Λοιπόν, έχουμε και λέμε: εκείνη, η ΑΕΚ, οδεύει προς τον τελικό Κυπέλλου μάχιμη. Ανιχνεύεις πάνω της το μπαρούτι από τις μάχες για την πολυπόθητη 2η θέση. Εκείνος, ο Ολυμπιακός, καλείται να διακόψει τις... διακοπές του και να βρεθεί πάλι στον δέοντα ρυθμό. Μπορεί; Θα το διαπιστώσουμε την Τετάρτη.
Θα ήταν αφελές να πιστέψει κανείς ότι οι «ερυθρόλευκοι» δεν αντιλαμβάνονται το προβληματικό του πράγματος: θα αρκούσε -για να τους αφυπνίσει- η συνεχής υπόμνηση (εκ μέρους των ΜΜΕ) της περιόδου 2000-01, όταν δηλαδή είχαν εξασφαλίσει διά περιπάτου το πρωτάθλημα, «κατέβασαν ρολά» νωρίς και παρουσιάστηκαν στον τελικό Κυπέλλου ως ιδανικά θύματα του διψασμένου ΠΑΟΚ. Ποιος είπε όμως ότι η επίγνωση του προβλήματος εγγυάται και τη λύση;
Υπ' αριθμόν ένα αστάθμητος παράγοντας του τελικού είναι η απάντηση στο εξής ερώτημα: μπορεί ο Ολυμπιακός να παρουσιαστεί πάλι ως... Ολυμπιακός, ανεπηρέαστος από τα βατραχοπέδιλα του Καυταντζογλείου και τα παπούτσια περιπάτου που τίμησε δεόντως στα μετέπειτα παιχνίδια; Σύμφωνα με την αισιόδοξη «Ολυμπιακή» εκδοχή, ασφαλώς και μπορεί: σε δύο αγώνες, στους οποίους οι «ερυθρόλευκοι» έπρεπε πάση θυσία να παρουσιαστούν σοβαροί, το πέτυχαν και με το παραπάνω: στη ρεβάνς του Αλκαζάρ (Κύπελλο) και στο ματς εναντίον του Αιγάλεω (ουσιαστική κατάκτηση πρωταθλήματος). Η απαισιόδοξη «γαύρικη» εκδοχή απλώς επισημαίνει πως παρατράβηξε η περίοδος της λούφας...
Μπορούμε να εικάσουμε ότι η ΑΕΚ «καίγεται» για το Κύπελλο περισσότερο απ' ό,τι ο πρωταθλητής Ολυμπιακός του «4 στα 4 ντέρμπι» και των «16 σερί νικών». Μόνο που οι τελευταίες... χαριτωμένες εμφανίσεις εκ των πραγμάτων ωθούν τους (έως χθες) χαλαρωμένους «ερυθρόλευκους» στη διεκδίκηση των εντυπώσεων της τελευταίας στιγμής. Βλέπετε, σε μία σεζόν που οσονούπω ολοκληρώνεται άλλο είναι το σενάριο «τα στερνά τιμούν τα πρώτα» κι άλλο «τα στερνά λοιδορούν τα πρώτα».
Με γνώμονα την ψυχρή λογική βεβαίως, δεν διακυβεύεται κάτι το εξαιρετικά κρίσιμο. Για κανέναν: η ΑΕΚ κατά πάσα πιθανότητα έχει ήδη εδραιωθεί στη δεύτερη θέση. Ακόμα κι αν δεν κατακτήσει το Κύπελλο, η ομάδα θα έχει φέρει σε πέρας την αποστολή, η οποία από νωρίς διαφάνηκε ως η μόνη εφικτή στην κούρσα του πρωταθλήματος. Αν το κατακτήσει, θα μετατρέψει ασφαλώς σε φιέστα τον τελευταίο αγώνα της σεζόν (με την Ξάνθη). Αυτό όμως δεν θα σημάνει πως ανήλθε σε άλλο επίπεδο ούτε πως στο «παρά ένα» επενέργησε κάποια καλά κρυμμένη κλάση της.
Θα μου πείτε, «μα καλά, κι η αυτοπεποίθηση δεν μετράει για το μέλλον;». Ασφαλώς θα μετρούσε, εάν υπήρχε συνέχεια στη σεζόν. Για να «αντέχει» κάτι ύστερα από μήνες, θα πρέπει να είναι ξεχωριστό. Ας πούμε, η πρώτη «κιτρινόμαυρη» νίκη σε ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ. Αν λέγεσαι ΑΕΚ -και όχι Ηρακλής 1976, Καστοριά 1980 ή Πανιώνιος 1998-, το Κύπελλο Ελλάδας είναι πολύ καλό, αλλά και πολύ λίγο για να κρατήσει το ηθικό ανορθωμένο μέχρι το τέλος Αυγούστου, σαν καλάμι μανιώδους ψαρά που ξημεροβραδιάζεται στα βράχια όλο το καλοκαίρι.
Το ίδιο ψυχρό μάτι θα διέκρινε ακόμα λιγότερη πίεση στο άλλο «στρατόπεδο» (παρά την προαναφερθείσα επισήμανση περί της ανάγκης να ανακτηθούν οι τελευταίες εντυπώσεις). Δηλαδή, θα χαθεί ο κόσμος εάν στη φιέστα της Κυριακής στο Καραϊσκάκη οι χαρές και τα πανηγύρια αφορούν μόνο στον τίτλο του πρωταθλητή; Ρωτήστε όποιον γαύρο οπαδό άνω των 45 ετών θέλετε: «ποιας σεζόν ο Ολυμπιακός θα σου μείνει αξέχαστος τα τελευταία 45 έτη;». Το πιθανότερο είναι να σας απαντήσει «του 1973-74». Τότε οι «ερυθρόλευκοι» δεν είχαν κατακτήσει νταμπλ, όπως ακριβώς δεν τα είχε καταφέρει ούτε η «απαστράπτουσα» πρωταθλήτρια του 1992, 1993, 1994, η ΑΕΚ.
Ομως, εδώ είναι Ελλάδα! Σε κάθε περίπτωση απώλεια του Κυπέλλου θα σημάνει γκρίνια οπαδών -κι όχι απαραιτήτως στιγμιαία. Στη μία πλευρά: «Τρεις στις τρεις ήττες από τους "γαύρους". Ντέμη και Σάντος, πού βαδίζουμε; Πότε θα κάνουμε υπέρβαση;». Τι κι αν το «πότε» λογικά αφορά σε μεταγραφές και μελλοντικές κινήσεις; Η ψυχολογία της γκρίνιας έχει την τάση να θεωρεί μελλοντική τροχοπέδη κι όσα ήδη ξέρει (ας πούμε, για το επίπεδο της σημερινής ΑΕΚ) για το παρόν. Στην άλλη πλευρά δεν αποκλείεται να εμφανιστούν περσινά ξινά σταφύλια: «Με τον Μπάγεβιτς πήραμε νταμπλ και 10 βαθμούς στο Τσάμπιονς Λιγκ. Κύριε Σόλιντ, τι έχεις να πεις;».
Γι' αυτό σας λέω, στην Ελλάδα ο τελικός Κυπέλλου δεν είναι απλώς γιορτή. Είναι το πανηγύρι... του άγχους και της υπερβολής, τουλάχιστον όταν στον τελικό αναμετρώνται τέτοιες ομάδες. Κι ας έχουν πετύχει -αμφότερες- τους βασικούς φετινούς στόχους τους.