Πέρυσι η ΤΣΣΚΑ, μεγαλύτερο φαβορί απ' ό,τι φέτος ο Παναθηναϊκός, γκρεμίστηκε στο φάιναλ φορ: δύο ματς, δύο ήττες. Φέτος ήταν η σειρά του Παναθηναϊκού να συνεχίσει τον χορό των εκπλήξεων στην Ευρωλίγκα, καταρρέοντας κι αυτός μέσα στο σπίτι του, αφού πρώτα είχε πείσει ακόμα και τους άπιστους ότι η σκληρή εμπειρία του 0-3 τον είχε κάνει πιο δυνατό! Τρέχα γύρευε...
Η αλήθεια είναι ότι μια διοργάνωση σαν την Ευρωλίγκα, με 25 αγώνες απ' το ξεκίνημα μέχρι και τον τελικό, είναι πολύ φυσιολογικό να παρουσιάζει σταθερά εκπλήξεις. Γιατί οι καλές ομάδες είναι πολλές, οπότε όποια δεν κάνει σωστή κατανομή δυνάμεων την τρώει η μαρμάγκα. Κάτι τέτοιο, λοιπόν, έπαθε και ο Παναθηναϊκός, που από την ουσιαστικά διαδικαστική πρώτη φάση είχε προαναγγελθεί ως ο επόμενος πρωταθλητής Ευρώπης! Ναι, πράγματι έπαιζε καλά, όμως, όπως αποδείχτηκε, κάποιες άλλες ομάδες, ηθελημένα ή όχι, κρατούσαν δυνάμεις...
Ετσι, λοιπόν, το ερώτημα που τίθεται σήμερα δεν είναι γιατί αποκλείστηκε ο Παναθηναϊκός από το φάιναλ φορ, αλλά γιατί απέτυχε στη φετινή ευρωπαϊκή πορεία του. Διότι, όπως αντιλαμβάνεται κανείς, το να μην πάει στην Πράγα ισοδυναμεί με καθαρή αποτυχία κι όλα τα υπόλοιπα αποτελούν ωραιολογίες και γλυκόλογα για να περνάει η ώρα...
Οι απόψεις που μπορεί να κατατεθούν είναι πολλές και ορισμένες διίστανται. Ομως, κατά τη γνώμη μου, το κυρίαρχο είναι ότι τελικά αποδείχτηκε πως ο Παναθηναϊκός δεν είχε την απαιτούμενη στελέχωση. Ξεγέλασε αρχικά τον κόσμο όταν παρουσιάστηκαν μαζεμένοι τραυματισμοί, κυρίως γιατί οι παίκτες που συνέχισαν να αγωνίζονται είχαν ακόμα πολλή ενέργεια μέσα τους. Το επανέλαβε μετά το 0-3 της β' φάσης χάρη στο δέσιμο, τη σύμπνοια και τους αυτοματισμούς ασφαλείας που υπάρχουν στην ομάδα, αλλά τελικά βάρεσε μπιέλα όταν το πρόγραμμά του επιβαρύνθηκε με οκτώ σχεδόν συνεχείς «τελικούς», από τους οποίους είχε δικαίωμα να χάσει μόνο τον έναν (Βιτόρια).
Ο κυριότερος λόγος που προχθές δεν μπόρεσε να τιθασεύσει την Τάου ήταν η έλλειψη ενέργειας των πρωτοκλασάτων απ' όλη την προηγούμενη ταλαιπωρία, αλλά και από το γεγονός ότι στο συγκεκριμένο ματς το ροτέισον ουσιαστικά έκλεισε στους έξι παίκτες: Διαμαντίδης, Σπανούλης, Λάκοβιτς, Αλβέρτης, Μπατίστ και Τσαρτσαρής ή Τομάσεβιτς.
Απόδειξη, ότι ο Παναθηναϊκός αυτό το «δίχως αύριο» παιχνίδι το έχασε από την άμυνα, που θεωρείται το μεγαλύτερο άρμα μάχης στο οπλοστάσιό του. Διότι η άμυνα απαιτεί πάνω απ' όλα ενέργεια, την οποία οι «πράσινοι» τη συγκεκριμένη στιγμή δεν διέθεταν.
Οι οκτώ άτυποι τελικοί στους οποίους αναφέρθηκα πιο πριν είναι οι εξής: Μαρούσι (Κύπελλο), Τσιμπόνα, Εφές Πίλσεν, Μπενετόν (Ευρωλίγκα, φάση των 16), Τάου μέσα, Τάου έξω (Ευρωλίγκα, πλέι οφ), Ολυμπιακός (πρωτάθλημα), Τάου μέσα (Ευρωλίγκα, πλέι οφ). Ολα αυτά τα ματς, μέσα σε περίπου 40 ημέρες, ανέβασαν την ψυχική και σωματική κόπωση στο ζενίθ. Ομως ο Παναθηναϊκός πλήρωνε και δικές του αμαρτίες, γιατί χωρίς εκείνο το 0-3 στο πρώτο μισό του Τοπ 16 τα πράγματα δεν θα ήταν τόσο πιεστικά. Και, το χειρότερο, σφήνα ανάμεσα στο δεύτερο και το τρίτο ματς με την Τάου έμπαινε ο Ολυμπιακός. Ο «αιώνιος αντίπαλος», σε ένα ματς όχι μόνο γοήτρου, αλλά και αυξημένης βαθμολογικής σημασίας, καθώς από την έκβασή του θα κρινόταν το πλεονέκτημα έδρας στα πλέι οφ.
Πιστεύω, λοιπόν, ότι αυτό το ιδιαίτερο ματς ήταν η ευρωπαϊκή καταστροφή του Παναθηναϊκού, παρ' ότι το κέρδισε με 19 πόντους διαφορά. Ιδού ακριβώς τι έγινε. Μετά το 1-0 επί της Τάου (Τρίτη 4 Απριλίου), ο Παναθηναϊκός κατά κάποιον τρόπο διέγραψε τη ρεβάνς της Βιτόρια, που ακολουθούσε σε δύο ημέρες (Πέμπτη 6 Απριλίου) και συγκέντρωσε όλη την προσοχή του και όλες τις δυνάμεις του στο ματς με τον Ολυμπιακό. Διότι έτσι θα επιδείκνυε συνέπεια απέναντι στους οπαδούς του και υπεροχή έναντι του ποδοσφαιρικού Παναθηναϊκού και διότι με την Τάου έτσι κι αλλιώς θα είχε μία ακόμα ευκαιρία και μάλιστα μέσα στο φλογισμένο ΟΑΚΑ.
Δεν λέω –ούτε υπονοώ– ότι ο Παναθηναϊκός πήγε στη Χώρα των Βάσκων για να χάσει. Οχι. Απλώς λέω ότι δεν πήγε αποφασισμένος (δηλαδή με το μαχαίρι στα δόντια...) να κερδίσει. Πήγε να παίξει το ματς χωρίς ιδιαίτερο άγχος, χωρίς να είναι αποφασισμένος για θυσίες, ποντάροντας περισσότερο στην ψυχολογική πίεση που δέχονταν οι αντίπαλοι. Η οποία πράγματι λίγο έλειψε να αποβεί καθοριστική. Ομως τη στιγμή που η Τάου (λίγο πριν από το τέλος) ουσιαστικά έδινε το ματς στον Παναθηναϊκό, εκείνος, έχοντας το μυαλό του στον Ολυμπιακό, της το επέστρεψε με εκείνη την αλησμόνητη κεφαλιά του Διαμαντίδη! 1-1 και ραντεβού στην Αθήνα.
Προχθές το βράδυ ο Παναθηναϊκός ήταν εκτονωμένος μετά τον πρόσφατο θρίαμβο επί του Ολυμπιακού, παράλληλα είχε πολύ λιγότερες δυνάμεις λόγω της υπερπροσπάθειας που χρειάστηκε να καταβάλει και ταυτόχρονα είχε το άγχος με το μέρος του. Ολα εναντίον του, εκτός από την έδρα, που όμως ποτέ δεν κερδίζει από μόνη της. Την ίδια ώρα, η Τάου βρήκε την ευκαιρία να επιδείξει την ωριμότητά της, το βάθος επιλογών που διαθέτει και μια αποτελεσματικότητα που προς στιγμήν είχε αμφισβητηθεί. Το ιδανικό σκηνικό για τη μεγάλη ανατροπή...
Ποιο είναι το συμπέρασμα, λοιπόν; Εφταιξε τελικά η κακιά στιγμή ή μήπως κάποια πράγματα πιο ουσιαστικά, όπως η λανθασμένη στελέχωση; Νομίζω ότι το ένα έφερε το άλλο και τα δύο μαζί την κατάρρευση. Αυτή είναι η αλήθεια, η οποία ασφαλώς και γίνεται πιο δυσνόητη αν λάβει κανείς υπ' όψιν και τα εξής:
• Ο Παναθηναϊκός, παρά τον αποκλεισμό του, δεν είναι μια κακή ομάδα. Το αντίθετο μάλιστα. Είναι μια πολύ καλή ομάδα, δομημένη όμως περισσότερο πάνω σε αυτοματισμούς, συνεργασίες, αλληλοκαλύψεις και γενικά προπονητική δουλειά υψηλής ποιότητας και λιγότερο πάνω σε αστέρες κι έμψυχο υλικό υψηλής ποιότητας και κόστους.
• Ο Παναθηναϊκός ήταν πιο εύκολο να πάει στην Πράγα παρά να μην πάει. Τελικά «επέλεξε» τα δύσκολα –όπως άλλωστε δύσκολη ήταν όλη η πορεία του μετά το πρώτο μισό της διοργάνωσης. Και μια ομάδα σαν αυτόν, συνηθισμένη στα δύσκολα, αν τυχόν πήγαινε στην Πράγα πιστεύω ότι θα είχε τον πρώτο λόγο, ίσως μαζί με την ΤΣΣΚΑ.
Όμως η ιστορία στον αθλητισμό κρίνεται από τις λεπτομέρειες. Γι' αυτό και είναι τόσο απρόβλεπτη και ταυτόχρονα γοητευτική -ιδίως όταν έχει χάπι εντ. Οσο για τις περιπτώσεις με δυσάρεστο τέλος, υπάρχει και η επόμενη χρονιά.