Η απόφαση του Ολυμπιακού να μην πάρει εισιτήρια για το σημερινό ματς που θα γίνει στη Λάρισα είναι μια ιστορική απόφαση –μία από τις σοβαρότερες στην ιστορία του συλλόγου. Την πήρε ο ίδιος ο Σωκράτης Κόκκαλης και οφείλουμε να τον ενθαρρύνουμε να πάρει κι άλλες τέτοιες αποφάσεις. Γιατί είναι μια απόφαση που δείχνει ότι το ελληνικό ποδόσφαιρο είναι έτοιμο να κάνει ένα βήμα μπροστά, μολονότι πολλοί κάνουν ό,τι μπορούν για να το ρίξουν οριστικά στον γκρεμό.
Δεν έχω γράψει τίποτα για τον καβγά ανάμεσα στον Ολυμπιακό και τη Λάρισα, μολονότι η πληροφόρησή μου ήταν άριστη. Ύστερα από όσα συνέβησαν πέρυσι στη Νέα Σμύρνη, στον αγώνα του Ολυμπιακού και του Πανιωνίου (τον οποίο προσωπικά θεωρώ το «σημείο μηδέν» του ελληνικού ποδοσφαίρου), έχω αποφασίσει να μην κάνω αναπαραγωγή καβγάδων ομάδων για εισιτήρια. Κυρίως για ένα λόγο: διότι όσο σαφής κι αν είναι ο λόγος των εμπλεκομένων, δεν ακούει κανένας τι λένε. Οι φανατικοί συντάσσονται πίσω από τη θέση της ομάδας (που είναι συνήθως και δική τους θέση) και χρησιμοποιούν την αντιπαράθεση σαν φιτίλι που θα προκαλέσει την έκρηξη. Η δημόσια αντιπαράθεση κάνει το πρόβλημα χειρότερο.
Μυαλό
Στη Λάρισα προέκυψε ένα πρόβλημα –σοβαρό πρόβλημα. Στα δικά μου μάτια το πρόβλημα δεν ήταν τα εισιτήρια, ήταν οι συμπεριφορές. Οι γηπεδούχοι μπορεί να έχουν τα δίκια τους, αλλά από συμπεριφορά δεν έσκισαν. Γι' αυτό θεωρώ ότι ο Κόκκαλης πήρε μια γενναία απόφαση: διότι όταν «βιδώνεσαι» από τον άλλον, όταν θεωρείς ότι σου κάνει επίδειξη μαγκιάς ή ότι προσπαθεί να σε ξεγελάσει, δύσκολα σκέφτεσαι με καθαρό μυαλό. Ο πρόεδρος του Ολυμπιακού στην προκειμένη περίπτωση πήρε μια σωστή απόφαση υπό συνθήκες που δεν την επέτρεπαν. Δεν έχω παρά να επισημάνω την ορθότητά της.
Στρατός
Τι θα συνέβαινε αν ο Ολυμπιακός έπαιρνε εισιτήρια; Θα σας το πω. Οι 2.600 οπαδοί του που θα πήγαιναν εκεί θα αντιμετωπίζονταν όπως ο αμερικανικός στρατός στο Ιράκ. Θα εμφανίζονταν από την άλλη οι «μαχητές της ελευθερίας» της Λάρισας και η πόλη θα γινόταν για μια μέρα Βηρυττός. Το Αλκαζάρ είναι σχεδόν αδύνατο να αστυνομευθεί, στη Λάρισα έχουν να πάνε τόσοι φιλοξενούμενοι πάνω από δέκα χρόνια, η αστυνομική δύναμη και να θέλει δεν ξέρει πώς να αντιδράσει. Μόλις το ματς στράβωνε, θα γινόταν το έλα να δεις και μέσα στο γήπεδο και ο Ολυμπιακός θα γινόταν η πρώτη ομάδα που θα αγωνιζόταν κεκλεισμένων των θυρών στο ματς με τον Ιωνικό, στο οποίο κανονικά θα έπρεπε να κάνει τη φιέστα της κατάκτησης του πρωταθλήματος! Θα την πλήρωναν πάλι οι κάτοχοι των διαρκείας, οι οποίοι θα έχαναν ένα ακόμα ματς. Το χειρότερο είναι ότι το κλίμα θα γινόταν πάλι χολερικό. Θα έφταιγαν πάλι οι αντίπαλοι οπαδοί, η διοίκηση της κατά τα άλλα φιλικής ΑΕΛ, οι δημοσιογράφοι που θα έπαιρναν θέση, οι αθλητικοί δικαστές, η αστυνομία: αξίζει άραγε να επιδιώκει κανείς τέτοια ένταση για 600 εισιτήρια παραπάνω; Δεν νομίζω.
Δικαίωμα
Θα πει κάποιος «γιατί να παραιτηθεί ο Ολυμπιακός από το δικαίωμά του να πάρει εισιτήρια;». Η δική μου απάντηση είναι ότι ο Ολυμπιακός δεν παραιτήθηκε από κανένα δικαίωμα. Εξασφάλισε τα εισιτήρια που ήθελε, απέδειξε ότι δεν υπαναχωρεί, πέτυχε τη δικαίωσή του και στο τέλος, αρνούμενος να νομιμοποιήσει μια σειρά από ερασιτεχνισμούς των υπόλοιπων εμπλεκομένων, έδειξε ότι δεν φοβάται τίποτα. Το χαρακτηριστικό των αληθινά μεγάλων δεν είναι η αλαζονεία, είναι η μεγαλοψυχία: ο μεγάλος σύλλογος δεν επιβάλλει τη θέλησή του, κερδίζει με τις πράξεις του τον σεβασμό. Ο Ολυμπιακός με τη χθεσινή απόφαση του προέδρου του απέδειξε εμπράκτως ότι δεν άγεται και φέρεται από κανέναν. Δεν φοβάται τίποτα.
Μπούρδες
Ο αντίλογος μπορεί να είναι ότι σε ένα «καυτό» γήπεδο μπορεί να αποκλειστεί, ενώ αν είχε μαζί του τον λαό του κάτι τέτοιο δεν θα συνέβαινε: μπούρδες! Το αν ο Ολυμπιακός θα προκριθεί εξαρτάται αποκλειστικά από το παιχνίδι που θα κάνει –όλα τα άλλα είναι για να κοροϊδεύουμε τους οπαδούς μπας κι αγοράσουν εφημερίδες. Ο Ολυμπιακός έχασε από κάποια Μακάμπι 3-0 στο Τσάμπιονς Λιγκ μπροστά σε 30 χιλιάδες φίλους του. Κι έχει νικήσει χωρίς τους οπαδούς του φέτος την ΑΕΚ και τον ΠΑΟ στο ΟΑΚΑ και τον ΠΑΟΚ στην Τούμπα, όπου έπεφταν τούβλα κι άναβαν φωτιές. Η παρουσία του κόσμου του είναι καθοριστικά χρήσιμη πιο πολύ στο Καραϊσκάκη παρά στα εκτός έδρας ματς. Μακριά από την έδρα του ο παίκτης πρέπει να σκέφτεται το παιχνίδι κι όχι αν δέρνονται στην εξέδρα οι οπαδοί ή αν πήρε φωτιά κάποιος από τις φωτοβολίδες που πέφτουν σαν χαλάζι.
Διασυρμός
Αν ο Ολυμπιακός αποκλειστεί από τη Λάρισα, δεν θα έχει παίξει καλά. Αν πήγαινε στη Λάρισα με κόσμο κι ο περήφανος «λαός» του έκανε την πόλη γης Μαδιάμ, η πρόκρισή του θα τον έκανε εξαιρετικά αντιπαθή και ο αποκλεισμός του θα ήταν διασυρμός. Ο κόσμος θα έλεγε ότι ο καβγάς για τα εισιτήρια έγινε προσχεδιασμένα, για να πάνε κάποιοι εκεί να τα σπάσουν –όπως έχει συμβεί κι άλλες φορές. Ο Κόκκαλης με αυτή την απόφαση είπε «φτάνει, δεν θέλω να συνδέεται ο Ολυμπιακός με τέτοιες ακρότητες, αρκετά». Δεν μπορώ παρά να ελπίζω ότι αυτή η πράξη διοικητικής ωριμότητας θα έχει συνέχεια.
Πανηγύρι
Ταυτόχρονα ο πρόεδρος του Ολυμπιακού εξέθεσε και την ΕΠΟ (οι παράγοντες της οποίας αποδείχτηκε ότι δεν μπορούν να οργανώσουν ούτε το πανηγύρι της Αγίας Φωτεινής) και την τοπική αστυνομία. Και πέταξε το μπαλάκι στη Λάρισα, η διοίκηση της οποίας θα πρέπει τώρα να οργανώσει ένα ματς με άριστες συνθήκες, για να μην εκτεθεί στα μάτια όλης της Ελλάδας. Ο Κόκκαλης αυτή τη φορά έβαλε αληθινά τον πήχη πολύ ψηλά…
«V for Vendetta»
Το βράδυ που ο Μπερλουσκόνι παραλίγο να ξανακερδίσει τις ιταλικές εκλογές (μολονότι σύσσωμη η Κεντροαριστερά συσπειρώθηκε εναντίον του) πήγα και είδα το «V for Vendetta» -θεωρώ αυτό το γεγονός μία από τις ευχάριστες συμπτώσεις που μου συνέβησαν φέτος. Κάποτε η ίδια η ιστορία του Μπερλούσκα θα γίνει ταινία: ελπίζω το φιλμ να είναι διδακτικό και καταγγελτικό (όπως το «V» των ταλαντούχων αδελφών Γουατσόφσκι), διότι αν είναι αγιογραφία αλίμονό μας: πάει να πει ότι ο κόσμος έχει γεμίσει Μπερλουσκόνηδες.
Η ταινία (που στηρίζεται σε ένα καλό εγγλέζικο κόμικ) είναι ένα ευχάριστο παραμύθι που μιλάει για σκληρά πράγματα: για τον φασισμό που στηρίζεται στον φόβο, για την εκδίκηση ως λύτρωση, για την ανθρώπινη θέληση, για την ελευθερία και, κυρίως, για την κοινωνική ψύχωση, που εύκολα μπορεί να προκληθεί όταν ελέγχεις τα μέσα. Το φινάλε της είναι αισιόδοξο διότι πάει πέρα από το χάπι εντ: το ακριβώς αντίθετο από το αποτέλεσμα των ιταλικών εκλογών. Στην ταινία –πιο πολύ κι από αυτό που τελικά συμβαίνει– μετράει το μήνυμα. Στις ιταλικές εκλογές η νίκη της Κεντροαριστεράς είναι χίμαιρα: η επιστροφή του Μπερλουσκόνι για όποιον καταλαβαίνει είναι θέμα χρόνου, κυρίως γιατί οι αντίπαλοί του δεν τον συνέτριψαν. Ενώθηκαν για να τον αντιμετωπίσουν κι αυτός παραλίγο να τους κερδίσει όλους. Τώρα, που θα πρέπει να συμπορευτούν κυβερνητικά και όχι να λειτουργήσουν ως καταγγελτική αντιπολίτευση, θα διαλυθούν. Μόλις η ανάγκη που τους ένωσε εκλείψει, θα προκύψουν δυσκολίες, τις οποίες η ισχνή νίκη δεν θα τους επιτρέψει να διαχειριστούν. Λυπάμαι που το λέω, αλλά έτσι είναι.
Και το «V for Vendetta» και οι ιταλικές εκλογές (που κι αυτές την Τρίτη το βράδυ με ταινία έμοιαζαν) οδηγούν στο ίδιο συμπέρασμα: υπάρχει ανάγκη πολιτικής, δηλαδή ανάγκη μιας ιδέας. Ο ήρωας της ταινίας, ο μοντέρνος Μοντεχρήστος «V», αυτή την ιδέα την έχει: μπορεί να είναι τρελή, συζητήσιμη, αναρχική ή αντιεξουσιαστική, ωστόσο είναι μια πολιτική ιδέα –δεν μπορώ να πω το ίδιο και για την ιταλική Αριστερά. Το να λες είμαι αντιμπερλουσκονικός ακούγεται πιασάρικο και είναι θεμιτό –μόνο που το βράδυ των εκλογών αυτό ως θέση τελειώνει: τώρα πρέπει να πεις τι είσαι κι αν δεν είσαι κάτι, δύσκολα πείθεις. Ο «V» έπεισε πιο πολύ απ' τον Πρόντι…