Το φάιναλ-φορ που μόλις τελείωσε ήταν το 19ο της σύγχρονης ιστορίας και μόλις το 5ο χωρίς συμμετοχή ελληνικής ομάδας. Χάρη στον Θοδωρή Παπαλουκά, όμως, θα έχουμε να θυμόμαστε ότι στην Πράγα ανέμισε στο νικητήριο ιστό η γαλανόλευκη σημαία.
Ζήσαμε παλαιότερα το φάιναλ-φορ του Ντέγιαν (2002, Μπολόνια), το φάιναλ-φορ του Στόγιαν (1996, Παρίσι), το φάιναλ-φορ του Ρίβερς (1997, Ρώμη), το φάιναλ-φορ του Κάτας (2001, Θεσσαλονίκη). Τέσσερα τρόπαια για την Ελλάδα, τέσσερις λεγεωνάριοι στο θρόνο του MVP. Πρωτοκλασάτοι, ναι. Αθλητές που κόσμησαν με την παρουσία τους το ελληνικό μπάσκετ. Αλλά, λεγεωνάριοι. Ξένοι, που αλλού γεννήθηκαν κι αλλού θα πάνε να ξοδέψουν την περιουσία που κέρδισαν στα γήπεδά μας.
Αυτήν τη φορά, όμως, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από το αρχηγείο των Γιαννακοπουλαίων και των Αγγελοπουλαίων, η καρδιά της Ευρώπης χτύπησε σε ρυθμούς καθαρά ελληνικούς και το συρτάκι για δυο νύχτες έγινε εθνικός χορός της Ρωσίας. Πίσω στη Μόσχα, το διαμέρισμα-παλάτι το οποίο στεγάζει τα αθλητικά όνειρα του Θοδωρή γέμισε με λουλούδια, με σαμπάνιες, με ευχαριστήρια γράμματα, με δώρα ευγνωμοσύνης για τον άνθρωπο που έσβησε 35 χρόνια ξηρασίας.
Όταν κατέκτησε για τελευταία φορά το Κύπελλο Πρωταθλητριών η ΤΣΣΚΑ, ο σημερινός αρχηγός της, Πανόφ, κλαψούριζε στην κούνια του και οι υπόλοιποι παίκτες της ήσαν αγέννητοι. Του Θοδωρή Παπαλουκά οι γονείς μόλις είχαν γνωριστεί. Σχολιαρόπαιδο στην Κατάνια, ο Ετόρε Μεσίνα διάβαζε τους Ελληνες κλασικούς, ανήμπορος να φανταστεί ότι μια μέρα θα συνεργαζόταν μ' έναν απόγονό τους για να ανάψουν το φιτίλι της χαράς στη μακρινή Μόσχα.
Στη Σοβιετική Ρωσία, στο μεταξύ, ο Αλεξάντερ Γκομέλσκι και ο Σεργκέι Μπέλοφ οδηγούσαν την ΤΣΣΚΑ στο τέταρτο ευρωπαϊκό τρόπαιο της ιστορίας της. Ηταν ο έκτος τελικός μέσα σε 11 χρόνια. Ρουτίνα. Τον επόμενο χρόνο, στο Μόναχο, ο άλλος Μπέλοφ, ο Αλεξάντερ, γκρέμιζε τις ΗΠΑ μ' ένα καλάθι που συζητιέται ακόμα. Οι κατάρες των Αμερικανών φαίνεται ότι στοίχειωσαν το ρωσικό μπάσκετ κι έστειλαν την ΤΣΣΚΑ στο χρονοντούλαπο για 3,5 δεκαετίες.
Αν κάποιο μέντιουμ κατόρθωνε τότε να διαβάσει το μέλλον, σίγουρα θα αντιμετώπιζε τη χλεύη. «Τι λέτε, κυρία μου; Πώς είναι δυνατόν να μείνουμε χωρίς Κύπελλο επί 35 ολόκληρα χρόνια; Τι είναι αυτά που λέτε, για Ελληνες και Ιταλούς; Δεν υπάρχουν αυτοί στον χάρτη. Εμένα με λένε Γκομέλσκι και θα κερδίζω το τρόπαιο μέχρι να πεθάνω»!
Ο γηραιός συνταγματάρχης έφυγε από τη ζωή το καλοκαίρι του 2005, δηλητηριασμένος από το πικρό ποτήρι της περσινής αποτυχίας. «Κρίμα που δεν πρόλαβε να ζήσει αυτήν τη βραδιά», του αφιέρωσε τον θρίαμβο ο Παπαλουκάς, με μία νότα μελαγχολίας στο βλέμμα. «Επρεπε να τον έχουμε κοντά μας».
Εμείς είχαμε κοντά μας τον Θοδωρή κι αυτό μας έφτανε. Τον ήρωα, τον πρωταγωνιστή, τον σταρ της βραδιάς. Αργά τη νύχτα, στα σοκάκια της πόλης, λέγαμε το όνομα «Παπαλουκάς» όποτε συναντούσαμε Ρώσους και γνωρίζαμε την αποθέωση. Στο ανεπίσημο αποχαιρετιστήριο πάρτι της Ευρωλίγκας δηλώναμε «πανευτυχείς» σαν να είχαμε κερδίσει εμείς το τρόπαιο, οι Έλληνες. Και οι ξένοι μάς έδιναν συγχαρητήρια. Δεν ήταν Βελιγράδι, δεν ήταν καν Μόσχα ή Παρίσι ή Ρώμη ή Θεσσαλονίκη, ήταν όμως «the next best thing». Κι ας μην είχαμε δική μας ομάδα στην Πράγα. Ποτέ άλλοτε μία απουσία δεν έμοιαζε τόσο με παρουσία.