Δεν μπορείτε να πείτε. Ο τίτλος του σημερινού κειμένου είναι αβανταδόρικος και προϋποθέτει άφθονη και ενδεχομένως συγκαλυμμένη χιουμοριστική διάθεση. Δυστυχώς, λυπάμαι που θα σας απογοητεύσω, αλλά αντικείμενο του σημερινού άρθρου δεν είναι το ελληνικό πρωτάθλημα και το παραγοντικό σύμπαν του. Ούτε Καμπάνηδες (new entry) ούτε Μάκαροι ούτε Μητρόπουλοι ούτε Γκαγκάτσηδες. Εκείνο που με απασχολεί είναι το Παγκόσμιο Κύπελλο. Το απόλυτο τηλεοπτικό προϊόν και ίσως το σημαντικότερο φαινόμενο της βιομηχανίας του ελεύθερου χρόνου στις αρχές του 21ου αιώνα. Φαντάζομαι ότι όλοι σημειώνουν τα στοιχεία εκείνα που θα τους επιτρέψουν, στο τέλος, να κάνουν τις συγκρίσεις με προηγούμενες διοργανώσεις.

Εισιτήρια, έσοδα, δείκτες τηλεθέασης, μέσος όρος τερμάτων ανά αγώνα, καθαρός χρόνος παιχνιδιού, οργάνωση ομάδων και οτιδήποτε άλλο θεωρείται σημαντικό για τα χαρακτηριστικά και τις προοπτικές του παιχνιδιού. Η Αφρική και οι ομάδες της είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Θυμάμαι ότι παλαιότερα λέγαμε και γράφαμε ότι αν το αφρικανικό ποδόσφαιρο οργανωθεί, τότε θα είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπίσει κάποιος τις ομάδες του. Οι αφρικανικές ομάδες, τέσσερα χρόνια πριν από το Μουντιάλ της Αφρικής, έχουν ακόμα πολύ σοβαρά προβλήματα οργάνωσης.
Η περίπτωση της ομάδας του Τόγκο με το ζήτημα των πριμ είναι ένα λαμπρό παράδειγμα. Πέρα από το έλλειμμα οργανωτικότητας, πάρα πολλοί Αφρικανοί ποδοσφαιριστές αγωνίζονται στις ευρωπαϊκές ομάδες, αλλά τα χαρακτηριστικά του αφρικανικού ποδοσφαίρου έχουν προσαρμοστεί στις απαιτήσεις της ποδοσφαιρικής αγοράς. Οπως σημειώνει σε ένα άρθρο του στην αγγλική εφημερίδα «Guardian» ο Χόρχε Βαλντάνο, παλιός διεθνής Αργεντινός ποδοσφαιριστής και πρώην αθλητικός διευθυντής της Ρεάλ Μαδρίτης, οι Αφρικανοί ποδοσφαιριστές έκαναν το πάθος τους επάγγελμα.

Αποτέλεσμα ήταν η ποδοσφαιρική φαντασία να συντριβεί πάνω σε ένα βουνό από μυς, που λειτουργούν πειθαρχημένα μέσα στον αγωνιστικό χώρο, με απεριόριστες αντοχές. Το θέαμα, όμως, δεν έχει να περιμένει τίποτε από μια τέτοια εξέλιξη, που έχει συνέπεια την κυριαρχία μιας ομοιομορφίας με κοινό παρονομαστή τη μετριότητα. Γιατί άραγε συμβαίνει αυτό; Μα, νομίζω ότι είναι προφανές. Η δημιουργική ελευθερία είναι καθοριστική για την πρόοδο οποιουδήποτε ομαδικού παιχνιδιού και στο σύγχρονο ποδόσφαιρο αυτή η ελευθερία είναι απαγορευμένη. Σκέφτομαι το πρώτο παιχνίδι της Ολλανδίας στο Μουντιάλ, κόντρα στους Σέρβους.

Αυτό που έκανε ενδιαφέρον το παιχνίδι ήταν η παρουσία και οι ενέργειες του Ρόμπεν. Χωρίς αυτόν το παιχνίδι θα ήταν αφόρητα βαρετό. Κι όμως, ο συμπαίκτης του, Φαν Πέρσι, τον κατηγόρησε σαν «ατομιστή». Ισως αυτή η κατηγορία να κρέμεται πάνω από το κεφάλι του κάθε προικισμένου ποδοσφαιριστή σαν τη σπάθη του Δαμοκλή. Και αυτή η απειλή αναγκάζει όλους τους ιδιαίτερα προικισμένους ποδοσφαιριστές να υποτάξουν τη δημιουργική διάθεσή τους στις επιταγές του αγωνιστικού συστήματος, που έχει στόχο το αποτέλεσμα και όχι το θέαμα.

Οποιοσδήποτε νεωτερισμός είναι καταδικαστέος. Αυτή η τάση, που τείνει να γίνει κατάσταση στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο, μπορεί να αντιστραφεί ή τουλάχιστον να παγώσει αν συνεχίσουν να παίζουν ποδοσφαιριστές όπως ο Ρόμπεν, ο Ροναλντίνιο, ο Ρικέλμε ή ο Ροζίτσκι. Το ίδιο ισχύει και για προπονητές όπως ο Κλίνσμαν ή ο Λίπι, που τολμούν κάτι καινούργιο, κάτι έξω από τα συνηθισμένα. Το σημαντικό σε αυτή την περίπτωση δεν νομίζω ότι είναι το αποτέλεσμα, όσο η προσπάθεια, γιατί αν στην ήττα οι δειλοί και οι τολμηροί κρίνονται το ίδιο, τότε το ποδόσφαιρο όσο πάει θα χειροτερεύει. Θα γίνεται όλο και περισσότερο προβλέψιμο και το θέαμα θα σπανίζει. Θα αποτελέσει μια μεγάλη παραδοξότητα στην ιστορία των σπορ αν το δημοφιλέστερο παιχνίδι του κόσμου καταφέρει να πεθάνει από σοβαρότητα.

Το αμερικανικό «σκάνδαλο του αιώνα»

Mια ανακριτική έρευνα που ξεκίνησε πέρυσι στις ΗΠΑ για τη λειτουργία κάποιων καζίνων σε περιοχές όπου κατοικούν Ινδιάνοι φέρνει στην επιφάνεια ένα μεγάλο σκάνδαλο δωροδοκίας πολιτικών, ίσως το μεγαλύτερο στην πολιτική ιστορία των ΗΠΑ. Η ινδιάνικη φυλή Τσόκτο από τον Μισισιπή και κάποιες άλλες, μικρότερες φυλές παραπονέθηκαν σε ειδικούς ανακριτές της αμερικανικής γερουσίας ότι πλήρωναν εκατομμύρια δολάρια –χωρίς κανένα αποτέλεσμα– σε διάφορους λομπίστες, που θα τους βοηθούσαν να προστατεύσουν από τη φορολογία και τον ανταγωνισμό το εισόδημά τους από τον τζόγο.

Οι δύο λομπίστες που αμέσως βρέθηκαν στο επίκεντρο της έρευνας ήταν ο Τζακ Αμπράμοφ και ο Μάικ Σκάνλον, πρώην εκπρόσωπος ενός εκ των κορυφαίων στελεχών του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, του Τομ Ντιλέι. H ανακριτική έρευνα ξεσκέπασε ένα ολόκληρο κύκλωμα από ανθρώπους και ομάδες που «τα έπιαναν» για να μην κάνουν τίποτα ή μάλλον για να εξυπηρετούν τα σχέδια και τις φιλοδοξίες του Αμπράμοφ και των κολλητών του. Ο Αμπράμοφ, ο οποίος έδωσε και το όνομά του στο σκάνδαλο και αντιμετωπίζει ποινή κάθειρξης 12 ετών, στη διάρκεια των ανακρίσεων ήρθε σε συμφωνία με το FBI και στις καταθέσεις του περιγράφει με λεπτομέρειες πώς δωροδόκησε μέλη του Κογκρέσου με σκοπό να επηρεάσει τις θέσεις τους σε μια σειρά ζητημάτων που εκτείνονται από τον τζόγο μέσω του Διαδικτύου μέχρι τις υπηρεσίες της ασύρματης τηλεφωνίας. Παρ' όλο που στο σκάνδαλο εμπλέκονται και κάποιοι εκπρόσωποι των δημοκρατικών, αυτοί που πλήττονται περισσότερο είναι οι ρεπουμπλικανοί και ιδιαίτερα ο Λευκός Οίκος.

Πριν από περίπου τρεις μήνες ο Λευκός οίκος δώρισε σε διάφορα ιδρύματα 6.000 δολάρια από το ποσό που συνεισέφερε στην προεκλογική εκστρατεία του Μπους ο Αμπράμοφ. Βέβαια, το συνολικό ποσό της εισφοράς ήταν 100 χιλιάδες δολάρια, αλλά φαίνεται ότι οι υπόλοιπες 94 χιλιάδες κάπου παράπεσαν. Την τακτική του Λευκού Οίκου ακολούθησαν κι άλλοι «ευεργετηθέντες», που επιστρέφουν ποσά με τα οποία είχαν ενισχυθεί. Οι εκτιμήσεις για τα χρήματα που «έσπρωξε» σε «διευκολύνσεις» ο Αμπράμοφ φτάνουν τα 17-20 εκατομμύρια δολάρια. Θυμίζω ότι στις ΗΠΑ είναι νόμιμο το «λάδωμα» που βαφτίζεται λόμπι και τα ποσά που ξοδεύουν για λόμπι οι εταιρείες εκπίπτουν από τη φορολόγησή τους.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube