Ο Παναθηναϊκός είναι έτοιμος να ξοδέψει 4 εκατομμύρια ευρώ για μεταγραφές, φτάνει -μου λένε- να βρει τους παίκτες που θέλει. Τι παίκτες θέλει; Καλούς κι έτοιμους να μπουν στο γήπεδο για να κάνουν τη διαφορά. Ποιος θα τους διαλέξει; Αν γίνεται, θα πρέπει να είναι τόσο καλοί, ώστε κανείς να μην έχει αντίρρηση να αποκτηθούν όταν θα ακουστεί το όνομά τους. Να είναι, δηλαδή, σαν τον Δημήτρη Παπαδόπουλο.
Δεν έγραψα τίποτα για τον «καβγά» του Τζίγκερ με τον Παπαδόπουλο, διότι ήθελα να δω ποια θα είναι η συνέχεια. Η είδηση της ρήξης ήταν αναμενόμενη. Ο παίκτης περίμενε ότι θα τον φωνάξουν για ανανέωση πέρυσι το καλοκαίρι, όταν φώναξαν τον Μορίς, που είχε συμβόλαιο σαν το δικό του. Από τη στιγμή που η αύξηση που περίμενε δεν του έγινε πέρυσι, ήταν πιθανό να εμφανιστεί με υψηλές απαιτήσεις. Το σχετικό ψηστήρι του Σπύρου Λιβαθηνού πιθανότατα του δημιούργησε την εντύπωση ότι η διοίκηση θα πει «ναι» σε όλα: λάθος του. Ο ΠΑΟ έκρινε τη συγκεκριμένη απαίτηση υπερβολική, όπως υπερβολικές είχε κρίνει τις απαιτήσεις του Κωνσταντίνου και του Νικοπολίδη. Ολοι ήταν συνεπείς στον ρόλο τους κι ελπίζω, για το καλό τους, να μην έχουν κάνει κακή εκτίμηση. Ο «Παπ», δημοσιοποιώντας τις υψηλές απαιτήσεις του, κάνει το πιθανό επόμενο αφεντικό του να το σκέφτεται πολύ πριν πει το «ναι». Μην ξεχνάτε ότι κανείς δεν αγαπά τους σκληρούς διαπραγματευτές και θυμηθείτε πόσο δυσκολεύτηκε να βρει ομάδα ο Λυμπερόπουλος. Κι ο ΠΑΟ χάνει έναν καλό παίκτη και πρέπει να τον αντικαταστήσει αμέσως. Απλά πράγματα.
Συνέχεια
Αυτό που περιμένω να δω με περιέργεια είναι η συνέχεια. Ο Παναθηναϊκός μπορεί να μην κρατήσει τον Παπαδόπουλο και να φέρει κάποιον καλύτερό του: είναι όμως απίθανο να βρει κάποιον καλύτερο παίκτη ξοδεύοντας τα χρήματα που πρότεινε στον «Παπ». Ο Λόβενκραντς ζήτησε 1,2 εκατομμύριο ευρώ -τα βρήκε από αλλού. Ο Ρόμενταλ ζητάει παραπάνω, ο Γκρόνκιερ το ίδιο. Το 1 εκατομμύριο ευρώ, που στην Ελλάδα ακούγεται φοβερό και τρομερό, στην Ευρώπη δεν είναι σπουδαία αμοιβή. Ειδικά για έναν διεθνή παίκτη που δεν είναι μεγαλύτερος από 28 χρόνων: διότι –για να το ξέρετε– αυτές είναι οι προδιαγραφές που βάζει ο ΠΑΟ.
Ελλάδα
Κάποιος θα πει ότι στην Ελλάδα λίγοι παίρνουν τα χρήματα που ζητάει ο «Παπ». Πολύ σωστά. Μόνο που δεν βλέπω τον ΠΑΟ να ψωνίζει από την Ελλάδα, κυρίως διότι δεν υπάρχουν στην Ελλάδα παίκτες της αξίας του «Παπ» στο μεταγραφικό παζάρι. Ο Σαλπιγγίδης π.χ. παίρνει στον ΠΑΟΚ κάτι λιγότερο από τα χρήματα που ζητούσε ο «Παπ» και, για να τον αποκτήσει κανείς, πρέπει να πληρώσει και τον ΠΑΟΚ.
Ευθύνη
Ο ΠΑΟ πρέπει και τον κόσμο να ζεστάνει και έναν καλό παίκτη να πάρει, αλλά η περίπτωση του Μπίσκαν και του Κονσεϊσάο δείχνει πως αυτό μόνο εύκολο δεν είναι. Απορώ, τώρα που έφυγε ο Μαλεζάνι, ποιος θα κάνει την εισήγηση των μεταγραφικών του ενισχύσεων. Ο Μπάκε μόλις ήρθε και, από ό,τι γνωρίζω, πουθενά δεν είχε την πολυτέλεια να κάνει ακριβές μεταγραφές. Ο Ζάετς και λείπει και δεν αντικαταστάθηκε. Η ευθύνη είναι αρκετά μεγάλη και δεν πρέπει να πέσει όλη στον Σπύρο Λιβαθηνό.
Αγοράζει
Ολη αυτή την εβδομάδα έρχονταν στο ηλεκτρονικό μου ταχυδρομείο mail οπαδών και φίλων του ΠΑΟ που διαμαρτύρονταν για τη φυγή του «Παπ» και τους χειρισμούς της διοίκησης: θα 'λεγα ότι ο πραγματικός λόγος ανησυχίας στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν είναι οι παίκτες που φεύγουν, αλλά αυτοί που τους αντικαθιστούν. Λέγεται επιπόλαια ότι ο Τζίγκερ δεν παίρνει παίκτες: sorry, αλλά δεν βλέπω να κάνει και κάτι άλλο. Το θέμα είναι τι αγοράζει.
Νούμερα
Για να αντικατασταθεί ο Καραγκούνης, που δεν στοίχισε τίποτα, ο ΠΑΟ ξόδεψε καράβια χρήματα. Ο Γκονζάλες, ο Φλάβιο, ο Μάριτς, για διαφορετικούς λόγους, απλώς έκαναν τον κόσμο να τον αναπολεί. Στη θέση του Μπασινά ήρθαν ο Αντερσον, ο Μπίσκαν, ο Τζιόλης κι ο Αντριτς. Στη θέση του Κωνσταντίνου δοκιμάστηκαν ο Ολισαντέμπε κι ο Τόργκελε. Αντί του Χένρικσεν ήρθε ο Μόρις (που παίρνει σήμερα πιο πολλά χρήματα από τον Δανό), αντί του Σαπάνη ο σαφώς ακριβότερος Βόουτερ, αντί του Μινχ ο καλοπληρωμένος Σέριτς, αντί του Μικάελσεν ο Νίλσον κι ο Μίτου, αντί του Κόλκα ο Σκάτσελ. Ο ΠΑΟ σήμερα πληρώνει για συμβόλαια παικτών πολύ περισσότερα από όσα πλήρωνε για την ομάδα της Ριζούπολης –μην έχετε αμφιβολία.
Νωρίς
Ο ΠΑΟ ποτέ δεν ξόδευε όσα τώρα. Οι πιο ακριβές μεταγραφές του έγιναν μετά τη φυγή του Γιώργου Βαρδινογιάννη: ήταν ο Κωνσταντίνου, ο Βλάοβιτς, ο Σόουζα. Η οικογένεια Βαρδινογιάννη δεν ήθελε ποτέ να προκαλεί σκορπώντας χρήματα: δικαίωμά της. Ομως ο ΠΑΟ κατόρθωνε να βρίσκει, χωρίς να κάνει τρέλες, πάντοτε χρήσιμους παίκτες: οι καλύτεροί του (από τον Ζάετς μέχρι τον Βαζέχα κι από τον Ρότσα μέχρι τον Σαραβάκο) δεν συγκαταλέγονται στις πολύ ακριβές μεταγραφές του ελληνικού ποδοσφαίρου. Οι καλύτεροί του παίκτες –ειδικά οι ξένοι– εντοπίστηκαν νωρίς και ήρθαν με λίγα σχετικά χρήματα. Και με τον Παπαδόπουλο, άλλωστε, περίπου κάπως έτσι συνέβη.
Εξαίρεση
Μόνο που ο «Παπ» τα τελευταία χρόνια είναι η εξαίρεση: ο κανόνας είναι δυστυχώς αυτοί που στοιχίζουν, αλλά δεν αποδίδουν τίποτα. Από τον Παναθηναϊκό δεν λείπουν ούτε τα καλά «εργαλεία» (Γκέκας, Τζιόλης, Χαραλαμπίδης, Κώτσιος κ.λπ.) ούτε οι παίκτες με προοπτική (Μάτζιος, Αντερσον, Δάρλας, Λεοντίου κ.λπ.): λείπουν αυτοί που κάνουν τη διαφορά με πράξεις. Υποτίθεται ότι αυτό δεν το έκαναν ο Μπασινάς, ο Λυμπερόπουλος, ο Κωνσταντίνου, ο Καραγκούνης και γι’ αυτό τους αντικατέστησαν. Μόνο που όσοι ήρθαν στη θέση τους απλώς κατάφεραν να αποδείξουν ότι η κρίση που συνόδευε τους τάχα μου loosers ήταν απολύτως άδικη.
Δύσκολα
Ο ΠΑΟ σήμερα προσπαθεί να αντικαταστήσει κάποιους που ο χρόνος απέδειξε ότι είναι σχεδόν αντικατάστατοι. Πολύ δύσκολη δουλειά, είναι αλήθεια…
Αισθητική
Αν η Eurovision στάθηκε αιτία για να διαφημίσουμε στην Ευρώπη την εθνική μας ματαιοδοξία, τρομάζω στην ιδέα του τι μπορεί να γίνει του χρόνου, όταν θα πρέπει να διοργανώσουμε τον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ στην Αθήνα. Το τελετουργικό της έναρξης στην προκειμένη περίπτωση μπορεί πραγματικά να σταθεί αιτία να γελάει ο κόσμος μαζί μας. Η Eurovision δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα τηλεοπτικό σόου της μιας βραδιάς. Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες δεν είναι ούτε καν το δημοφιλέστερο σόου που εκείνο το βράδυ μεταδίδει η τηλεόραση –μην κοιτάτε που εδώ έχουν τρελαθεί το Υπουργείο Τουρισμού και η μισή κυβέρνηση και το έχουν κάνει εθνική υπόθεση. Ο τελικός του Τσάμπιονς Λιγκ είναι σαφώς σοβαρότερη ιστορία κι είναι πανεύκολο να γίνεις ρεζίλι σε καμιά πενηνταριά χώρες που (θα) έχουν στείλει δημοσιογράφους και όχι party animals, όπως συμβαίνει με τη Eurovision. Αν κρίνω από όλα όσα έχουμε δει αυτά τα χρόνια να διαδραματίζονται σε γήπεδα πριν από ενάρξεις τελικών Κυπέλλου Ελλάδας ή πριν από αγώνες της Εθνικής, αλίμονό μας.
Δεν είναι μόνο η μεγαλομανία και η ματαιοδοξία που μας πιάνει, είναι και η έλλειψη αισθητικής. Στην Ελλάδα πιστεύουν όλοι οι αρμόδιοι ότι με τα χρήματα αγοράζονται όλα, ότι αν ξοδέψεις θα πάνε όλα καλά: δεν είναι αλήθεια. Η αισθητική δεν έχει κόστος και είναι, η ρημάδα, δύσκολη υπόθεση. Δεν υπάρχει επίσης μια γραμμή ν' ακολουθήσεις, ούτε κάτι να αντιγράψεις –σ’ αυτά είμαστε καλοί. Διάβαζα τις προάλλες μια συνέντευξη του Πατρίκ Κομνηνού, ο οποίος, με την ιδιότητα του γενικού διευθυντή της ΕΠΟ, ισχυριζόταν ότι όλα θα πάνε καλά. Δεν αμφιβάλλω, φτάνει το «μπράβο» να μην το λέμε εμείς για τον εαυτό μας. Διότι και στην περίπτωση της Βίσση φαβορί ήμασταν και στη χειρότερη των περιπτώσεων θα βγαίναμε στην τριάδα.
Δεν είναι κακό πράγμα να επιδιώκεις ως χώρα την προβολή? ίσα ίσα, στους καιρούς που ζούμε κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο. Ο σκοπός είναι να μπορείς και να προβάλεις κάτι. Και κυρίως να ξέρεις πώς θα το κάνεις. Και, για να είμαι ειλικρινής, σε όλα τα τελευταία πανηγύρια που διοργανώσαμε, αυτό που κυρίως είδα να προβάλλεται είναι η ανάγκη μας να αποδείξουμε ότι είμαστε κάτι άλλο από αυτό που είμαστε…