H συνεχής άνοδος των τιμών του πετρελαίου -προχθές σημείωσε νέο ρεκόρ στο Λονδίνο φτάνοντας τα 70 δολάρια- βάζει φωτιά στην παγκόσμια οικονομία και συνακόλουθα στις τσέπες όλων μας. Αυτή η κούρσα των τιμών προς τα πάνω θα έχει οδυνηρές συνέπειες για πολλούς βιομηχανικούς κλάδους, καθώς το 90% των παγκόσμιων μεταφορών βασίζεται στο πετρέλαιο. Οι συνέπειες θα είναι δυσάρεστες και για πολλές κυβερνήσεις που προσπαθούν να μειώσουν τα ελλείμματά τους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Διεθνούς Επιτροπής Ενέργειας, η ζήτηση για το πετρέλαιο είναι η μεγαλύτερη των τελευταίων 25 χρόνων, γεγονός που οφείλεται στην ταχεία επέκταση της κινεζικής οικονομίας και της αυξημένης ζήτησης για πετρέλαιο από τις ανεπτυγμένες χώρες. Η ζήτηση πετρελαίου και των παραγώγων του -κυρίως της βενζίνης- είναι φέτος κατά 20% μεγαλύτερη από πέρυσι στην Κίνα, ενώ εμφανίζεται υψηλότερη από πέρυσι και στις ΗΠΑ κυρίως λόγω της αύξησης των πωλήσεων ενεργειοβόρων οχημάτων, των λεγομένων «εκτός δρόμου».

Επίσης, η συνεχιζόμενη βία στη Μ. Ανατολή, η εκρηκτική κατάσταση στο Ιράκ, η απειλή της επέμβασης στο Ιράν, οι απειλές των ανταρτών στη Νιγηρία ότι θα επιτεθούν στις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις, οι απεργίες στη Βενεζουέλα, οι πρόσφατοι τυφώνες που έπληξαν και πετρελαϊκές εγκαταστάσεις στον κόλπο του Μεξικού (και συντέλεσαν στην πτώση της παραγωγής πετρελαίου κατά 28% ) και η εκτεταμένη κερδοσκοπία σπρώχνουν τις τιμές προς τα πάνω. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι τα 70 δολάρια για ένα βαρέλι πετρέλαιο είναι πολλά. Και αν το εξετάσει κάποιος με όρους δολαρίου, θα διαπιστώσει ότι το βαρέλι κοστίζει τρεις φορές περισσότερο από όσο κόστιζε το 2001. Συγκριτικά, πάντως, το πετρέλαιο κόστιζε πιο ακριβά στις αρχές της δεκαετίας του '80 ή στα μέσα της δεκαετίας του '70. Τι σημαίνει όμως για την τσέπη μας και την οικονομία η τιμή των 70 δολαρίων ανά βαρέλι;

Η πιο εμφανής επίπτωση αφορά στους κατόχους αυτοκινήτων και θα πλήξει περισσότερο τους κατοίκους των ΗΠΑ, όπου ο φόρος είναι χαμηλότερος και επιβαρύνει πολύ λιγότερο την τελική τιμή πώλησης, άρα υπάρχουν μικρότερα περιθώρια μείωσης της τιμής του με κρατική παρέμβαση. Η άνοδος της τιμής, εκτός από τους κατόχους αυτοκινήτων, επηρεάζει και τους κατοίκους των χωρών όπου ο χειμώνας διαρκεί περισσότερο (άρα προς το παρόν δεν θα επηρεάσει τόσο πολύ την Ευρώπη).

Αλλά η άνοδος της τιμής του πετρελαίου σημαίνει πως αυξάνεται το κόστος παραγωγής πολλών προϊόντων και υπηρεσιών, μειώνεται η κερδοφορία των επιχειρήσεων, ενώ το κόστος παραγωγής είναι σίγουρο ότι θα μεταφερθεί στον καταναλωτή. Οι αεροπορικές εταιρείες και οι εταιρείες μεταφορών είναι από τις πρώτες που αντιμετωπίζουν τις αρνητικές επιπτώσεις της ανόδου της τιμής του πετρελαίου. Η άνοδος του κόστους και ο περιορισμός της κερδοφορίας, που αντιμετωπίζονται από τις επιχειρήσεις με τις αυξήσεις τιμών προϊόντων και υπηρεσιών και απολύσεις εργαζομένων, οδηγούν παράλληλα και σε μείωση της ζήτησης.

Η άνοδος της τιμής του πετρελαίου πλήττει περισσότερο εκείνες τις χώρες των οποίων η οικονομία εξαρτάται από τις εισαγωγές του «μαύρου χρυσού» (η ελληνική οικονομία εισάγει το 70% των ενεργειακών της αναγκών σε πετρέλαιο). Οσο ανεβαίνουν οι τιμές τόσο οι καταναλωτές περιορίζουν τις αγορές τους, τα κέρδη των επιχειρήσεων πέφτουν, ο όγκος των εξαγωγών μιας χώρας μειώνεται και το εμπορικό έλλειμμα διευρύνεται. Μια συνεχιζόμενη αύξηση των τιμών εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε πιέσεις από τους εργαζόμενους για αυξήσεις ημερομισθίων, γεγονός που θα πυροδοτήσει την άνοδο του πληθωρισμού. Παρ' όλα αυτά, αρκετοί οικονομολόγοι πιστεύουν ότι οι επιπτώσεις της αύξησης της τιμής του πετρελαίου στην Ευρώπη και την Ιαπωνία είναι λιγότερο οδυνηρές, εξαιτίας του γεγονότος ότι το ευρώ και το γεν είναι ισχυρότερα από το δολάριο. Ολα αυτά, όμως, είναι εκτιμήσεις που στην οικονομία διαψεύδονται με συχνότητα σχεδόν ίδια με αυτήν της μετεωρολογίας.

Η απόβαση των «τσέλσκι» στις ΗΠΑ

Tο ποδόσφαιρο αλλάζει με πολύ γρήγορους ρυθμούς. Και αυτή η αλλαγή που υπερτονίζει και αναδεικνύει τα οικονομικά χαρακτηριστικά του παιχνιδιού, το μεταφέρει σε ένα άλλο γήπεδο. Σε ένα γήπεδο όπου το πρωτεύον είναι η επιδίωξη του κέρδους, γεγονός που μεταβάλλει και τη σχέση μας με το παιχνίδι.

Οι αγγλικές ομάδες, κυρίως οι τρεις μεγάλες, Αρσεναλ, Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και Τσέλσι, έχουν εδώ και καιρό αποφασίσει την επέκτασή του σε νέες αγορές, όπως αυτή των ΗΠΑ. Η Μάντσεστερ ήταν η πρώτη που ανακάλυψε αυτόν τον δρόμο και τα περιθώρια κερδοφορίας που προσφέρει πλέον μία μεγάλη ποδοσφαιρική ομάδα δεν αφήνουν αδιάφορους τους επενδυτές. Δεν είναι άλλωστε καθόλου τυχαίο ότι η αγγλική ομάδα αγοράστηκε από έναν Αμερικανό εκατομμυριούχο.
Τον δρόμο της Γιουνάιτεντ ακολουθεί τώρα και η Τσέλσι, που ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα τη συνεργασία της με τη μεγάλη αμερικανική εταιρεία παραγωγής αθλητικού θεάματος, την AEG. Μία εταιρεία που είναι ιδιοκτήτρια τεσσάρων αμερικανικών ποδοσφαιρικών ομάδων. Η Τσέλσι, με βάση τη συμφωνία συνεργασίας θα αποκτήσει στενούς δεσμούς με τη μία από αυτές τις τέσσερις ομάδες, την LA Galaxy. Το Λος Αντζελες και γενικότερα η πολιτεία της Καλιφόρνια είναι η περιοχή όπου το ποδόσφαιρο, αυτό που οι Αμερικανοί αποκαλούν soccer, γνωρίζει πολύ μεγάλη ανάπτυξη, καθώς με αυτό ασχολείται το μεγαλύτερο κομμάτι του ισπανόφωνου πληθυσμού.

Η Τσέλσι θα είναι υποχρεωμένη κάθε χρόνο να παίρνει μέρος σε ένα τουρνουά που θα γίνεται εκεί, ενώ θα υπάρχει ανταλλαγή ποδοσφαιριστών μεταξύ των δύο ομάδων. Παράλληλα η αμερικάνικη εταιρεία θα φροντίσει για την εμπορική διάδοση του σήματος της Τσέλσι στην αμερικανική αγορά, όπου έχει την πρωτοπορία η Γιουνάιτεντ, ενώ παράλληλα θα έχει μεγαλύτερες ευκαιρίες χορηγιών και σπόνσορσιπ. Το άνοιγμα στην αμερικανική αγορά ήταν από τις κεντρικές επιλογές του επιχειρηματικού σχεδίου της Τσέλσι που εκπόνησε ο Πίτερ Κένιον.

Η αμερικανική εταιρεία AEG έχει κατασκευάσει και διαχειρίζεται αρκετά γήπεδα ποδοσφαίρου και ίσως αυτό να σημαίνει κάποια πιθανή εμπλοκή της στην κατασκευή ενός νέου γηπέδου της Τσέλσι. Η εμπορική γέφυρα στο ποδόσφαιρο μεταξύ Αγγλίας και Αμερικής, που χτίζεται σιγά σιγά τα τελευταία χρόνια, είναι σαφές ότι θα ενισχυθεί μετά την αγορά του 15% του χρηματιστηρίου του Λονδίνου από την αμερικανική NASDAQ, γεγονός που καθιστά την αμερικανική εταιρεία τον μεγαλύτερο μέτοχο του Χρηματιστηρίου του Λονδίνου, που είναι το μεγαλύτερο της Ευρώπης.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube