Για τη φτωχότερη ομάδα που μετέχει σε Παγκόσμιο Κύπελλο από το 1974 (τότε η Αϊτή), τα προγνωστικά δεν άφηναν περιθώρια αισιοδοξίας.

Η τελευταία θέση ήταν… καπαρωμένη από την Ανγκόλα. Οπως τριάντα δύο χρόνια πριν από την Αϊτή, η οποία είχε χάσει και τα τρία ματς του ομίλου της δεχόμενη συνολικά 14 γκολ. Παρ' όλα αυτά, κατάφερε να κερδίσει τα δεκαπέντε λεπτά δημοσιότητας που της αντιστοιχούσαν όταν ο άσος της Σανόν σκόραρε εναντίον της Ιταλίας. Κι όμως, «στο ποδόσφαιρο ποτέ δεν ξέρεις» φρόντισε να προειδοποιήσει πριν από την έναρξη της φετινής διοργάνωσης ο αρχηγός της ομάδας Ακβα και το βράδυ της Παρασκευής η χώρα που στα εδάφη της κρύβει τις περισσότερες νάρκες (αντιστοιχεί μία σε κάθε παιδί) κατάφερε να πάρει τον πρώτο της βαθμό στην παρθενική της παρουσία στη μεγάλη γιορτή. Διατηρώντας μάλιστα ζωντανές τις –έστω και λίγες- ελπίδες πρόκρισης στην επόμενη φάση της διοργάνωσης.

Για μια χώρα που η ευτυχία και η ευημερία είναι λέξεις άγνωστες, το Παγκόσμιο Κύπελλο τους δίνει αυτές τις ημέρες ένα λόγο να πανηγυρίζουν και να ξεχνούν τα προβλήματα. Η ήττα στην πρεμιέρα από την Πορτογαλία, έστω και με το ισχνό 1-0, έφερε θλίψη στους παίκτες του Γκονζάλβες, ο οποίος χρειάστηκε τη βοήθεια ψυχολόγου προκειμένου να δώσει και πάλι στους παίκτες τη χαμένη αυτοπεποίθηση. Το αποτέλεσμα τον δικαιώνει!

Και αξίζει να σκεφτεί κανείς πως οι περισσότεροι από τους 23 παίκτες της αποστολής του Παγκοσμίου Κυπέλλου έχουν επηρεαστεί από τον εμφύλιο πόλεμο που κράτησε 27 χρόνια. Ο άσος της Μπενφίκα Πέντρο Μαντόρας έχασε τον πατέρα όταν ήταν τριών μηνών και τη μητέρα του όταν ήταν 16. «Εγινα αρχηγός της οικογένειας πολύ νέος. Χαίρομαι αυτή τη στιγμή, γιατί ο κόσμος βλέπει πως η Ανγκόλα δεν είναι πόλεμος και μιζέρια», τονίζει ο Μαντόρας, ο οποίος, όπως και οι υπόλοιποι συμπαίκτες του, έμαθε να παίζει ποδόσφαιρο στις λάσπες. Η ιστορία του 24χρονου επιθετικού αποτελεί απτό παράδειγμα για το πόσο χρειάζεσαι να έχεις σύμμαχο την τύχη για να γίνεις ποδοσφαιριστής στην Ανγκόλα. Οι νάρκες, αλλά και ο κίνδυνος επίθεσης στον δρόμο ανάγκασαν τις ομάδες να χρησιμοποιούν τα αεροπλάνα για να μετακινηθούν για τους αγώνες του πρωταθλήματος. Αλλά κι εκεί υπήρχε και άλλη απειλή. «Οταν πηγαίναμε για προπόνηση, φοβόμασταν πως μπορούσε να έρθει ο στρατός για να μας συλλάβει. Η στράτευση ήταν υποχρεωτική, αλλά εγώ ήμουν τυχερός και ποτέ δεν είχα πρόβλημα», τονίζει ο Ακβα.

Ο Μουρίνιο της Αφρικής!

Το 1995 για τη συγκρότηση της εθνικής ομάδας η ομοσπονδία της Ανγκόλας αναζήτησε παίκτες που ζούσαν στο εξωτερικό (κυρίως στην Πορτογαλία), αλλά είχαν δεσμούς με τη χώρα. Βέβαια, περισσότερο από κάθε ποδοσφαιριστή, ο προπονητής Λουίς Ολιβέιρα Γκονσάλβες έχει το μεγαλύτερο μερίδιο στην επιτυχία της ομάδας. Γνωστός και ως «Μουρίνιο της Αφρικής», ξεκίνησε να εργάζεται σε ηλικία 13 ετών ως ελαιοχρωματιστής και ξυλουργός. Τέσσερα χρόνια αργότερα προσλήφθηκε σε κατασκευαστική εταιρεία και ξεκίνησε στις σπουδές του ως πολιτικός μηχανικός. Η αγάπη του για το ποδόσφαιρο τον οδήγησε σύντομα στο να επιλέξει τις σπουδές στη Φυσική Αγωγή, απόφαση που οι εργοδότες του έμαθαν πολύ αργότερα, όταν τελείωνε το πανεπιστήμιο. Παράλληλα ο Γκονσάλβες δημιούργησε μια ποδοσφαιρική ομάδα (μέσα στην εταιρεία). «Εκανα τα πάντα για την ομάδα. Στην αρχή ήμουν οδηγός, προπονητής και πρόεδρος, αργότερα καταφέραμε να οδηγήσουμε την ομάδα στη δεύτερη κατηγορία του εθνικού πρωταθλήματος», υπογραμμίζει ο 49χρονος τεχνικός.

Η πίστη στην επιτυχία του Γκονσάλβες αποτέλεσε το κλειδί για τη συνεργασία με την ομοσπονδία της χώρας. Εξάλλου, πριν φτάσει στον πάγκο της εθνικής ομάδας των ανδρών, ο Γκονσάλβες είχε περάσει απ' όλες τις μικρές εθνικές. Από τις πρώτες κινήσεις που έκανε όταν ανέλαβε το πόστο του ομοσπονδιακού τεχνικού ήταν να ζητήσει τη συνδρομή του εθνικού αερομεταφορέα προκειμένου να μεταφέρει την ομάδα στις πόλεις που έπρεπε να αγωνιστεί για τα προκριματικά. Μάλιστα, τα αεροπλάνα περίμεναν την αποστολή στα αεροδρόμια μέχρι και τρεις μέρες. Παράλληλα, στο τιμ εντάχθηκαν και τέσσερις σεφ, οι οποίοι είχαν την επιμέλεια της καθημερινής διατροφής των παικτών. Μπορεί για τις υπόλοιπες ομάδες αυτές οι κινήσεις να αποτελούν κάτι συνηθισμένο, όχι όμως για την Ανγκόλα. Στην Μπουρκίνα Φάσο, το 1998, οι παίκτες βίωσαν τραγικές καταστάσεις. Οι περισσότεροι που ζήτησαν δεύτερη μερίδα φαγητού έλαβαν την άρνηση των υπευθύνων της ομοσπονδίας επειδή δεν υπήρχαν χρήματα!

Λουάντα, όπως λέμε Τόκιο!

Το ποδόσφαιρο στην Ανγκόλα είναι εθνική υπόθεση και παρά το γεγονός ότι το εισιτήριο για αγώνα πρωταθλήματος κοστίζει περίπου 30 λεπτά (που αντιστοιχούν σε έξι καρβέλια ψωμί), τα γήπεδα της πρωτεύουσας Λουάντα είναι γεμάτα. Εξάλλου, το να παρακολουθήσεις έναν ποδοσφαιρικό αγώνα στην αφρικανική χώρα κοστίζει φθηνότερα από το να πιεις ένα κουτάκι αναψυκτικό, για το οποίο θα πρέπει να πληρώσεις περίπου πέντε ευρώ. Μάλιστα, λέγεται πως η Λουάντα είναι η δεύτερη ακριβότερη πρωτεύουσα παγκοσμίως μετά το Τόκιο! Οι αριθμοί όμως αποδεικνύουν μια πιο σκληρή αλήθεια. Ενας στους επτά κατοίκους της χώρας (περίπου δύο εκατομμύρια) απειλούνται από ασιτία. Το μέσο εισόδημα αγγίζει τα επτά ευρώ την εβδομάδα. Σχεδόν τα 2/3 του πληθυσμού είναι κάτω των 16 (και οι περισσότεροι αυτών είναι ορφανοί). Ενα στα τρία παιδιά πεθαίνει πριν φτάσει στην ηλικία των πέντε.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube