Οι Ιταλοί αύριο και μεθαύριο ψηφίζουν. Δευτέρα βράδυ θα ξέρουμε αν ο Μπερλουσκόνι θα τους κυβερνάει για τέσσερα χρόνια ακόμα ή αν η Κεντροαριστερά του Πρόντι θα έχει μία δεύτερη ευκαιρία να κυβερνήσει τη χώρα. Αυτό, βέβαια, απασχολεί τους Ιταλούς. Εμένα με απασχολεί αν ο μπερλουσκονισμός είναι εξαγώγιμο προϊόν, κάτι σαν την ιταλική μόδα. Εχει εξήγηση το φαινόμενο Μπερλουσκόνι; Εχει σχέση, άραγε, με την όλη πολιτική δραστηριότητα του Ιταλού επιχειρηματία η ενασχόλησή του με το ποδόσφαιρο; Φυσικά και ναι.
Ο Μπερλουσκόνι πάτησε το πόδι του στη Μίλαν στα μέσα της δεκαετίας του '80, παραλαμβάνοντας μία ομάδα που βρισκόταν στην απόλυτη παρακμή. Η Μίλαν είχε δύο υποβιβασμούς τα πέντε προηγούμενα χρόνια, είχε έναν υπόδικο μεγαλομέτοχο, τον Τζούσι Φαρίνα, που καταζητείτο στο εξωτερικό, είχε λαμπρό παρελθόν κι ανύπαρκτο –σχεδόν– παρόν. Ετρεχε για να τη σώσει ο Τζιάνι Ριβέρα και επιχειρηματικά θεωρείτο μια εταιρεία που βάδιζε προς τον όλεθρο. Κακή εξέδρα, παρακμή, χρέη, λίγοι παίκτες. Και –κυρίως– πολλοί και δύσκολοι αντίπαλοι. Εκτός από τη Γιούβε και την Ιντερ, μεσουρανούσε η Ρόμα, έκανε πρωταθλητισμό η Βερόνα, ανέβαιναν ασταμάτητα η Νάπολι και η Σαμπντόρια. Πώς να μπει κάποιος σφήνα, όταν μάλιστα κουβαλάει τον τεράστιο βραχνά που λέγεται χρέη;
Επίπεδο
Τι ήταν ο Μπερλουσκόνι μέχρι να πάρει τη Μίλαν; Ενας ανερχόμενος επιχειρηματίας, φίλος των σοσιαλιστών του Κράξι, μπλεγμένος με την ιδιωτική τηλεόραση και τον δήμο του Μιλάνου. Ο αδερφός του, Πάολο, είχε μια κατασκευαστική εταιρεία που έκλεινε προνομιακές δουλειές με τον δήμο. Ο ίδιος ο Σίλβιο δεν ήταν τίποτα το εξαιρετικό. Τον ακολουθούσαν οι παράξενες ιστορίες της νιότης του, μύθοι που συντηρούσε ο ίδιος. Δήλωνε ότι δούλευε σε κρουαζιερόπλοια κάνοντας σόου πίστας, ότι έπαιζε κομπάρσος σε ταινίες β' διαλογής, ότι κρυβόταν για χρόνια από τον πατέρα του επειδή είχε τοποθετήσει άστοχα τις αποταμιεύσεις της οικογένειας στο χρηματιστήριο. Ο Ιδρο Μοντανέλι, ο «Πάπας» των πολιτικών σχολιαστών της Ιταλίας, είχε πει ότι η μόνη προσφορά του είναι ότι «γέμισε κώλους και βυζιά τα σπίτια των Ιταλών», αναφερόμενος στο μάλλον χαμηλό επίπεδο των καναλιών του, που στα 80s δεν μετέδιδαν δελτία ειδήσεων!
Στρατηγική
Ο Μπερλουσκόνι χρησιμοποίησε τη Μίλαν για να αλλάξει το κοινωνικό προφίλ του. Την έκανε αμέσως μέρος του holding των επιχειρήσεών του, μοιράζοντας τα χρέη της στις υπόλοιπες εταιρείες του, ενώ ταυτόχρονα χρησιμοποίησε το διαφημιστικό μπάτζετ των εταιρειών του για να τη δυναμώσει. Ο στόχος του δεν ήταν να φτιάξει μια καλή ομάδα, αλλά μια διαφορετική ιταλική ομάδα: αυτή ήταν η κεντρική στρατηγική του. Η πρόσληψη του Σάκι, η εταιρική στελέχωση από τεχνοκράτες, η απόκτηση των Ολλανδών, στους οποίους ο κόουτς στηρίχθηκε για να παρουσιάσει ένα σύνολο που έπαιζε ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο, η διακήρυξή του ότι στόχος δεν είναι το πρωτάθλημα αλλά η ευρωπαϊκή διάκριση, όλα αυτά στον καιρό τους ήταν για την Ιταλία σημάδια μιας επανάστασης.
