Ριξτε μια ματιά στο δυναμικό του Λεβαδειακού και θα διαπιστώσετε ότι, με γνώμονα το εν λόγω κριτήριο, μόνο άδικος δεν είναι ο υποβιβασμός του. Ο Τάκης Λεμονής όμως έχει κάθε λόγο να νιώθει αδικημένος. Το ίδιο κι ο Φερνάντο Σάντος.

Μοιάζει οξύμωρο, αλλά είναι αλήθεια: οι ομάδες τους δεν απέτυχαν να κερδίσουν κάτι που είχαν τη δυνατότητα να κατακτήσουν, οι ίδιοι όμως είναι αδικημένοι. Οχι για ταυτόσημους λόγους, αλλά με έναν κοινό παρονομαστή: κλήθηκαν να δουλέψουν με ανεπαρκή εργαλεία. Καλή η μαστοριά, αλλά υπάρχουν και οι άτιμοι οι εκ των ων ουκ άνευ όροι. Η (σχετική, έστω) επάρκεια των παικτών είναι ο βασικότερος εξ αυτών.

Στο ποδόσφαιρο ο υποβιβασμός είναι ορισμός της απόλυτης -και πλέον οδυνηρής- αποτυχίας, αλλά μόνο τρελός θα επέρριπτε γι’ αυτόν ευθύνες στον Τάκη Λεμονή: και μόνο το γεγονός ότι (αυτός) ο Λεβαδειακός διεκδικούσε τη σωτηρία μέχρις εσχάτων... δευτερολέπτων της σεζόν αποτελεί μικρό θαύμα. Πιστώνεται στις ικανότητες του προπονητή και στο πάθος των παικτών, οι οποίοι λίγο έλειψε να αναγορευτούν στους πιο αποτελεσματικούς Δον Κιχώτες στην ιστορία της Α' Εθνικής. Διότι -κακά τα ψέματα- απέπνεε κάτι το ηρωικά ουτοπικό τούτη η μάχη: για τα «κυβικά» του Λεβαδειακού ακόμα κι ο ΟΦΗ ένας μικρός Γολιάθ ήταν. Έστω και ξεπεσμένος.

Ο Σάντος φεύγει με κατευόδιο, εκτός από τα ολόψυχα ή τυπικά (κατά περίπτωση) αποχαιρετιστήρια χειροκροτήματα, κάμποση «μουρμούρα» η οποία -στην ακραία της εκδοχή- γεννά και ολίγα «επιτέλους» ανακούφισης. Θα μπορούσε, όμως, με αυτό το υλικό η ΑΕΚ να πετύχει κάτι περισσότερο; Στο πεδίο της βαθμολογίας και των ψυχρών αποτιμήσεων, το ερώτημα φαντάζει αφελές: από την κατάκτηση της δεύτερης θέσης σχεδόν τεκμαίρεται... υπέρβαση των δυνατοτήτων της ομάδας.

Στο πεδίο της παροχής ποδοσφαιρικού θεάματος, όμως; Εκεί, όντως, η ΑΕΚ θα μπορούσε να προσφέρει κάτι καλύτερο, εάν ο προπονητής της δεν ένιωθε (και δεν ήταν) όμηρος της επιδίωξης να επιτευχθεί πάση θυσία ο στόχος, η αποβίβαση στην «Ιθάκη» του Τσάμπιονς Λιγκ. Μεταξύ μας, θα ήταν κάπως δύσκολο να εναποθέσει αυτή την αποστολή στους ώμους του Κυριακίδη ή να «βγάλει» κάποιον κρυμμένο Σεβτσένκο από τα έγκατα των ποδοσφαιρικών ικανοτήτων του Βενγλίνσκι -έτσι, για να μνημονεύσω κάποιες αιχμές της κριτικής που ασκήθηκε σε βάρος του.

Εφόσον δεν έτρεφε αμέριστη εμπιστοσύνη στο υλικό που διέθετε, ο Σάντος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι όφειλε να παραμερίσει, μέχρι νεωτέρας, το δημιουργικό ποδόσφαιρο, στο οποίο αποδεδειγμένα αρέσκεται. Απορείτε με το «αποδεδειγμένα»; Θυμηθείτε απλώς πώς έπαιζε επί των ημερών του η Πόρτο, αλλά και η ΑΕΚ της περιόδου 2001-02. Μπορεί κανείς, με το χέρι στην καρδιά, να δηλώσει βέβαιος πως το ίδιο υλικό, στα χέρια ενός άλλου τεχνικού θα προσέφερε και καλύτερη μπάλα και υψηλότερη θέση στον βαθμολογικό πίνακα; Πολύ αμφιβάλλω.

Ο Όσκαρ Ουάιλντ έλεγε πως «εμπειρία είναι το όνομα που δίνουμε στα λάθη μας», αυτό όμως δεν ταιριάζει στην περίπτωση του Τάκη Λεμονή. Ο ούτως ή άλλως φέρελπις τεχνικός τώρα μαθαίνει κι από τις άνισες μάχες που δίνει. Τουλάχιστον μπορεί να νιώθει αδικημένος μόνο από τη συγκυρία (το υλικό του Λεβαδειακού), όχι από κάποια κριτική. Αντιθέτως, μπορούμε να εικάσουμε πως ο Φερνάντο Σάντος ακόμα απορεί: «Τι στην ευχή παραπάνω περίμεναν από εμένα;». Ελα ντε.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube