Πιθανότατα είναι μάταιη η προσπάθεια να περιγράψει κάποιος τον τρόπο με τον οποίο θα διαδραματισθούν τα ποδοσφαιρικά δρώμενα στη χώρα μας μετά τη λήξη του πρωταθλήματος –στο οποίο το μόνο πράγμα που μένει να ξεκαθαριστεί είναι ο τρίτος που θα εγκαταλείψει τη μεγάλη κατηγορία. Με την έννοια ότι πρόκειται για μια πολύ κοινότοπη ιστορία. Τόσο κοινότοπη όσο η φράση του Οργουελ, που διδάσκεται ως μνημείο δημοσιογραφικής κοινοτοπίας: «Μικρός σεισμός στη Χιλή. Λίγοι νεκροί».
Όσο περνούν οι μέρες και ανακοινώνονται οι στόχοι ή ακόμα και οι μεταγραφές των ομάδων, τόσο περισσότερο όλους μάς πιάνει ο πυρετός του καταρτισμού της ενδεκάδας, η οποία σχεδόν ποτέ δεν θεωρείται «κατώτερη» από την ενδεκάδα της προηγούμενης χρονιάς. Φυσικά, το μεγάλο «μπαμ» μπορεί να το κάνει φέτος ο ΠΑΟ, αν κατεβάσει στο γήπεδο την ομάδα με το σύστημα που αποκάλυψε –αποκλειστικά– την περασμένη εβδομάδα μια αθλητική εφημερίδα.
Σε αυτή την ιστορία, που διαδραματίζεται κάθε καλοκαίρι, υπάρχει μια παράμετρος που έχει αλλάξει κατά πολύ σε σχέση με τα παλιότερα χρόνια. Κάποτε οι φίλαθλοι περίμεναν αποκλειστικά από τους δημοσιογράφους πληροφορίες για τα νέα αποκτήματα της ομάδας τους, τα οποία δεν είχαν δει να αγωνίζονται και δεν είχαν διαμορφωμένη εικόνα για τα αγωνιστικά τους προσόντα. Η επανάσταση στην επικοινωνία άλλαξε τα πάντα. Η δορυφορική τηλεόραση και το Διαδίκτυο επιτρέπουν σε όλους σχεδόν να έχουν μια εικόνα για αρκετούς από τους ποδοσφαιριστές που έρχονται στην Ελλάδα και δεν είναι ιδιαίτερα γνωστοί.
Όμως, ακόμα κι έτσι, αυτή η πρώτη εικόνα ποτέ δεν είναι αρκετή για να βγουν ασφαλή συμπεράσματα για τις αγωνιστικές δυνατότητες ενός ποδοσφαιριστή. Αυτές οι δυνατότητες κρίνονται τελεσίδικα, πάντα, μέσα στον αγωνιστικό χώρο και ύστερα από κάμποσα παιχνίδια. Η πραγματικότητα έχει δείξει ότι οι βιαστικές κρίσεις είναι πάντα αποτυχημένες. Ποδοσφαιριστές που ήρθαν με περγαμηνές ή με καλές συστάσεις ούτε καν «ακούμπησαν», ενώ άλλοι, αν και σχεδόν άγνωστοι, έκαναν εντυπωσιακή καριέρα.
Εδώ θα πρέπει να συνυπολογίσει κάποιος το επικοινωνιακό παιχνίδι που θα παίξει η κάθε ΠΑΕ, προκειμένου να τονώσει το ενδιαφέρον των φιλάθλων, γεγονός που συχνά θολώνει την αγωνιστική εικόνα κάποιου ποδοσφαιριστή. Τα φιλικά του καλοκαιριού είναι πάντα το πιο ενδιαφέρον πρώτο πιάτο της νέας χρονιάς και σε αυτά όλοι μπορούμε να διαμορφώσουμε μια πρώτη γνώμη. Μέχρι τότε δεν νομίζω ότι έχει κάποιο ενδιαφέρον να αγωνιούμε για τους ποδοσφαιριστές που θα έρθουν στην ομάδα του καθενός.
Από όσα ονόματα γράφονται σε αυτή την περίοδο, μόλις το 15% έχει επαφή με την πραγματικότητα. Το υπόλοιπο ποσοστό είναι επιθυμίες ή επιδιώξεις ποδοσφαιριστών, μάνατζερ και επικοινωνιακά παιχνιδάκια δημοσιογράφων και ομάδων. Το σημείο που πραγματικά έχει ενδιαφέρον σε αυτή την ιστορία των μεταγραφών αφορά στον προγραμματισμό που έχουν κάνει οι ομάδες για το χτίσιμό τους, εν όψει της νέας περιόδου. Ένας προγραμματισμός, σε ό,τι αφορά στους στόχους, που μέχρι τώρα δεν γινόταν σε βάθος χρόνου, αλλά ευκαιριακά λίγο πριν από το τέλος της περιόδου ή μόλις τελείωνε το πρωτάθλημα και είχε οριστικοποιηθεί η βαθμολογική θέση της ομάδας. Φέτος, τουλάχιστον για τους τρεις μεγάλους, φαίνεται ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει.
Και αυτό δημιουργεί κάποιες –αναιμικές είναι η αλήθεια– ελπίδες για τα χαρακτηριστικά του νέου πρωταθλήματος. Το θεσμικό πλαίσιο, για μία ακόμα φορά, αναμένεται να αλλάξει, για να διευκολυνθούν η αναγνώριση και η λειτουργία της Σούπερ Λίγκας. Έτσι, οργανωτικά τουλάχιστον, το επόμενο πρωτάθλημα ελπίζουμε να είναι καλύτερο.
Η αλήθεια, όμως, είναι ότι οι προκλήσεις για τη Σούπερ Λίγκα είναι πολύ μεγαλύτερες από την επιτυχημένη διοργάνωση. Και εκείνο που ακόμα κανείς μας δεν έχει αντιληφθεί είναι πώς η Σούπερ Λίγκα θα κάνει το ποδόσφαιρο καλύτερο. Αν πραγματικά την ενδιαφέρει κάτι τέτοιο και όχι μόνο το ταμείο, που θα είναι γελοίο κι ανήθικο αν γεμίσει με κρατικό χρήμα.
Για τη γλώσσα και πάλι
Διάβαζα προχθές για τη σύσταση που απευθύνει το ΕΣΡ στους τηλεοπτικούς σταθμούς για την κακοποίηση της ελληνικής γλώσσας. Που δεν είναι κάτι πρωτοφανές ή ασυνήθιστο και δεν οφείλεται μόνο και μόνο στη γλωσσική κουλτούρα όσων εργάζονται σήμερα στα ΜΜΕ. Έχετε δει τι γράφουν τα βιβλία που διδάσκονται τα παιδιά στο σχολείο; Έχετε δει πολλούς δασκάλους ή καθηγητές να συνιστούν στα παιδιά να διαβάζουν εξωσχολικά βιβλία για να αντιμετωπιστεί η λεξιπενία;
Έχετε δει πολλές δημοτικές βιβλιοθήκες να «λειτουργούν»; Έχετε υπόψη την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η Εθνική Βιβλιοθήκη και τις δυνατότητες πρόσβασης που έχετε στον μεγάλο της θησαυρό; Έχετε υπόψη ότι υπάρχει μια τεράστια δωρεά από το Ίδρυμα Νιάρχου για την αναμόρφωση και τον εκσυγχρονισμό της βιβλιοθήκης που μένει αναξιοποίητη; Γνωρίζετε πως η ελληνική γλώσσα –παρ' ότι το γεωγραφικό... διαμέτρημα της χώρας μας είναι μικρό– έχει καταφέρει να απλώσει ρίζες σε όλο τον κόσμο, διότι κάποιοι φαίνεται να την αγαπούν περισσότερο από εμάς; Διάβαζα πριν από λίγες ημέρες, αν θυμάμαι καλά στην εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», ότι και στις πέντε ηπείρους υπάρχουν συνολικά 344 έδρες ελληνικών σπουδών.
Oι περισσότερες, 179, βρίσκονται στις χώρες της Ευρώπης. Στις HΠA έχουν καταμετρηθεί 63 έδρες, οι περισσότερες σε ένα κράτος. Oλη η αμερικανική ήπειρος αριθμεί 82 έδρες, εάν σε αυτές των HΠA προστεθούν οι 10 έδρες στις χώρες της Λατινικής Aμερικής και οι 9 στον Kαναδά. Στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες έχουν ιδρυθεί και λειτουργούν 34 έδρες, στην Aσία 22, στην Aυστραλία 16 και στην Aφρική 11 έδρες. Oι έδρες αυτές απευθύνονται σε όλους όσοι επιθυμούν να γνωρίσουν την ελληνική γλώσσα και τον πολιτισμό, καθώς και στους περίπου 120.000 ομογενείς μαθητές σε 64 χώρες. Σε πολλές από αυτές διδάσκουν Ελληνες φιλόλογοι.
Για την επόμενη χρονιά το Υπουργείο Παιδείας έχει προκηρύξει 36 νέες θέσεις σε χώρες όπως... η Kίνα, η Kορέα, η Tαϊλάνδη ή πιο οικείες μας, όπως οι HΠA, η Iσπανία και η Tουρκία. Ενίοτε, σε πολλές από αυτές τις έδρες δεν υπάρχουν Ελληνες φιλόλογοι, επειδή «δεν υπάρχουν χρήματα». Χθες διάβαζα την ανακοίνωση της ΕΡΤ για την απόκτηση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων των αγώνων του Ολυμπιακού και του ΠΑΟ και υπολόγιζα τα εκατομμύρια που θα δοθούν ως «δωρεά» σε ΠΑΕ. Και –ομολογώ, ηλιθιωδώς– σκεφτόμουν τελείως διαφορετικούς τρόπους για την αξιοποίησή τους. Σε σχέση, πάντα, με την ταλαιπωρημένη γλώσσα, που –απ' ό,τι φαίνεται– δεν ενδιαφέρει ιδιαίτερα την κυβέρνηση. Και καλά κάνει. Ο αγράμματος πολίτης δεν διαφέρει από το πρόβατο, που, εκτός από ήσυχο, ψηφίζει και ό,τι του λένε.