Χειρότερος
Πίσω από μια σειρά από άριστες ποδοσφαιρικές κινήσεις φαινόταν καθαρά η προσπάθεια χτισίματος του πολιτικού προφίλ του: όχι τόσο στα γήπεδα, αλλά στα κανάλια του. Τον καιρό που η Μίλαν ανέβαινε τα σκαλοπάτια της δόξας, η Ιταλία μέσω των καναλιών του αφεντικού ζούσε ένα είδος πολιτιστικής επανάστασης του Μάο, με κεντρικό θέμα το ποδόσφαιρο. Κάθε επιτυχία συνοδευόταν από αναλύσεις και εξηγήσεις. Δεν υπήρχε τίποτα τυχαίο, όλα έπρεπε να φαίνονται προσχεδιασμένα, προγραμματισμένα, ιδιαίτερα και διαφορετικά. Η Μίλαν δεν ξόδευε, «επένδυε», δεν έκανε μεταγραφές, αλλά «τρομερά κόλπα στο μεταγραφικό παζάρι», δεν είχε «προπονητές», είχε «επιστήμονες που διδάσκουν», δεν έπαιζε ποτέ άμυνα, αλλά «έκλεινε σωστά τους χώρους», δεν έχανε ποτέ, απλώς καμιά φορά συνέβαινε να «υποτιμά τους αντιπάλους της, που ήταν και παραμένουν στα χαρτιά χειρότεροι».
Παιχνίδι
Η αλήθεια είναι ότι ο Μπερλουσκλόνι στήριξε το επικοινωνιακό παιχνίδι του άψογα. Δεν έστησε πρωταθλήματα για να τα κερδίσει, δεν προκάλεσε αντιπάλους (π.χ. άφησε τους Γιουβεντίνους να αγοράσουν τον Μπάτζιο, ξέροντας ότι θα ξεσηκωθεί η Φλωρεντία εναντίον τους), δεν ήθελε την εύνοια των διαιτητών και είδε την ομάδα του όχι απλώς να κερδίζει ευρωπαϊκά τρόπαια, αλλά να ισοπεδώνει αντιπάλους στους τελικούς. Ομως η τιμιότητα του παιχνιδιού και η άριστη διαχείριση του συλλόγου χρησιμοποιήθηκαν υποδειγματικά για να αλλοιωθούν συνειδήσεις. Χάρη στο ποδόσφαιρο και τον Μεγάλο Αδελφό που λέγεται τηλεόραση, ο μέσος Ιταλός αγάπησε τον Μπερλουσκόνι.
Ομάδα
Πολύ πριν γίνει πρωθυπουργός, ο Μπερλουσκόνι είχε γίνει ο αγαπημένος πρόεδρος των Ιταλών ποδοσφαιρόφιλων. Εκανε κατά βάση σωστές πολιτικές παρατηρήσεις, ήταν γενναιόδωρος με τους αντιπάλους και είχε μια αξιοζήλευτη ομάδα. Στο υποσυνείδητο του μέσου Ιταλού η εικόνα του ήταν αυτή του άριστου επιτυχημένου επιχειρηματία, του αληθινού νικητή. Οταν το 1996 πολιτεύτηκε για πρώτη φορά (για να μην πάει φυλακή, αφού οι εισαγγελείς είχαν ήδη μπουζουριάσει τον αδερφό του για χρηματισμούς πολιτικών και υπεξαίρεση δημόσιου χρήματος), κανείς δεν ένιωσε την παραμικρή έκπληξη. Οι επαγγελματίες κυβερνώντες (σοσιαλιστές και χριστιανοδημοκράτες) μπαινόβγαιναν στη φυλακή και τη χώρα έπρεπε να την κυβερνήσει κάποιος που ξέρει. Ποια ήταν η πιο επιτυχημένη επιχείρηση των τελευταίων χρόνων; Φυσικά η Μίλαν –στην οποία χάρη στον Μπερλουσκόνι τίποτα δεν έγινε τυχαία. Το λέει και η τηλεόραση!
Λάθος
Ο Μπερλούσκας δεν πολιτεύτηκε καταθέτοντας μια πολιτική πρόταση, αλλά επιδεικνύοντας μια συμπεριφορά απόλυτα συμβατή με το προφίλ που πολιτικά έχτισε. Το κόμμα του λέγεται Forza Italia –έχει δηλαδή ως όνομα ένα ποδοσφαιρικό σύνθημα. Στην προεκλογική καμπάνια του έδωσε ουκ ολίγα one man shows. Αποκάλεσε τους αντιπάλους του «αρχίδια», ζήτησε παρατηρητές του ΟΗΕ (!) για να μη γίνει νοθεία, έφυγε από το ντιμπέιτ. Ολα αυτά σε μας μοιάζουν παράξενα, διότι έχουμε συνηθίσει άλλου είδους πολιτικούς. Ομως ο Μπερλουσκόνι δεν είναι πολιτικός: είναι ένας «πρόεδρος», που κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί για την ομάδα, το κόμμα, τη χώρα. Τέτοιους δεν γουστάρουν και στην Ελλάδα οι οπαδοί; Πού είναι άραγε το λάθος;