H άκρατη εμπορευματοποίηση στον αθλητισμό, πολλές φορές, προξενεί μια δυσθυμία που δεν είναι δύσκολο να εξελιχθεί σε απέχθεια. Είναι φυσικό οι διάφορες εταιρείες να επιλέγουν το πρόσωπο ενός αθλητή για να διαφημίσουν τα προϊόντα τους, αφού οι αθλητές έχουν πολύ υψηλή αναγνωρισιμότητα και ταυτόχρονα μεγάλη διείσδυση στις ηλικιακές ομάδες που ενδιαφέρουν τους διαφημιστές και τις εταιρείες. Στην εποχή της άκρατης εμπορευματοποίησης, οι καλοί αθλητές, ανεξάρτητα από το άθλημα στο οποίο αγωνίζονται, έχουν μεταβληθεί σε ένα ιδιότυπο brand name, ένα ιδιότυπο σήμα κατατεθέν. Ενα σήμα κατατεθέν που περιλαμβάνει πολλά άλλα brand names, που τα φέρνουμε στον νου μας όποτε βλέπουμε αυτόν τον αθλητή στα ΜΜΕ.
Το ποδόσφαιρο, ως το δημοφιλέστερο παιχνίδι στον κόσμο, συγκεντρώνει το μεγαλύτερο διαφημιστικό ενδιαφέρον. Συνακόλουθα, η αγάπη των διαφημιστών δεν μπορεί παρά να είναι η δημοφιλέστερη ομάδα, σε επίπεδο εθνικών ομάδων, στον κόσμο. Η Βραζιλία. Οταν το 1994 υπέγραφε την πρώτη της δεκαετή συμφωνία με τη ΝΙΚΕ, οι περισσότεροι θεώρησαν τη συμφωνία εξωφρενική. Η αμερικανική πολυεθνική έδωσε πολλά, προσδοκώντας περισσότερα, και δικαιώθηκε.
Η ΝΙΚΕ υπέγραψε και πολλά συμβόλαια αποκλειστικής συνεργασίας με όλα τα μεγάλα αστέρια της ομάδας, ενώ με την καινούργια συμφωνία, που είναι πολύ «ακριβότερη» από την προηγούμενη, λέγεται ότι έχει και λόγο στην κατάρτιση της ενδεκάδας. Θέλει να διασφαλίζει την παρουσία στην 11άδα των ποδοσφαιριστών, πάνω στους οποίους έχει επενδύσει διαφημιστικά. Το «μαγικό τετράγωνο» της Βραζιλίας, Ρονάλντο, Ροναλντίνιο, Αντριάνο και Κακά, είναι η πιο «φορτωμένη» με διαφημιστικές προσδοκίες τετράδα του Μουντιάλ. Και από αυτούς τους τέσσερις, μέχρι τώρα ο μόνος που παίζει μπάλα είναι ο λιγότερο φορτωμένος. Ο Ρικάρντο Ιζακσον ντος Σάντος Λέιτε, όπως είναι το πλήρες όνομα του Κακά. Του νεότερου της τετράδας.
Ο Κακά συντηρεί και συνεχίζει τον μύθο, σύμφωνα με τον οποίο σε κάθε γενιά υπάρχει ένας μεγάλος «λευκός» Βραζιλιάνος, που δεν προέρχεται από τις φαβέλες, αλλά από την αστική τάξη της Βραζιλίας. Το 1970 ήταν ο Τοστάο, το 1982 ο Σόκρατες, το 1994 ο Λεονάρντο και πάει λέγοντας. Ο Κακά έκανε το ντεμπούτο του στο Παγκόσμιο Κύπελλο το 2002, όταν μπήκε αλλαγή στο παιχνίδι της Βραζιλίας με την Κόστα Ρίκα, το οποίο κέρδισε η «σελεσάο» με 5-2. Η σωματική ανάπτυξη του 24χρονου Βραζιλιάνου από το Σάο Πάουλο ήταν αργή. Οχι όμως και η ωρίμανση του εξαιρετικού ποδοσφαιρικού ταλέντου του. Ενός ταλέντου που μπορεί να μην έχει τα θεαματικά ξεσπάσματα του Ροναλντίνιο, αλλά είναι ιδιαίτερα ουσιαστικό και αποτελεσματικό στο έπακρο.
Ο Μάριο Ζαγκάλο, ο τεχνικός σύμβουλος της «σελεσάο», υποστηρίζει ότι είναι ο πιο φορμαρισμένος Βραζιλιάνος αυτή την εποχή. Κι αυτό φάνηκε στα δύο πρώτα παιχνίδια της Βραζιλίας, στα οποία οι «καριόκας» δεν εντυπωσίασαν. «Ο Κακά ήταν η μόνη γωνία του τετραγώνου που λειτούργησε», είπε στο γαλλικό πρακτορείο ειδήσεων ο Κάρλος Αλμπέρτο. Ο Κακά είναι ένας ευπροσήγορος νέος, χωρίς ίχνος έπαρσης, που πολλές φορές λειτουργεί σαν εκπρόσωπος Τύπου για τη «σελεσάο». Ισως σε αυτή την πραότητα του χαρακτήρα του να παίζει ρόλο ότι είναι ένας ενεργός ευαγγελιστής χριστιανός, με ξεκάθαρες και σταθερές ηθικές αρχές, τόσο που κάποτε δήλωσε ότι ήταν παρθένος μέχρι που παντρεύτηκε.
Την Καρολίνα, της οποίας η μητέρα έχει την αντιπροσωπεία του οίκου Ντιόρ για τη Βραζιλία. Ο Κακά στα 12 του δοκιμάστηκε από τη Σάο Πάολο κι έμεινε σε αυτήν μέχρι το 2003, όταν και μεταγράφηκε στη Μίλαν για 8,5 εκατομμύρια δολάρια. Ενα ποσό που ο Μπερλουσκόνι χαρακτήρισε «ψίχουλα» για την αξία του. Μέσα σε ένα μήνα, από την ώρα που έφτασε στο Μιλάνο, μπήκε στην 11άδα και από τότε δεν έχασε τη θέση του. Σπάνια Βραζιλιάνοι έχουν τέτοια εξέλιξη όταν έρχονται τόσο νέοι στην Ευρώπη. Το αγορίστικο look που έχει αρέσει στους διαφημιστές και είναι ο αγαπημένος του Αρμάνι. Δεν διαφημίζει όμως αλκοόλ ή προϊόντα που συγκρούονται με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του. Το «εγώ» του δεν είναι υπερτροφικό, όπως πολλών συμπαικτών του, με αποτέλεσμα να επισκιάζεται όταν η ομάδα πάει καλά. Και αυτό είναι άδικο.
Ηρθε η σειρά της Νιούκαστλ;
Aν κάποιος παρατηρήσει προσεκτικά τις αλλαγές στο αγγλικό ποδόσφαιρο, κυρίως στον οικονομικό-επενδυτικό τομέα, θα μπορούσε να υποθέσει ότι η εξαγορά τόσο της Τσέλσι όσο και της Γιουνάιτεντ από μεγιστάνες είναι μια φυσιολογική εξέλιξη. Η κίνηση αυτή φαίνεται ότι θα έχει και συνέχεια, αφού εδώ κι ένα χρόνο η Λίβερπουλ αναζητεί έναν επενδυτή που θα βελτιώσει τις οικονομικές δυνατότητές της και θα την κάνει ανταγωνιστικότερη. Από την περασμένη εβδομάδα σειρά φαίνεται να παίρνει και η Νιούκαστλ.
Ενας αμερικανικός επενδυτικός όμιλος με το όνομα «Polygon» εκδήλωσε ενδιαφέρον για την εξαγορά του 28,8% των μετοχών της Νιούκαστλ, για αρχή. Ο αμερικανικός όμιλος φέρεται διατεθειμένος να εξαγοράσει σταδιακά το σύνολο των μετοχών της αγγλικής ομάδας. H Polygon είναι δημιούργημα του γνωστού Αμερικανού χρηματιστή Ριντλ Γκρίφιθ κι έχει στη διάθεσή της αρκετά δισεκατομμύρια για επενδύσεις σε τομείς ή επιχειρήσεις που προβλέπεται να εξασφαλίσουν σημαντικές αποδόσεις στο μέλλον. Το ποσοστό των μετοχών που επιζητεί να εξαγοράσει η Polygon ανήκει στον σερ Τζον Χολ, αλλά φαίνεται ότι ο αμερικανικός όμιλος συζητά και με την οικογένεια Σέπερντ, που ελέγχει την ομάδα των «ανθρακωρύχων».
Η δεύτερη εμφάνιση Αμερικανών επενδυτών στο αγγλικό ποδόσφαιρο ίσως δείχνει κάτι για τις μελλοντικές οικονομικές αποδόσεις που μπορεί να έχουν κάποιες αθλητικές ποδοσφαιρικές επιχειρήσεις στην Αγγλία. Η Νιούκαστλ, μάλιστα, έχει κάνει κι ένα σοβαρό άνοιγμα στη Νότιο ανατολική Ασία, έχοντας τη βάση της διεύρυνσής της στο Χονγκ Κονγκ. Πιθανή εξαγορά μέρους ή του συνόλου των μετοχών της Νιούκαστλ επιβεβαιώνει την εμφάνιση του λεγόμενου «τρίτου επενδυτικού κύματος» στο αγγλικό ποδόσφαιρο.
Το πρώτο επενδυτικό κύμα στο αγγλικό ποδόσφαιρο τοποθετείται γύρω στα μέσα της δεκαετίας του '90, όταν όλες οι ομάδες της Πρέμιερσιπ, από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ μέχρι τη Λέστερ, ανακάλυψαν ότι μπορούν να αντλήσουν τεράστια ποσά από το χρηματιστήριο και να πραγματοποιήσουν επενδύσεις. Το δεύτερο κύμα εισόδου των επενδυτών τοποθετείται στις αρχές του 1999. Τότε αρκετές εταιρείες Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, όπως η Granada, το NTL το BBC και το BSKYB, αγόρασαν μερίδια μετοχών σε πολλές ομάδες, προσπαθώντας να διασφαλίσουν ισχυρές στρατηγικές θέσεις, ώστε να διεκδικήσουν την αποκλειστικότητα της τηλεοπτικής συμφωνίας που θα υπέγραφαν οι ομάδες το 2000. Από τον Αμπράμοβιτς και μετά μπήκαμε στην τρίτη φάση, που κανείς δεν ξέρει τι μπορεί να φέρει.