Το πρωτάθλημα στην Αγγλία πλησιάζει προς το τέλος του, η Τσέλσι –παρά τις ελπίδες του Φέργκιουσον– δεν χάνει τον τίτλο και έρχεται ο χρόνος του απολογισμού και της γνωστοποίησης των μεταγραφικών στόχων κάθε ομάδας. Η επιλογή των μεταγραφικών στόχων και οι κινήσεις για την υλοποίησή τους συναρτώνται στο νησί –πολύ συχνά– με τα οικονομικά αποτελέσματα της κάθε ομάδας. Μάλιστα, ως κλείσιμο του οικονομικού έτους για τους ποδοσφαιρικούς συλλόγους που είναι εισηγμένοι στο χρηματιστήριο έχει προσδιοριστεί η τελευταία ημέρα του Ιουνίου.

Ετσι, κάθε ομάδα κανονίζει τις κινήσεις της ανάλογα με την οικονομική εικόνα που επιδιώκει να δώσει στους μετόχους της. Αν δηλαδή θα εκταμιεύσει χρήματα για τις μεταγραφές πριν από τις 30 Ιουνίου ή μετά. Ο εντοπισμός των μεταγραφικών στόχων φυσικά δεν είναι μία διαδικασία που ενεργοποιείται με τη λήξη του πρωταθλήματος. Είναι μία διαδικασία συνεχούς λειτουργίας, που ταυτίζεται με την εύρυθμη και συνεχή λειτουργία της ομάδας. Στην Αγγλία και σε όλες σχεδόν τις ομάδες –ανεξαρτήτου κατηγορίας– το σκάουτινγκ είναι τόσο σημαντικό όσο η αναπνοή για τον ανθρώπινο οργανισμό. Οταν ο άνθρωπος σταματά να αναπνέει, πεθαίνει. Το ίδιο θεωρούν οι Αγγλοι ότι μπορεί να συμβεί και με τις ομάδες.

Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, για παράδειγμα, παρακολουθεί από τον περασμένο χρόνο περίπου 30 ποδοσφαιριστές, η πλειονότητα των οποίων είναι κάτω των 25 ετών και προέρχονται σχεδόν από κάθε σημείο του πλανήτη. Ανάλογοι σε αριθμό είναι και οι υποψήφιοι μεταγραφικοί στόχοι που έχουν εντοπίσει η Τσέλσι και η Αρσεναλ. Από αυτούς τους «στόχους» θα προέλθουν τα νέα μεταγραφικά αποκτήματά τους.

Βέβαια, οι επιδόσεις καθενός από αυτούς τους ποδοσφαιριστές καταγράφονται συνεχώς και παρακολουθούνται από ανθρώπους των συλλόγων ή από τους ανταποκριτές τους. Ετσι, όταν έρθει η ώρα για την επιλογή, η όποια μεταγραφή δεν γίνεται βεβιασμένα υπό πίεση χρόνου ή χρημάτων. Πρακτικές που δεν ακολουθούμε εμείς εδώ στην Ελλάδα, όπου το σκάουτινγκ είναι μία ευκαιριακή διαδικασία, χωρίς στοιχεία προγραμματισμού. Ως αποτέλεσμα, η πλειονότητα των μεταγραφών που παρουσιάζονται ως χρήσιμες ή εντυπωσιακές αποδεικνύονται... παλτουδιές ολκής. Το καλά οργανωμένο τμήμα σκάουτινγκ λειτουργεί πάντα σε συνδυασμό με τα τμήματα υποδομής ενός συλλόγου και συνάμα επιδρά καθοριστικά –είτε θετικά είτε αρνητικά– στην οικονομική κατάσταση μιας ομάδας.

Μια μεταγραφή ενός ποδοσφαιριστή που μπορεί να αγοραστεί με λίγα χρήματα και να μεταπωληθεί για ποσό πολλαπλάσιο της τιμής αγοράς του είναι ζητούμενο για κάθε σύλλογο. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα τέτοιων περιπτώσεων στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, όπως η περίπτωση Ανελκά, που μεταγράφηκε στην Αρσεναλ αντί 3 δισ. δρχ. και πουλήθηκε στη Ρεάλ για 12 δισ. δρχ. Ή ακόμα η περίπτωση του Βιλτόρ, τον οποίο έχει αγοράσει η Ντεπορτίβο από τη Ρεν αντί, αν θυμάμαι καλά, 800 εκατ. δρχ. και τον πουλά 2,2 δισ. δρχ. στην Μπορντό πριν καν ο παίκτης φορέσει τη φανέλα του ισπανικού συλλόγου, με την «Ντέπορ» να έχει κερδίσει επιπλέον ένα πολύ μεγάλο ποσό από τη μεταγραφή του Γάλλου στην Αρσεναλ.

Μεγάλο κέρδος από τη μεταγραφή ενός ποδοσφαιριστή αποκόμισε και ο Ηρακλής στην περίπτωση του Κωνσταντίνου, για παράδειγμα, αλλά η κακή οργάνωση του συλλόγου δεν του επέτρεψε να κεφαλαιοποιήσει τα κέρδη αυτής της μεταγραφής. Οι ελληνικές ομάδες επιζητούν συχνότατα την πλειονότητα των μεταγραφικών στόχων τους στο εξωτερικό και επιλέγουν αμφίβολης αξίας ποδοσφαιριστές, αντί να προσπαθήσουν να δημιουργήσουν τους δικούς τους παίκτες. Τη σημασία που έχουν τα τμήματα υποδομής για μία ομάδα τόνισαν πριν από δύο μέρες και οι προπονητές των τριών μεγάλων ομάδων του κέντρου.

Με την εξαίρεση όμως φέτος του Μαλεζάνι, δεν είδα τους άλλους να αξιοποιούν ποδοσφαιριστές από τα φυτώριά τους. Ισως ο Σόλιντ να κριθεί από τον καινούργιο χρόνο στο συγκεκριμένο ζήτημα, αλλά ο Σάντος είναι σαφές ότι θα μπορούσε να δώσει πολύ περισσότερες ευκαιρίες σε μία τετράδα –τουλάχιστον– νεαρών ποδοσφαιριστών. Και δεν το έκανε.

Καθένας με το μοντέλο του

H επίδειξη πολιτικής αφασίας συνεχίζεται. Η κυβέρνηση αντιπαραθέτει στο σουηδικό μοντέλο του ΠΑΣΟΚ τη δική της πρόταση, το ιρλανδικό μοντέλο, νιώθοντας δικαιωμένη για την επιλογή της. Κανείς, ούτε από τη Ν.Δ. ούτε από το ΠΑΣΟΚ, δεν βγαίνει να εξηγήσει στον κόσμο τι ακριβώς είναι αυτά τα μοντέλα, ποια είναι τα θετικά και τα αρνητικά τους στοιχεία, τι προσαρμογές χρειάζονται για να εφαρμοστούν εδώ ή -το κυριότερο- αν έχει γίνει κάποια σχετική μελέτη για τις επιπτώσεις που θα είχαν στην ελληνική οικονομία.

Ο κ. Αλογοσκούφης μάς ενημέρωσε προχθές ότι η κυβέρνηση έχει επιλέξει το ιρλανδικό μοντέλο ανάπτυξης, που κάτω από τη μάσκα των θετικών μακροοικονομικών στοιχείων κρύβει ένα πολύ σκοτεινό πρόσωπο, για το οποίο ο «μαθητευόμενος μάγος» του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας δεν λέει κουβέντα. Και αυτό το σκοτεινό πρόσωπο του ιρλανδικού οικονομικού θαύματος έχει δύο βασικά χαρακτηριστικά: τη μαζική εισαγωγή μεταναστών για «μαύρη εργασία» και την αδυναμία του πολυδιαφημισμένου «αναπτυξιακού μοντέλου» της χώρας να καταπολεμήσει τη φτώχεια, που εξακολουθεί να μαστίζει ύπαιθρο και αστικά κέντρα.

Πέρυσι η ιρλανδική εφημερίδα «Irish Times» υποστήριζε σε ένα μεγάλο αφιέρωμά της ότι το περίφημο σύστημα της «ελαστικοποίησης» της αγοράς εργασίας έχει κάνει μεγάλη ζημιά στον κοινωνικό ιστό. Τις θέσεις εργασίας καταλαμβάνουν όλο και πιο συχνά μετανάστες και λαθρομετανάστες με 3,60 ευρώ ωρομίσθιο. Η κρατική στατιστική υπηρεσία της Ιρλανδίας είχε διαπιστώσει ότι πέρυσι 40.000 από τις 96.000 θέσεις εργασίας που δημιουργήθηκαν μεταξύ Σεπτεμβρίου 2004 και Σεπτεμβρίου 2005 καταλήφθηκαν από μετανάστες προερχόμενους -ως επί το πλείστον- από τα νέα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Βέβαια, κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τον ρόλο που διαδραμάτισαν τα φθηνά και εισαγόμενα εργατικά χέρια στην ανάπτυξη της Ιρλανδίας. Ομως, πολλοί «εισαγόμενοι» πηγαίνουν στη μαύρη αγορά εργασίας και παίρνουν δουλειές από τους ντόπιους. Παράλληλα, πολλές θέσεις εργασίας χάνονται, όπως οι 11.000 θέσεις που καταργήθηκαν το 2004 στη βιομηχανία. Από την άλλη πλευρά, δημιουργούνται άλλης μορφής κίνδυνοι. Υπάρχει το ενδεχόμενο ο ρατσισμός και τα νεοφασιστικά ιδεολογήματα να εξαπλωθούν μεταξύ των Ιρλανδών, που πειθαναγκάζονται να δουλεύουν με δυσμενείς όρους ή μένουν άνεργοι. Και κάτι ακόμα.

Η Κομισιόν καταγράφει σε μία έκθεσή της τον Ιανουάριο του 2005 την έκταση της φτώχειας, που μαστίζει το 25% του ιρλανδικού πληθυσμού, 9% του οποίου ζει σε «έσχατη ένδεια». Το μόνο πρόβλημα με τα μοντέλα είναι ότι το λάθος μοντέλο μπορεί να κάνει «νούμερο» τον πολιτικό που το επιλέγει. Οταν όμως ο πολιτικός είναι ήδη «νούμερο», δεν έχει τίποτε να φοβηθεί.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube