Η Αγγλία ήταν η πρώτη χώρα στην οποία επισημοποιήθηκε ο γάμος της τηλεόρασης με το ποδόσφαιρο το 1992. Τότε, οι αγγλικές ομάδες της Πρέμιερ Λιγκ συμφώνησαν με το SKY να παραχωρήσουν τα τηλεοπτικά δικαιώματα των παιχνιδιών τους για 5 χρόνια. Ηταν μία συμφωνία με φοβερό παρασκήνιο κατά τις διαπραγματεύσεις, καθώς τα δικαιώματα, εκτός από το SKY του Ρούπερτ Μέρντοχ, διεκδικούσε και το BBC. Εκείνη η συμφωνία έφερε ένα τεράστιο ποσό χρημάτων στα ταμεία των ομάδων, οι οποίες έχοντας τεράστια ρευστότητα άρχισαν να ξοδεύουν αφειδώς. Αποτέλεσμα ήταν να μαζευτούν στο αγγλικό πρωτάθλημα πάρα πολλοί ξένοι και καλοί ποδοσφαιριστές, να γίνουν δραστικές αλλαγές στη φυσιογνωμία των ομάδων που μετατράπηκαν σε επιχειρήσεις, να λιγοστέψουν οι ευκαιρίες για τους γηγενείς ποδοσφαιριστές και να περάσει το ποδόσφαιρο σε μία άλλη εποχή. Στην εποχή που ονομάστηκε «digital era», ψηφιακή εποχή. Αυτά τα πολλά χρήματα που συνέχισαν να εισρέουν στα ταμεία των ομάδων και από τις επόμενες συμφωνίες που ακολούθησαν εκείνη την πρώτη, ιστορική συμφωνία του 1992, δεν ήταν όλοι σε θέση να τα διαχειριστούν ορθολογικά.
Τα φαινόμενα νεοπλουτισμού και σπατάλης δεν έλειψαν και όταν τα ποσά για τα τηλεοπτικά δικαιώματα άρχισαν -και λόγω του ανταγωνισμού των τηλεοράσεων- να ξεφεύγουν, κάποιοι δεν άντεξαν. Η κατάρρευση της ITV οδήγησε στην υπερχρέωση ή και τη χρεοκοπία αρκετών ομάδων και έκανε αρκετούς να αναθεωρήσουν τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζονταν τα έσοδά τους. Οι ομάδες αναγκάστηκαν να στραφούν σε μία ορθολογικότερη οργάνωση των οικονομικών τους, έμαθαν να μη βασίζονται αποκλειστικά στα έσοδα από τηλεοπτικά δικαιώματα, να οργανώνουν και να εκμεταλλεύονται αποτελεσματικότερα και άλλες πηγές εσόδων, με πρώτη, καλύτερη και σταθερότερη, τα εισιτήρια. Τα τεράστια έσοδα από την πώληση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων ήταν απολύτως λογικό να επηρεάσουν και τους μισθούς των ποδοσφαιριστών. Το 2003 οι μισθοί ήταν αυξημένοι σε ποσοστό 132% σε σχέση με τις απολαβές των ποδοσφαιριστών των ομάδων της Πρέμιερσιπ δέκα χρόνια νωρίτερα. Πριν από περίπου 40 μέρες, η ένωση των επαγγελματιών ποδοσφαιριστών της Αγγλίας έδωσε στη δημοσιότητα μερικά πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία για τις απολαβές των μελών της. Σύμφωνα με αυτά τα στοιχεία, ο μέσος ετήσιος μισθός ενός ποδοσφαιριστή της Πρέμιερσιπ φθάνει τις 676 χιλιάδες στερλίνες, ένα ποσό που σημαίνει κάτι περισσότερο από 13 χιλιάδες στερλίνες εβδομαδιαίως (περίπου 19.500 ευρώ). Το ποσό αυτό μπορεί να αυξηθεί από 60% έως 100%, όταν σε αυτό ενσωματωθούν τα διάφορα πριμ και τα μπόνους. Αυτά τα ποσά αναμένεται ότι θα διαφοροποιηθούν προς τα πάνω μετά την καινούργια τηλεοπτική συμφωνία των ομάδων της Πρέμιερσιπ.
Τα τελευταία δύο χρόνια, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις Βρυξέλλες εξέταζε τη συμφωνία των ομάδων με το SKY, η οποία θεωρούσε ότι ήταν μονοπωλιακού χαρακτήρα. Ετσι, πριν από λίγο καιρό η αρμόδια επίτροπος για τον ανταγωνισμό, η Ολλανδέζα Νέλι Κρους, υποχρέωσε τις ομάδες της Πρέμιερσιπ να σπάσουν σε δύο ή περισσότερα μέρη το συνολικό πακέτο μετάδοσης των αγώνων. Με τη νέα συμφωνία, που θα διαρκέσει μέχρι το 2010, το SKY θα μοιραστεί με τη SETANTA τα παιχνίδια της Πρέμιερσιπ. Τα χρήματα που θα υποχρεωθούν να καταβάλουν και οι δύο τηλεοπτικοί φορείς στις ομάδες της Πρέμιερσιπ φθάνουν το 1 δισ. 700 εκατομμύρια στερλίνες, νούμερο που θα αυξηθεί και άλλο, αν υπολογιστούν τα έσοδα από τη συνεργασία με την κινητή τηλεφωνία και την πώληση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων σε χώρες εκτός Αγγλίας. Εκτιμάται ότι το συνολικό ύψος της συμφωνίας θα φθάσει τα 2,5 δισ. στερλίνες, γεγονός που καθιστά το αγγλικό ποδόσφαιρο το ακριβότερο αθλητικό τηλεοπτικό προϊόν στην Ευρώπη. Η συμφωνία αυτή αναμένεται να αποφέρει σε όλες τις ομάδες της Πρέμιερσιπ ένα μίνιμουμ εγγυημένο ετήσιο ποσό, το οποίο φτάνει τα 19,5 εκατομμύρια ευρώ. Καθόλου άσχημα για τις ομάδες, αλλά οι φίλαθλοι που θα θελήσουν να αγοράσουν το προϊόν για τις τηλεοράσεις τους θα πληρώσουν ακριβότερα.
Ο τρομερός Ρωμαίος
Παίζει πάντα με το κεφάλι ψηλά. Μπορεί να βγάλει άνετα την πιο μακρινή πάσα, με όποιον τρόπο θέλει. Δεν είναι γρήγορος, αλλά όταν τρέχει με αυτό το βαρύ του στυλ, μπορεί με μία προσποίηση να αποφύγει τον οποιοδήποτε αμυντικό. Είναι δεμένος με την ομάδα του για πάντα. Από πιτσιρικάς, όταν βρισκόταν στις κερκίδες του «Ολίμπικο» και φώναζε για την αγαπημένη του Ρόμα. Θα ενταχθεί σε αυτήν από τα 16 του και μέχρι σήμερα, στα 29 του, θα συνεχίσει να βρίσκεται μαζί της. Και, βέβαια, δεν σκέφτεται να την εγκαταλείψει τώρα. Ούτε το σκέφτηκε ποτέ. Αν και θα μπορούσε να πάει σε όποια μεγάλη ευρωπαϊκή ομάδα ήθελε. Κανείς δεν μπορεί να σκεφθεί τη Ρόμα χωρίς να φέρει στον νου του τον Φραντσέσκο Τότι. Το γεγονός ότι ουδέποτε σκέφθηκε να αφήσει την ομάδα του επιτρέπει σε πολλούς να τον κατηγορούν για έλλειψη φιλοδοξίας.
Η αλήθεια είναι ότι με τη Ρόμα ο Τότι δεν κέρδισε τίποτε περισσότερο από ένα πρωτάθλημα. «Είμαι ένας Ρομανίστα και αυτό δεν αλλάζει, γιατί είναι κατάσταση ψυχής», λέει ο ίδιος. Στο μπράτσο του έχει το τατουάζ ενός μονομάχου. Αλλά ο ίδιος πολλές φορές συμπεριφέρεται σαν Καίσαρας. Οταν βρίσκεται με τους συμπαίκτες του στην εθνική, σχεδόν πάντα στη συμπεριφορά του διαπιστώνει κάποιος υπεροψία. Μία υπεροψία που δεν βοήθησε αγωνιστικά την εθνική ομάδα της Ιταλίας, ούτε στο Ευρωπαϊκό του 2000 ούτε σε αυτό του 2004, αλλά ούτε και στο Μουντιάλ του 2002. Ο Τότι δεν διακρίνεται για την ψυχραιμία του και αυτό του κοστίζει. Οπως και στις ομάδες του. Ομως, παρ' όλα αυτά όλη η Ιταλία αγωνιούσε αν θα προλάβαινε το Μουντιάλ μετά τον σοβαρό τραυματισμό του τον χειμώνα. Τώρα φαίνεται ότι θα τα καταφέρει, αλλά είναι αμφίβολο αν αυτό θα προσθέσει κάτι περισσότερο στη «σκουάντρα ατζούρα». Χωρίς αυτόν νίκησε 3-1 τους Ολλανδούς και 4-1 τους Γερμανούς παίζοντας αρκετά γρήγορα. Με τον Τότι η ομάδα θα γίνει πιο αργή, ενώ μπορεί και να μείνει με δέκα παίκτες κάποια στιγμή. Ο Φραντσέσκο δεν μιλά πολύ. Δεν είναι άλλωστε καλός στα λόγια. Κυκλοφορούν τόσα ανέκδοτα για τη σχέση του με τον προφορικό λόγο, που το 2003 τα συγκέντρωσε σε ένα βιβλίο που έγινε μπεστ σέλερ και προσέφερε όλα τα έσοδα για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Οπως ο Σίρερ, εκφράζει την απόλυτη δέσμευση με την ομάδα της καρδιάς του. Πράγμα σπάνιο στις εποχές του απόλυτου επαγγελματισμού. Γι' αυτό άλλωστε τον λατρεύουν.