Mέχρι χθες οι ομάδες της Αφρικής είχαν παίξει πέντε παιχνίδια στο Παγκόσμιο Κύπελλο και είχαν τέσσερις ήττες και μία ισοπαλία. Οπως και να το δει κανείς, μία τέτοια επίδοση δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντική. Οσο κι αν αυτά τα αποτελέσματα μπορούν να παραπλανήσουν κάποιον σχετικά με την αγωνιστική δύναμη των Αφρικανών, άλλο τόσο μπορούν να είναι και αποκαλυπτικά για τις δυνατότητές τους. Ισως και για τις φιλοδοξίες τους.

Διότι οι ήττες τους –και ο τρόπος που σημειώθηκαν- απέναντι σε αντιπάλους σαφώς πιο έμπειρους και καλύτερους δείχνουν ότι οι ομάδες της αφρικανικής ηπείρου θέλουν να τις υπολογίζουν στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο. Αλλά μέχρις εκεί. Εχουν ακόμα αρκετό δρόμο να κάνουν. Με συμπληρωμένη την πρώτη αγωνιστική του Μουντιάλ, το αγωνιστικό πρόσωπο των ομάδων της Αφρικής έχει μόνο ένα θετικό σημείο: την εμφάνιση που πραγματοποίησαν, έστω και αν συνοδεύτηκε από ήττα, τόσο η Γκάνα όσο και η Ακτή του Ελεφαντοστού.

Αντικειμενικά, οι δύο ισχυρότεροι εκπρόσωποι της μαύρης ηπείρου σε αυτό το Παγκόσμιο Κύπελλο έδειξαν ότι είναι δυνατοί, έχουν τεχνική, πολύ καλή φυσική κατάσταση, επαρκή στρατηγική, αλλά δεν μπορούν να φτάσουν μέχρι το τέλος. Εχουν πρόβλημα στο σκοράρισμα. Και όταν δεν μπορείς να σκοράρεις, δεν μπορείς να κερδίσεις. Στο ματς με την Ιταλία, η Γκάνα είχε δυσκολέψει πολύ τους Ιταλούς μέχρι τη στιγμή που ο Πίρλο έστειλε την μπάλα στα δίχτυα του Κίνγκστον. Μπορούσε να ελέγχει το ματς, βασιζόμενη στα μετόπισθεν στην εμπειρία των δύο σέντερ μπακ Κουφούρ και Μενσά, στα χαφ στην πολυπραγμοσύνη και την όρεξη του Εσιέν, που τον βοηθούσε ο ακούραστος Αντο, αλλά στην επίθεση τόσο ο Ασαμόα όσο και ο Αμόα δεν είναι καθαροί επιθετικοί περιοχής ικανοί να προβληματίσουν την άμυνα μίας ομάδας, όπως η Ιταλία.

Αυτή την έλλειψη επιθετικής ισχύος οι Γκανέζοι προσπαθούσαν να την κρύψουν με τη διαρκή επιθετική παρουσία των δύο πλάγιων μπακ, πράγμα που μπορεί να μπερδέψει για λίγο τον αντίπαλο, αλλά δεν αρκεί. Οταν μετά το γκολ του Πίρλο οι Γκανέζοι προωθήθηκαν ακόμα περισσότερο, ήρθε το γκολ του Ιακουίντα και το ματς τελείωσε. Με τους Τσέχους ίσως ο Ντουίκοβιτς να πρέπει να κρατήσει την ομάδα του λίγο πίσω και να παίξει περισσότερο με τις αντεπιθέσεις. Ο Ανρί Μισέλ κατέβασε την ομάδα στο γήπεδο όπως περίμεναν οι περισσότεροι, με μία μικρή όμως έκπληξη: για παρτενέρ του Ντρογκμπά στην επίθεση διάλεξε τον Καλού αντί για τον Αρούνα Ντίνταν.

Υποθέτω ότι το σχέδιο ήταν να παιχθεί η μπάλα από τα πλάγια και να κατεβαίνει μέχρι την περιοχή των Αργεντινών, με τον Καλού να είναι ο παίκτης που θα κόβει μέσα στην περιοχή εκμεταλλευόμενος τους χώρους που θα μπορούσε να ανοίγει ο Ντρογκμπά, τον οποίο θα υποστήριζε ο Ζοκορά. Τα πράγματα δούλεψαν ικανοποιητικά από τη μία πλευρά, διότι ο Εμπουε, που είχε απέναντί του τον Σορίν, δεν μπορούσε να προωθηθεί αρκετά, αφήνοντας μπροστά μόνο του τον Μποκά. Η Ακτή όμως είχε κατοχή της μπάλας και πίεζε τους Αργεντινούς, ιδίως μετά το γκολ του Κρέσπο.

Το μοιραίο λάθος, το μοναδικό ίσως που έκανε το αριστερό άκρο της άμυνας στο παιχνίδι, έδωσε την ευκαιρία στον Σαβιόλα να σκοράρει. Και όταν η Αργεντινή είναι σοβαρή και προηγείται με δύο γκολ, δεν χάνει. Το γκολ του Ντρογκμπά δεν άλλαξε τίποτε, σε μία παρτίδα όπου οι Αργεντινοί ήξεραν ότι μπορούσαν να κρατήσουν χωρίς δυσκολία τη νίκη. Ηξεραν ότι είχαν την «πολυτέλεια» να δεχθούν γκολ χωρίς να τους κοστίσει. Και οι δύο ήττες θα είναι πολύτιμες για την Γκάνα και την Ακτή μόνο αν λειτουργήσουν ως μαθήματα. Και στη συνέχεια θα φανεί αν οι δύο αυτές ομάδες καταλάβουν ότι το ταλέντο οπωσδήποτε βοηθάει, αλλά δεν είναι αρκετό για να πας μακριά. Η Ανγκόλα στο ματς με την Πορτογαλία πάλεψε. Δεν μπορεί να καταφέρει όμως κάτι περισσότερο από το να χάνει παλεύοντας, αν έχει αρκετό πείσμα. Το Τόγκο είναι σάκος του μποξ.

Η Τυνησία, στο πρώτο ματς με τους Σαουδάραβες, περίμενα να δείξει περισσότερη ωριμότητα, που προφανώς της λείπει. Μαζί με την ποιότητα που θα την έκανε να ξεχωρίσει. Αναρωτιέμαι όμως τι τύχη θα είχαν τόσο η Γκάνα όσο και η Ακτή, που έπεσαν σε δύο από τους δυσκολότερους ομίλους του Μουντιάλ, αν έπεφταν στον όμιλο του Τόγκο, για παράδειγμα.

Μία Ευρώπη χωρίς έμπνευση

Για να προχωρήσει η υπόθεση της Ενωμένης Ευρώπης, πάντα είχε ανάγκη από ένα όραμα στο οποίο να μπορούν να επενδύσουν οι πολιτικές ηγεσίες. Ενα όραμα στο οποίο να μπορούν να πιστέψουν και οι Ευρωπαίοι πολίτες. Μετά τις πρώτες εκλογές για το Ευρωκοινοβούλιο, που έγιναν με άμεση και καθολική ψηφοφορία το 1979 και ενώ η τότε ΕΟΚ προσπαθούσε να διαμορφώσει τη φυσιογνωμία της, το πρώτο μεγάλο όραμα ήρθε με την ενιαία αγορά και την ελεύθερη κυκλοφορία αγαθών, κεφαλαίων, ανθρώπων και υπηρεσιών.

Το επόμενο όραμα ήταν η οικονομική Ενωση, που πραγματώθηκε –έστω και λίγο βιαστικά- με την κυκλοφορία του ευρώ. Ακολούθησε το όραμα της διεύρυνσης και ύστερα από αυτό το μεγάλο «χαρτί» του Ευρωπαϊκού Συντάγματος. Οσο όμως περνούσε ο καιρός και το ένα όραμα, ο ένας στόχος, αντικαθιστούσε τον άλλο, τόσο η σημασία αυτών των επιλογών γινόταν όλο και περισσότερο δυσνόητη για τους Ευρωπαίους πολίτες, με αποτέλεσμα να απορρίψουν την εικόνα της Ε.Ε. που κάποιοι δημιούργησαν εν αγνοία τους.

Στη Σύνοδο Κορυφής των «25» που έγινε στις Βρυξέλλες αποτυπώθηκε ξεκάθαρα ότι «η πολιτική Ευρώπη» έχει ξεμείνει από εμπνεύσεις και έχει μεταβληθεί σε έναν υπηρέτη των αγορών. Ο άνθρωπος που κατάφερε από τα μέσα της δεκαετίας του '80 μέχρι και την αποχώρησή του (εκεί λίγο μετά το Μάαστριχτ) να δώσει νόημα στην Ευρωπαϊκή ενοποίηση, ο Ζακ Ντελόρ, είπε μιλώντας πριν από λίγες μέρες σε μία εκδήλωση στο Ελσίνκι τα αυτονόητα.

Οτι δηλαδή στην Ευρώπη δεν υπάρχει πλέον κανένα «κοινό όραμα». Ο «Grand Jacques» μάλιστα επισήμανε πως οι Ευρωπαίοι ηγέτες, αρνούμενοι να μιλήσουν για τα προβλήματα που τους διχάζουν, οδηγούν την Ε.Ε. στη σοβαρότερη κρίση της ιστορίας της. «Οταν βλέπω τις αντιδράσεις των κυβερνήσεων στα κρίσιμα ζητήματα και την ακινησία των θεσμών, καταλαβαίνω ότι η κρίση είναι ακόμα μεγαλύτερη απ' όσο φαίνεται», υποστήριξε. Και συμπλήρωσε ότι «οι Ευρωπαίοι πολίτες είναι μπερδεμένοι και ανήσυχοι με όσα συμβαίνουν σε τέτοιο βαθμό, που υπάρχει ο κίνδυνος να δούμε το οικοδόμημα να αλλάζει... ακόμα και να λείπουν κομμάτια...».

Ο Ντελόρ υποστήριξε ότι οι Ευρωπαίοι πολίτες δεν γνωρίζουν πλέον «ποιος κάνει τι» στην Ε.Ε. και ότι δεν γίνεται δημόσιος διάλογος για την αντιμετώπιση των προβλημάτων. Σε ό,τι αφορά τη διεύρυνση, είπε ότι η Ευρώπη «δεν είναι ανοιχτή σε όλους». Οταν τέλος κάποια στιγμή ρωτήθηκε αν η Ευρώπη μπορεί να αντιμετωπίσει την κρίση, απάντησε: «Εχω την αισιοδοξία της βούλησης και την απαισιοδοξία της λογικής».

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube