αγώνων. Αν θέλεις να βρεις, βρίσκεις (περισσότερα) στο ότι ο Παναθηναϊκός δεν έχει ενδιαφέρον και αξιόπιστο σχέδιο επίθεσης.

Είναι ομάδα που φοβάται, καταφανέστατα φρεναρισμένη απ' τον προπονητή της, να πάρει ρίσκα. Να βγει μπροστά με περισσότερους, από τους απολύτως απαραίτητους, παίκτες. Να ανεβούν οι μπακ και να «παίξουν» με τους εξτρέμ, περνώντας (πάνω στην πλάγια γραμμή) πίσω απ' την πλάτη τους. Να κάνουν παιγνίδι ερχόμενοι όπισθεν, πράγμα που λατρεύει να βλέπει ο Τζίγκερ, ο Μόρις ή ο Μπίσκαν.

Ο Παναθηναϊκός του Μαλεζάνι είναι, πιο πολύ, ομάδα του «κάπως θα τύχει να το βάλουμε» (οπότε, άμα έχουμε κρατήσει το μηδέν, νικήσαμε). Αυτή η ιταλιάνικη ταυτότητά της, η σφραγίδα του αλενατόρε, θα μπορούσε να είναι σοβαρό σημείο επίκρισης. Ο Μαλεζάνι έχει κατηγορηθεί για χίλια δυο άλλα, κατά κανόνα ανούσια, και... ελάχιστα γι' αυτό. Το πράγμα, με την περιρρέουσα αρνητικότητα όπου τα πάντα φταίνε στους πάντες, αγγίζει πια το να είναι οπερέτα!

Απόδειξη, ο σάλος που ξεσήκωσε το αυτονόητο. Το αυτονόητο (νόημα της «επίμαχης» ατάκας) ήταν ότι, επειδή οι εποχές έχουν αλλάξει, όσες πιθανότητες έχει τη σήμερον ημέρα η Βερόνα να πάρει τον τίτλο στη Serie A, άλλες τόσες έχει κι ο Παναθηναϊκός να παίξει τελικό Τσάμπιονς Λιγκ. Ή, να προσθέσω εγώ, άλλες τόσες έχει η Σέλτικ να ξαναπάρει Πρωταθλητριών με έντεκα Σκωτσέζους που ζουν όλοι, όπως οι ήρωες του '67, σε ακτίνα 30-40 χιλιομέτρων απ' τη Γλασκώβη. Πού το παράξενο; Το αιρετικό; Το... ασεβές για το Wembley '71;

Κι όμως, ο σάλος που σηκώθηκε στα καλά καθούμενα (σε συγχορδία παλαιμάχων και λοιπών προθύμων δυνάμεων της Ιδέας) ήταν από «έκανε τον Παναθηναϊκό Βερόνα» έως «μηδένισε την ιστορία του κλαμπ». Τελείως γκα-γκα!

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube