Η εθνική Γαλλίας είναι η απόδειξη ότι μετά την απόλυτη τελειότητα έρχεται το χάος. Τους έβλεπα τους Γάλλους χθες με την Ελβετία και σχεδόν τους λυπόμουν. Ο Ζιντάν έκανε τέσσερις-πέντε μπαλιές τρέχοντας με την μπάλα που ακόμα μόνο αυτός μπορεί να κάνει. Ο Ανρί σε δύο τρεις περιπτώσεις επιτάχυνε εντυπωσιακά. Ο Βιλτόρ έκανε σωστά τις διαγώνιες συγκλίσεις: τίποτα όμως από όλα αυτά δεν έφταναν για να σκοράρει η Γαλλία. Οταν δεν της δόθηκε και το πέναλτι στο χέρι του Μούλερ από τον κακό διαιτητή Ιβάνοφ, ήμουν βέβαιος ότι ακόμα κι αν το ματς κρατούσε διακόσια πενήντα λεπτά, γκολ δεν θα βλέπαμε.

Στον πρώτο γύρο των Παγκοσμίων Κυπέλλων μεγαλύτερο ενδιαφέρον από όσους κερδίζουν έχουν όσοι παρουσιάζονται κατώτεροι του αναμενόμενου. Με αυτούς που είναι καλοί μπορεί κάποιος ν' ασχοληθεί κι αργότερα. Με όσους φύγουν νωρίς όχι. Δεν ξέρω αν οι Γάλλοι θα φύγουν νωρίς. Βλέπω όμως κάτι καταπληκτικό: ότι μια ομάδα με τόσους ταλαντούχους παίκτες στην επίθεση δεν μπορεί να σκοράρει. Και δεν συνέβη αυτό μόνο χθες, απέναντι στους σκληροτράχηλους Ελβετούς, συνέβη σε όλη τη διάρκεια των προκριματικών. Για την ακρίβεια, συμβαίνει από τη στιγμή που ο Ζαγοράκης και οι δικοί μας τους απέκλεισαν στον προημιτελικό του Euro. Από το σημείο αυτό κι έπειτα οι Γάλλοι βρίσκονται στην εντατική.

Στιγμή

Υπάρχει πάντα μια στιγμή που καταλαβαίνει κανείς ότι μια μεγάλη ομάδα περνάει κρίση: είναι η στιγμή που ο προπονητής προσπαθώντας να διαχειρισθεί τον πανικό του αρχίζει τις αλλαγές και τις παρεμβάσεις. Η εθνική Γαλλίας, η υπερδύναμη που θαυμάσαμε από το 1998 μέχρι το 2002, είχε ένα χαρακτηριστικό που η τωρινή δεν έχει: ήταν τόσο σταθερή ομάδα που θυμόσουν απ’ έξω όλους σχεδόν τους παίκτες της ενδεκάδας της. Η τωρινή ομάδα δεν ξέρουμε ούτε καν από ποιους έντεκα απαρτίζεται.

Καταγραφή

Κάθε ποδοσφαιρόφιλος στο υποσυνείδητό του καταγράφει τις μεγάλες ομάδες που έχει δει. Η μνήμη φέρνει στο μυαλό παραστάσεις κάθε φορά που είναι ανάγκη να γίνουν συγκρίσεις ανάμεσα στο τώρα και το χθες. Το ποδόσφαιρο είναι μια ιστορία απόλαυσης, η μνήμη και τα μάτια έχουν την ίδια αξία: για να δεις και να χαρείς πρέπει να έχεις παραστάσεις να θυμάσαι. Ποιος δεν θυμάται τη σύνθεση των Ιταλών το 1982 ή των Γερμανών του 1990; Δεν είναι η τελική νίκη των ομάδων αυτό που σε κάνει να θυμάσαι όχι μόνο τις φίρμες, αλλά και παίκτες όπως ο Οριάλι και ο Μπέρτχολντ. Αυτό που σε οδηγεί στο να μην ξεχνάς είναι η ίδια η μεγαλοπρέπεια των ομάδων, η υποσυνείδητη γνώση του λόγου που τις παρακολούθησες. Γι' αυτό δεν θυμάσαι μόνο αυτούς που νίκησαν, αλλά και αυτούς που έχασαν: τη Βραζιλία του 1982, τη Γαλλία του 1984, την Ολλανδία του 1974, ομάδες πλανεύτρες που απλώς σου ζήτησαν να της δεις. Ο χρόνος αφήνει στο μυαλό μόνο τα ωραία και σβήνει ό,τι δεν κατόρθωσε να αναμετρηθεί μαζί του.

Μνήμη

Την τελευταία δεκαετία, μετά την οριστική παρακμή των Γερμανών, στο κεφάλι του ποδοσφαιρόφιλου βρήκαν χώρο πρώτα οι Γάλλοι και στη συνέχεια οι Βραζιλιάνοι, όχι του 1994 αλλά του 2002, κυρίως για το θαύμα του Ρονάλντο. Δεν υπάρχουν πουθενά οι Βραζιλιάνοι του ’94 – ελάχιστοι θυμούνται τη σύνθεσή τους. Και δεν υπάρχουν ούτε οι Γερμανοί του 2002 μολονότι ήταν φιναλιστ του τελικού: δεν θυμάσαι τη σύνθεσή τους γιατί απλούστατα οι ομάδες αυτές δεν ήταν καλές. Μπορεί να θυμάσαι αποσπασματικά τον Ρομάριο, τον Μπάλακ, τον Μπεμπέτο, τον Ντούνγκα ή τον Καν: μέχρι εκεί. Σχεδόν όλοι οι υπόλοιποι χάνονται στη λήθη.

Γάλλοι

Τους Γάλλους πρωταθλητές όμως τους θυμόμαστε καλά. Τον Μπαρτέζ, τον Λιζαραζού και τον Τουράμ, τον Μπλαν και τον Ντεζαγί, τον Ντεσάν, τον Ζιντάν, τον Βιλτόρ, τον Τρεζεγκέ, τον Βεϊρά και τον Ανρί. Οπως θυμόμαστε και όλους όσοι είχαν θέση στο μεγάλο αυτό γκρουπ πρωταθλητών: τον Μακελελέ, τον Πετί, τον Τζορκαέφ, τον Σανιόλ, τον Καρεμπέ τον Γκιβάρς, τον Λεμπέφ - όλους. Οι Γάλλοι δεν κατέκτησαν απλώς δύο τουρνουά, κατέκτησαν κάτι σπουδαιότερο: την αθανασία που μόνο ο θαυμασμός και η εκτίμηση του κόσμου προσφέρει.

Σύμπτωμα

Οι απογοητευτικές εμφανίσεις από το Μουντιάλ του 2002 ήταν το σύμπτωμα της επερχόμενης μεγάλης ασθένειας. Κανείς δεν τολμούσε να πει ότι ο μηχανισμός είχε φθαρεί: όταν σου πέρναγε από το μυαλό, έφτανε ένα σατανικό πεντάλεπτο σαν αυτό του Ζιντάν εναντίον των Αγγλων στο Euro 2004 για να το βουλώσεις. Μέχρι που ο Μπασινάς, ο Κατσουράνης, ο Καραγκούνης αποφάσισαν να πιέσουν εναλλάξ τον Ζιντάν, ο Σεϊταρίδης πέρασε χειροπέδες στον Ανρί και ο Καψής εξαφάνισε τον Τρεζεγκέ: το σαράκι της αμφιβολίας για τις δυνατότητες της ομάδας ουσιαστικά κατέστρεψε την τελευταία μεγάλη ευρωπαϊκή ομάδα.

Πανικός

Σήμερα κανείς δεν ξέρει τη σύνθεση των Γάλλων και καλά καλά δεν μπορεί να τη φανταστεί. Ο Ντομενέκ αδυνατεί να διαχειρισθεί τον πανικό του, η ομάδα του δεν έχει σειρά και δεν υπάρχουν καλά καλά ούτε ρόλοι, μολονότι οι παίκτες με ταλέντο δεν λείπουν. Δε ξέρω πολλές ευρωπαϊκές ομάδες με την πολυτέλεια να έχουν στον πάγκο τον Σαχά, τον Τρεζεγκέ, τον Ζιουλί, τον Κουπέ. Αλλά το πρόβλημα δεν είναι η έλλειψη ταλέντου, είναι ότι χάθηκε η χημεία, η σειρά, η σύνθεση - κυρίως αυτή. Γιατί σύνθεση δεν είναι έντεκα παίκτες αλλά κάτι πολύ περισσότερο: σύνθεση είναι η κοινή αντίληψη, η χαρά, η δημιουργία, η γνώση του συμπαίκτη, η διάθεση να κερδίσεις μαζί του.

Θαύμα

Οι παλιοί φεύγουν και ξαναγυρνάνε, οι νέοι γίνονται βασικοί και εγκαταλείπονται. Ακόμα κι αν συμβεί ένα θαύμα κι αυτή η Γαλλία κατακτήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο, πολύ αμφιβάλλω αν σε λίγα χρόνια κάποιος θα θυμάται τη σύνθεσή της…

Σκύψε, ευλογημένε

Το γκολ του Πίρλο με το οποίο οι Ιταλοί έλυσαν τον γόρδιο δεσμό που λέγεται άμυνα των Γκανέζων σηκώνει πολλή συζήτηση - κυρίως για το κατά πόσο είναι γκολ του παίκτη που σούταρε. Τυπικά είναι έτσι, όμως η πραγματικότητα λέει για μένα ότι ο πραγματικός σκόρερ είναι ο Τζιλαρντίνο, που στην προκειμένη περίπτωση δεν έχει ακουμπήσει την μπάλα! Η φάση έχει κάτι το πρωτοφανές. Πολύ συχνά παίκτες αποφεύγουν ηθελημένα την μπάλα: πόσες φορές δεν θυμόσαστε κάποιος να σκύβει για να περάσει η μπάλα από το τοίχος ή να φεύγει από το τοίχος για τον ίδιο λόγο. Μόνο που σε αυτές τις περιπτώσεις όποιος το κάνει δεν μπορεί να θεωρηθεί σκόρερ αλλά στην καλύτερη περίπτωση κάτι σαν συνένοχος: η χαρισματικότητα του εκτελεστή του φάουλ έγκειται στο ότι μπορεί να σημαδέψει ακριβώς στην «τρύπα» που δημιουργεί ο συμπαίκτης του. Συμβαίνει επίσης παίκτες ν' αφήνουν την μπάλα να περάσει κάτω από τα πόδια τους - το σκύψιμο του Τζιλαρντίνο είναι διαφορετική ιστορία.

Ξαναείδα τρεις τέσσερις φορές τη φάση για να έχω τη βεβαιότητα ότι τίποτα δεν έγινε τυχαία. Ο Πίρλο σηκώνει το κεφάλι και σημαδεύει την κάτω γωνία όμως για να σκοράρει πρέπει να προσευχηθεί και κάτι τέτοιο δεν προλαβαίνει να το κάνει. Η μπάλα κατευθύνεται προς τον Τζιλαρντίνο που δεν μπορεί να την αφήσει να φύγει κάτω από τα πόδια του γιατί αυτή είναι περίπου ένα μέτρο πάνω από το έδαφος. Ενας άλλος θα έκανε ό,τι μπορούσε για να τη στοπάρει ή θα προσπαθούσε ενστικτωδώς να της αλλάξει πορεία στέλνοντάς την προς τα δίχτυα. Συνήθως ο επιθετικός σε αυτές τις περιπτώσεις αδυνατεί να τιθασεύσει το ένστικτό του ή αιφνιδιάζεται, αλλά δεν συνέβη στην περίπτωση του Ιταλού φορ κι αυτό είναι αληθινά περίεργο: αντίθετα, με την πρακτική ή τη συνήθεια, ο Τζιλαρντίνο πέφτει στο έδαφος για να αποφύγει να ’ρθει σε επαφή με την μπάλα - είναι τόσο παράξενο αυτό που κάνει που θα του χρέωνα το γκολ! Χωρίς τη δική του καθοριστική εξαφάνιση η μπάλα δεν θα πήγαινε ποτέ στα δίχτυα!

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube